Psalms 69

Для дириґетна хору. На спів: „Лелії". Давидів.
Εις τον πρωτον μουσικον, υπο Σοσανιμ. Ψαλμος του Δαβιδ. Σωσον με, Θεε, διοτι εισηλθον υδατα εως ψυχης μου.
Спаси мене, Боже, бо води вже аж до душі підійшли!
Εβυθισθην εις βαθυν πηλον, οπου δεν ειναι τοπος στερεος δια να σταθω εφθασα εις τα βαθη των υδατων, και το ρευμα με κατακλυζει.
Я загруз у глибокім багні, і нема на чім стати, ввійшов я до водних глибин, і мене залила течія!
Ητονησα κραζων ο λαρυγξ μου εξηρανθη απεκαμον οι οφθαλμοι μου απο του να περιμενω τον Θεον μου.
Я змучився в крику своїм, висохло горло моє, очі мої затуманились від виглядання надії від Бога мого!...
Οι μισουντες με αναιτιως επληθυνθησαν υπερ τας τριχας της κεφαλης μου εκραταιωθησαν οι εχθροι μου οι προσπαθουντες να με αφανισωσιν αδικως. Τοτε εγω επεστρεψα ο, τι δεν ηρπασα.
Тих, хто мене без причини ненавидить, стало більш, як волосся на моїй голові, набралися сили мої вороги, що безвинно мене переслідують, чого не грабував, те вертаю!
Θεε, συ γνωριζεις την αφροσυνην μου και τα πλημμεληματα μου δεν ειναι κεκρυμμενα απο σου.
Боже, Ти знаєш глупоту мою, а гріхи мої перед Тобою не сховані!
Ας μη αισχυνθωσιν εξ αιτιας μου, Κυριε Θεε των δυναμεων, οι προσμενοντες σε ας μη εντραπωσι δι εμε οι εκζητουντες σε, Θεε του Ισραηλ.
Нехай через мене не матимуть стиду оті, хто на Тебе надіється, Господи, Господи Саваоте; нехай через мене не матимуть сорому ті, хто шукає Тебе, Боже ізраїлів,
Διοτι ενεκα σου υπεφερα ονειδισμον αισχυνη εκαλυψε το προσωπον μου.
бо я ради Тебе зневагу ношу, ганьба покрила обличчя моє!...
Ξενος εγεινα εις τους αδελφους μου, και αλλογενης εις τους υιους της μητρος μου
Для братів своїх став я відчужений, і чужий для синів своєї матері,
Διοτι ο ζηλος του οικου σου με κατεφαγε και οι ονειδισμοι των ονειδιζοντων σε επεπεσον επ εμε.
бо ревність до дому Твойого з'їдає мене, і зневаги Твоїх зневажальників спадають на мене,
Και εκλαυσα ταλαιπωρων εν νηστεια την ψυχην μου, αλλα τουτο εγεινεν εις ονειδος μου.
і постом я виплакав душу свою, а це сталось мені на зневагу...
Και εκαμα τον σακκον ενδυμα μου και εγεινα εις αυτους παροιμια.
За одежу надів я верету, і за приказку став я для них:
Κατ εμου λαλουσιν οι καθημενοι εν ταις πυλαις, και εγεινα ασμα των μεθυοντων.
про мене балакають ті, хто в брамі сидить, і пісні тих, хто п'янке попиває...
Εγω δε προς σε κατευθυνω την προσευχην μου, Κυριε καιρος ευμενειας ειναι Θεε, κατα το πληθος του ελεους σου, επακουσον μου, κατα την αληθειαν της σωτηριας σου.
А я молитва моя до Тебе, Господи, в часі Твоєї зичливости; в многоті милосердя Твойого подай мені відповідь про певність спасіння Твого,
Ελευθερωσον με απο του πηλου, δια να μη βυθισθω ας ελευθερωθω εκ των μισουντων με και εκ των βαθεων των υδατων.
визволь з болота мене, щоб я не втопився, щоб я урятований був від своїх ненависників та від глибокости вод!
Ας μη με κατακλυση το ρευμα των υδατων, μηδε ας με καταπιη ο βυθος και το φρεαρ ας μη κλειση το στομα αυτου επ εμε.
Хай мене не заллє водяна течія, і хай глибінь мене не проковтне, і нехай своїх уст не замкне надо мною безодня!
Εισακουσον μου, Κυριε, διοτι αγαθον ειναι το ελεος σου κατα το πληθος των οικτιρμων σου επιβλεψον επ εμε.
Обізвися до мене, о Господи, в міру доброї ласки Своєї, в міру великости Свого милосердя звернися до мене,
Και μη κρυψης το προσωπον σου απο του δουλου σου επειδη θλιβομαι, ταχεως επακουσον μου.
і обличчя Свого не ховай від Свого раба, бо тісно мені, озвися ж небаром до мене,
Πλησιασον εις την ψυχην μου λυτρωσον αυτην ενεκα των εχθρων μου λυτρωσον με.
наблизись до моєї душі, порятуй же її, ради моїх ворогів відкупи Ти мене!...
συ γνωριζεις τον ονειδισμον μου και την αισχυνην μου και την εντροπην μου ενωπιον σου ειναι παντες οι θλιβοντες με.
Ти знаєш наругу мою, і мій сором та ганьбу мою, перед Тобою всі мої вороги!
Ονειδισμος συνετριψε την καρδιαν μου και ειμαι περιλυπος περιεμεινα δε συλλυπουμενον, αλλα δεν υπηρξε, και παρηγορητας, αλλα δεν ευρηκα.
Моє серце зламала наруга, і невигойний мій сором: я чекав співчуття та немає його, і потішителів та не знайшов!
Και εδωκαν εις εμε χολην δια φαγητον μου, και εις την διψαν μου με εποτισαν οξος.
і жовчі поклали у мій хліб потішення, а в спразі моїй оцтом мене напували...
Ας γεινη η τραπεζα αυτων εμπροσθεν αυτων εις παγιδα και εις ανταποδοσιν και εις βροχον.
Бодай пасткою стала їм їхня трапеза, а їхні учти тенетами,
Ας σκοτισθωσιν οι οφθαλμοι αυτων δια να μη βλεπωσι και την ραχιν αυτων διαπαντος κυρτωσον.
бодай їхні очі потемніли, щоб їм не бачити, а їхні клуби хай завжди хитаються!
Εκχεε επ αυτους την οργην σου και ο θυμος της αγανακτησεως σου ας συλλαβη αυτους.
Вилий на них Свою ревність, а полум'я гніву Твого нехай їх доганяє!
Ας γεινωσιν ερημα τα παλατια αυτων εν ταις σκηναις αυτων ας μη ηναι ο κατοικων.
Нехай їхнє село опустошене буде, хай мешканця в їхніх наметах не буде!
Διοτι εκεινον, τον οποιον συ επαταξας, αυτοι κατεδιωξαν και λαλουσι περι του πονου εκεινων, τους οποιους επληγωσας.
Бо кого Ти був збив, вони ще переслідують, і побільшують муки раненим Тобою...
Προσθες ανομιαν επι την ανομιαν αυτων, και ας μη εισελθωσιν εις την δικαιοσυνην σου.
Додай же гріха на їхній гріх, щоб вони не ввійшли в справедливість Твою,
Ας εξαλειφθωσιν εκ βιβλου ζωντων και μετα των δικαιων ας μη καταγραφθωσιν.
нехай скреслені будуть із книги життя, і хай не будуть записані з праведними!...
Εμε δε, τον πτωχον και λελυπημενον, η σωτηρια σου, Θεε, ας με υψωση.
А я бідний та хворий, але, Боже, спасіння Твоє мене чинить могутнім,
Θελω αινεσει το ονομα του Θεου εν ωδη και θελω μεγαλυνει αυτον εν υμνοις.
і я піснею буду хвалити ім'я Боже, співом вдячним Його величатиму!
Τουτο βεβαιως θελει αρεσει εις τον Κυριον, υπερ μοσχον νεον εχοντα κερατα και οπλας.
і буде для Господа краща вона від вола, від бика, що роги він має, що копита роздвоєні має.
Οι ταπεινοι θελουσιν ιδει θελουσι ευφρανθη και η καρδια υμων των εκζητουντων τον Θεον θελει ζησει.
Побачать слухняні, і будуть радіти, хто ж Бога шукає нехай оживе ваше серце,
Διοτι εισακουει των πενητων ο Κυριος και τους δεσμιους αυτου δεν καταφρονει.
бо до вбогих Господь прислухається, і в'язнями Своїми не гордує Він!
Ας αινεσωσιν αυτον οι ουρανοι και η γη, αι θαλασσαι και παντα τα κινουμενα εν αυταις.
Нехай хвалять Його небеса та земля, море й усе, що в них рухається,
Διοτι ο Θεος θελει σωσει την Σιων, και θελει οικοδομησει τας πολεις του Ιουδα και θελουσι κατοικησει εκει και θελουσι κληρονομησει αυτην.
бо спасе Бог Сіона, і збудує для Юди міста, і замешкають там, і вспадкують його, і нащадки рабів Його посядуть його, й ті, хто любить ім'я Його, житимуть в нім!
Και το σπερμα των δουλων αυτου θελει κληρονομησει αυτην, και οι αγαπωντες το ονομα αυτου θελουσι κατοικει εν αυτη.