Proverbs 13

 En vis son hör på sin faders tuktan,  men en bespottare hör icke på någon näpst.Ords. 10,17. 12,1. 15,5.
Ο σοφος υιος δεχεται την διδασκαλιαν του πατρος ο δε χλευαστης δεν ακουει ελεγχον.
 Sin muns frukt får envar njuta sig till godo,  de trolösa hungra efter våld.Ords. 12,14. 18,20.
Εκ των καρπων του στοματος αυτου ο ανθρωπος θελει φαγει αγαθα η δε ψυχη των ανομων αδικιαν.
 Den som bevakar sin mun, han bevarar sitt liv,  men den som är lösmunt kommer i olyckaOrds. 21,23. Syr. 28,26.
Ο φυλαττων το στομα αυτου διαφυλαττει την ζωην αυτου ο δε ανοιγων προπετως τα χειλη αυτου θελει απολεσθη.
 Den late är full av lystnad, och han får dock intet,  men de idogas hunger varder rikligen mättad.Ords. 10,4. 12,24,27. 19,15. 21,5.
Η ψυχη του οκνηρου επιθυμει και δεν εχει η δε ψυχη των επιμελων θελει χορτασθη.
 Den rättfärdige skyr lögnaktigt tal,  men den ogudaktige är förhatlig och skändlig.
Ο δικαιος μισει λογον ψευδη ο δε ασεβης καθισταται δυσωδης και ατιμος.
 Rättfärdighet bevarar den vilkens väg är ostrafflig,  men ogudaktighet kommer syndarna på fall.Ords. 11,6.
Η δικαιοσυνη φυλαττει τον τελειον την οδον η δε ασεβεια καταστρεφει τον αμαρτωλον.
 Den ene vill hållas för rik och har dock alls intet,  den andre vill hållas för fattig och har dock stora ägodelar.
Υπαρχει ανθρωπος οστις καμνει τον πλουσιον, και δεν εχει ουδεν και αλλος οστις καμνει τον πτωχον, και εχει πλουτον πολυν.
 Den rike måste giva sin rikedom såsom lösepenning för sitt liv,  den fattige hör icke av något
Το λυτρον της ψυχης του ανθρωπου ειναι ο πλουτος αυτου ο δε πτωχος δεν ακουει επιπληξιν.
 De rättfärdigas ljus brinner glatt,  men de ogudaktigas lampa slocknar ut.Job 18,5. Ps. 97,11. Ords. 20,20. 24,20.
Το φως των δικαιων ειναι φαιδρον ο δε λυχνος των ασεβων θελει σβεσθη.
 Genom övermod kommer man allenast split åstad,  men hos dem som taga emot råd är vishet.
Μονον απο της υπερηφανιας προερχεται η ερις η δε σοφια ειναι μετα των δεχομενων συμβουλας.
 Lättfånget gods försvinner,  men den som samlar efter hand får mycket.Ords. 20,21.
Τα εκ ματαιοτητος πλουτη θελουσιν ελαττωθη ο δε συναγων με την χειρα αυτου θελει αυξηνθη.
 Förlängd väntan tär på hjärtat,  men en uppfylld önskan är ett livets träd.Ps. 14,7.
Η ελπις αναβαλλομενη ατονιζει την καρδιαν το δε ποθουμενον, οταν ερχηται, ειναι δενδρον ζωης.
 Den som föraktar ordet hemfaller åt dess dom,  men den som fruktar budet, han får vedergällning.1 Sam. 2,30. Ords. 16,20. Joh. 12,48.
Ο καταφρονων τον λογον θελει αφανισθη ο δε φοβουμενος την εντολην, ουτος θελει ανταμειφθη.
 Den vises undervisning är en livets källa;  genom den undviker man dödens snaror.Ords. 10,11. 14,27. 18,4.
Ο νομος του σοφου ειναι πηγη ζωης, απομακρυνων απο παγιδων θανατου.
 Ett gott förstånd bereder ynnest,  men de trolösas väg är alltid sig lik.Ords. 12,8. Pred. 9,11.
Συνεσις αγαθη διδει χαριν η δε οδος των παρανομων φερει εις ολεθρον.
 Var och en som är klok går till väga med förstånd,  men dåren breder ut sitt oförnuft.Ords. 15,2.
Πας φρονιμος πραττει μετα γνωσεως ο δε αφρων ανακαλυπτει μωριαν.
 En ogudaktig budbärare störtar i olycka,  men ett tillförlitligt sändebud är en läkedom.Ords. 25,13.
Ο κακος μηνυτης πιπτει εις δυστυχιαν ο δε πιστος πρεσβυς ειναι ιασις.
 Fattigdom och skam får den som ej vill veta av tuktan,  men den som tager vara på tillrättavisning, han kommer till ära.Ords. 10,17.
Πτωχεια και αισχυνη θελουσιν εισθαι εις τον αποβαλλοντα την διδασκαλιαν ο δε φυλαττων τον ελεγχον θελει τιμηθη.
 Uppfylld önskan är ljuvlig för själen,  men att fly det onda är en styggelse för dårar.
Επιθυμια εκπληρωθεισα ευφραινει την ψυχην εις δε τους αφρονας ειναι βδελυρον να εκκλινωσιν απο του κακου.
 Hav din umgängelse med de visa, så varder du vis;  den som giver sig i sällskap med dårar, honom går det illa.Ords. 1,10.
Ο περιπατων μετα σοφων θελει εισθαι σοφος ο δε συντροφος των αφρονων θελει απολεσθη.
 Syndare förföljas av olycka,  men de rättfärdiga få till lön vad gott är.
Κακον παρακολουθει τους αμαρτωλους εις δε τους δικαιους θελει ανταποδοθη καλον.
 Den gode lämnar arv åt barnbarn,  men syndarens gods förvaras åt den rättfärdige.Job 27,18 f.
Ο αγαθος αφινει κληρονομιαν εις υιους υιων ο πλουτος δε του αμαρτωλου θησαυριζεται δια τον δικαιον.
 De fattigas nyodling giver riklig föda,  men mången förgås genom sin orättrådighet.
Πολλην τροφην διδει ο αγρος των πτωχων τινες δε δι ελλειψιν κρισεως αφανιζονται.
 Den som spar sitt ris, han hatar sin son,  men den som älskar honom agar honom i tid.Ords. 3,12. 19,18. 22,15. 23,13 f. 29,15. Syr. 30,1 f.
Ο φειδομενος της ραβδου αυτου μισει τον υιον αυτου αλλ ο αγαπων αυτον παιδευει αυτον εν καιρω.
 Den rättfärdige får äta, så att hans hunger bliver mättad,  men de ogudaktigas buk måste lida brist.Ords. 10,3.
Ο δικαιος τρωγει μεχρι χορτασμου της ψυχης αυτου η δε κοιλια των ασεβων θελει στερεισθαι.