Proverbs 7

 Min son, tag vara på mina ord,  och göm mina bud inom dig.
Υιε μου, φυλαττε τους λογους μου και ταμιευσον τας εντολας μου παρα σεαυτω.
 Håll mina bud, så får du leva,  och bevara min undervisning såsom din ögonsten.
Φυλαττε τας εντολας μου, και θελεις ζησει και τον νομον μου, ως την κορην των οφθαλμων σου.
 Bind dem vid dina fingrar,  skriv dem på ditt hjärtas tavla.2 Mos. 13,16. 5 Mos. 6,8. 11,18. Ords. 3,3. 6,21.
Δεσον αυτα επι τους δακτυλους σου, εγχαραξον αυτα επι την πλακα της καρδιας σου.
 Säg till visheten: »Du är min syster»,  och kalla förståndet din förtrogna,
Ειπε προς την σοφιαν; συ εισαι αδελφη μου και καλεσον την φρονησιν συγγενη σου
 så att de bevara dig för främmande kvinnor,  för din nästas hustru, som talar hala ord.Ords. 2,16. 5,3. 6,24.
δια να σε φυλαττωσιν απο ξενης γυναικος, απο αλλοτριας κολακευουσης δια των λογων αυτης.
 Ty ut genom fönstret i mitt hus,  fram genom gallret där blickade jag;
Επειδη απο του παραθυρου της οικιας μου εκυψα δια του δικτυωτου μου
 då såg jag bland de fåkunniga,  jag blev varse bland de unga en yngling utan förstånd.
και ειδον μεταξυ των αφρονων, παρετηρησα μεταξυ των νεανισκων, νεον ενδεη φρενων
 Han gick fram på gatan invid hörnet där hon bodde,  på vägen till hennes hus skred han fram,
οστις διεβαινε δια της πλατειας, πλησιον της γωνιας αυτης, και διηρχετο την οδον προς την οικιαν αυτης,
 skymningen, på aftonen av dagen,  nattens dunkel, när mörker råddeJoh. 3,20.
εν τω εσπερινω σκοτει της ημερας, εν τω σκοτασμω της νυκτος και τω γνοφω
 Se, då kom där en kvinna honom till mötes;  hennes dräkt var en skökas, och hennes hjärta illfundigt.
και ιδου, συναπαντα αυτον γυνη εχουσα σχημα πορνικον, και καρδιαν δολιοφρονα,
 Yster och lättsinnig var hon,  hennes fötter hade ingen ro i hennes hus.Ords. 9,13.
φλυαρος και αναιδης οι ποδες αυτης δεν μενουσιν εν τω οικω αυτης
 Än var hon på gatan, än var hon på torgen  vid vart gathörn stod hon på lur.
τωρα ειναι εξω, τωρα εν ταις πλατειαις, και ενεδρευει πλησιον πασης γωνιας.
 Hon tog nu honom fatt och kysste honom  och sade till honom med fräckhet i sin uppsyn:
Και πιανει αυτον και φιλει αυτον και με αναιδες προσωπον λεγει προς αυτον,
 »Tackoffer har jag haft att frambära;  i dag har jag fått infria mina löften.3 Mos. 3,1 f.
Εχω θυσιας ειρηνικας σημερον απεδωκα τας ευχας μου
 Därför gick jag ut till att möta dig  jag ville söka upp dig, och nu ha jag funnit dig.
δια τουτο εξηλθον εις απαντησιν σου, ποθουσα το προσωπον σου, και σε ευρηκα
 Jag har bäddat min säng med sköna täcken,  med brokigt linne från Egypten.
εστρωσα την κλινην μου με πεπλους, με ταπητας πεποικιλμενους, με νηματα της Αιγυπτου
 Jag har bestänkt min bädd med myrra,  med aloe och med kanel.
εθυμιασα την κλινην μου με σμυρναν, αλοην και κιναμωμον
 Kom, låt oss förnöja oss med kärlek intill morgonen,  och förlusta oss med varandra i älskog.
ελθε, ας μεθυσθωμεν απο ερωτος μεχρι της αυγης ας εντρυφησωμεν εις ερωτας
 Ty min man är nu icke hemma  han har rest en lång väg bort.
διοτι δεν ειναι ο ανηρ εν τη οικια αυτου, υπηγεν εις οδον μακραν
 Sin penningpung tog han med sig;  först vid fullmånstiden kommer han hem.»
ελαβε βαλαντιον αργυριου εν τη χειρι αυτου εν ωρισμενω καιρω θελει επανελθει εις την οικιαν αυτου.
 Så förleder hon honom med allahanda fagert tal;  genom sina läppars halhet förför hon honom.
Δια της πολλης αυτης τεχνης απεπλανησεν αυτον δια της κολακειας των χειλεων αυτης ειλκυσεν αυτον.
 Han följer efter henne med hast,  lik oxen som går för att slaktas,  och lik fången som föres bort till straffet för sin dårskap;
Ευθυς ακολουθει αυτην κατοπιν, καθως ο βους υπαγει εις την σφαγην, η καθως η ελαφος πηδα εις τον βροχον,
 ja, han följer, till dess pilen genomborrar hans lever,  lik fågeln som skyndar till snaran,  utan att förstå att det gäller dess liv.Ords. 5,4 f.
εωσου βελος διαπεραση το ηπαρ αυτης καθως το πτηνον σπευδει εις την παγιδα και δεν εξευρει οτι ειναι εναντιον της ζωης αυτου.
 Så hören mig nu, I barn,  och given akt på min muns tal.
Τωρα λοιπον ακουσατε μου, τεκνα, και προσεχετε εις τους λογους του στοματος μου.
 Låt icke ditt hjärta vika av till hennes vägar,  och förvilla dig ej in på hennes stigar.
Ας μη εκκλινη εις τας οδους αυτης η καρδια σου, μη παρεκτραπης εις τας τριβους αυτης.
 Ty många som ligga slagna äro fällda av henne,  och stor är hopen av dem hon har dräpt.
Διοτι πολλους εκαμε να πεσωσι πεπληγωμενοι, και δυνατοι ειναι οι φονευθεντες υπ αυτης.
 Genom hennes hus gå dödsrikets vägar,  de som föra nedåt till dödens kamrar.Ords. 2,18. 5,5. 9,18.
Οδοι αδου ειναι ο οικος αυτης, καταβαινουσαι εις τα ταμεια του θανατου.