Proverbs 12

 Den som älskar tuktan, han älskar kunskap,  men oförnuftig är den som hatar tillrättavisning.Ords. 13,1, 18. 15,5.
Οστις αγαπα παιδειαν, αγαπα γνωσιν αλλ οστις μισει ελεγχον, ειναι αφρων.
 Den gode undfår nåd av HERREN,  men den ränkfulle varder av honom fördömd.
Ο καλος ευρισκει χαριν παρα Κυριου τον δε μηχανευομενον κακα θελει καταδικασει.
 Ingen människa bliver beståndande genom ogudaktighet,  men de rättfärdigas rot kan icke rubbas.
Δεν θελει στερεωθη ανθρωπος δια της ανομιας η ριζα δε των δικαιων θελει μενει ασαλευτος.
 En idog hustru är sin mans krona,  men en vanartig är såsom röta i hans ben.Ords. 31,10 f.
Η εναρετος γυνη ειναι στεφανος εις τον ανδρα αυτης η δε προξενουσα αισχυνην ειναι ως σαπρια εις τα οστα αυτου.
 De rättfärdigas tankar gå ut på vad rätt är,  men de ogudaktigas rådklokhet går ut på svek.
Οι λογισμοι των δικαιων ειναι ευθυτης αι δε βουλαι των ασεβων δολος.
 De ogudaktigas ord ligga på lur efter blod,  men de redliga räddas genom sin mun.
Οι λογοι των ασεβων ενεδρευουσιν αιμα το δε στομα των ευθεων θελει ελευθερωσει αυτους.
 De ogudaktiga varda omstörtade och äro så icke mer,  men de rättfärdigas hus består.Ords. 14,11.
Οι ασεβεις καταστρεφονται και δεν υπαρχουσιν ο οικος δε των δικαιων θελει διαμενει.
 I mån av sitt vett varder en man prisad,  men den som har ett förvänt förstånd, han bliver föraktad.
Ο ανθρωπος εγκωμιαζεται κατα την συνεσιν αυτου ο δε διεστραμμενος την καρδιαν θελει εισθαι εις καταφρονησιν.
 Bättre är en ringa man, som likväl har en tjänare,  än den som vill vara förnäm och saknar bröd.Syr. 10,27.
Καλητερος ο ανθρωπος ο μη τιμωμενος και επαρκων εις εαυτον, παρα ο κενοδοξων και στερουμενος αρτου.
 Den rättfärdige vet huru hans boskap känner det,  men de ogudaktigas hjärtelag är grymt.
Ο δικαιος επιμελειται την ζωην του κτηνους αυτου τα δε σπλαγχνα των ασεβων ειναι ανελεημονα.
 Den som brukar sin åker får bröd till fyllest,  men oförståndig är den som far efter fåfängliga ting.Ords 28.19. Syr 20,28.
Ο εργαζομενος την γην αυτου θελει χορτασθη αρτον ο δε ακολουθων τους ματαιοφρονας ειναι ενδεης φρενων.
 Den ogudaktige vill in i det nät som fångar de onda,  men de rättfärdigas rot skjuter skott.
Ο ασεβης ζητει την υπερασπισιν των κακων αλλ η ριζα του δικαιου αναδιδει.
 Den som är ond bliver snärjd i sina läppars synd,  men den rättfärdige undkommer ur nödenPs. 7,165f. 9,17. Ords. 5,22.
Δι αμαρτιαν χειλεων παγιδευεται ο ασεβης ο δε δικαιος εξερχεται εκ στενοχωριας.
 Sin muns frukt får envar njuta sig fullt till godo,  och vad en människas händer hava förövat, det varder henne vedergällt.Ps. 62,13. Ords. 13,2 Matt. 16,27. 2 Kor. 5,10.
Εκ των καρπων του στοματος αυτου ο ανθρωπος θελει εμπλησθη αγαθων και η αμοιβη των χειρων του ανθρωπου θελει επιστρεψει εις αυτον.
 Den oförnuftige tycker sin egen väg vara den rätta,  med den som är vis lyssnar till råd.
Η οδος του αφρονος ειναι ορθη εις τους οφθαλμους αυτου ο δε ακουων συμβουλας ειναι σοφος.
 Den oförnuftiges förtörnelse bliver kunnig samma dag,  men den som är klok, han döljer sin skam
Ο αφρων φανερονει ευθυς την οργην αυτου ο δε φρονιμος σκεπαζει το ονειδος αυτου.
 Den som talar vad rätt är, han främjar sanning,  men ett falskt vittne talar svek.Ords. 6,19. 14,5.
Ο λαλων αληθειαν αναγγελλει το δικαιον ο δε ψευδομαρτυς δολον.
 Mången talar i obetänksamhet ord som stinga likasom svärd,  men de visas tunga är en läkedom.
Ο φλυαρος ειναι ως τραυματα μαχαιρας η δε γλωσσα των σοφων, ιασις.
 Sannfärdiga läppar bestå evinnerligen,  men en lögnaktig tunga allenast ett ögonblick.
Τα χειλη της αληθειας θελουσιν εισθαι σταθερα διαπαντος η δε ψευδης γλωσσα μονον στιγμιαια.
 De som bringa ont å bane hava falskhet i hjärtat,  men de som stifta frid, de undfå glädje.
Δολος ειναι εν τη καρδια των μηχανευομενων κακα ευφροσυνη δε εις τους βουλευομενους ειρηνην.
 Intet ont vederfares den rättfärdige,  men över de ogudaktiga kommer olycka i fullt mått.Ps. 91,10.
Ουδεμια βλαβη θελει συμβη εις τον δικαιον οι δε ασεβεις θελουσιν εμπλησθη κακων.
 En styggelse för HERREN äro lögnaktiga låppar,  men de som handla redligt behaga honom väl.Ords. 6,16 f. 11,20.
Ψευδη χειλη βδελυγμα εις τον Κυριον οι δε ποιουντες αληθειαν ειναι δεκτοι εις αυτον.
 En klok man döljer sin kunskap,  men dårars hjärtan ropa ut sitt oförnuft.Ords. 10,14 13,16.
Ο φρονιμος ανθρωπος καλυπτει γνωσιν η δε καρδια των αφρονων διακηρυττει μωριαν.
 De idogas hand kommer till välde,  men en lat hand måste göra trältjänst.Ords. 10,4. 13,4. 19,15.
Η χειρ των επιμελων θελει εξουσιαζει οι δε οκνηροι θελουσιν εισθαι υποτελεις.
 Sorg i en mans hjärta trycker det ned,  men ett vänligt ord skaffar det glädje.
Η λυπη εν τη καρδια του ανθρωπου ταπεινονει αυτην ο δε καλος λογος ευφραινει αυτην.
 Den rättfärdige visar sin vän till rätta,  men de ogudaktigas väg för dem själva vilse.
Ο δικαιος υπερεχει του πλησιον αυτου η δε οδος των ασεβων πλανα αυτους.
 Den late får icke upp något villebråd,  men idoghet är för människan en dyrbar skatt.
Ο οκνηρος δεν επιτυγχανει του θηραματος αυτου τα δε υπαρχοντα του επιμελους ανθρωπου ειναι πολυτιμα.
 På rättfärdighetens väg är liv,  och där dess stig går fram är frihet ifrån död.
Εν τη οδω της δικαιοσυνης ειναι ζωη και η πορεια της οδου αυτης δεν φερει εις θανατον.