Leviticus 11

Και ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην και προς τον Ααρων λεγων προς αυτους,
locutus est Dominus ad Mosen et Aaron dicens
Λαλησατε προς τους υιους Ισραηλ, λεγοντες, Ταυτα ειναι τα ζωα τα οποια θελετε τρωγει εκ παντων των κτηνων των επι της γης.
dicite filiis Israhel haec sunt animalia quae comedere debetis de cunctis animantibus terrae
Παν διχηλον μεταξυ των κτηνων εχον τον ποδα εσχισμενον και αναμασσων, τουτο θελετε τρωγει.
omne quod habet divisam ungulam et ruminat in pecoribus comedetis
Ταυτα ομως δεν θελετε τρωγει εκ των οσα αναμασσωσιν η εκ των οσα ειναι διχηλα την καμηλον, διοτι αναμασσα μεν, πλην δεν ειναι διχηλος ειναι ακαθαρτος εις εσας
quicquid autem ruminat quidem et habet ungulam sed non dividit eam sicut camelus et cetera non comedetis illud et inter inmunda reputabitis
και τον δασυποδα, διοτι αναμασσα μεν, πλην δεν ειναι διχηλος ειναι ακαθαρτος εις εσας
chyrogryllius qui ruminat ungulamque non dividit inmundus est
και τον λαγωον, διοτι αναμασσα μεν, πλην δεν ειναι διχηλος ειναι ακαθαρτος εις εσας
lepus quoque nam et ipse ruminat sed ungulam non dividit
και τον χοιρον, διοτι ειναι μεν διχηλος και εχει τον ποδα εσχισμενον, πλην δεν αναμασσα ειναι ακαθαρτος εις εσας
et sus qui cum ungulam dividat non ruminat
απο του κρεατος αυτων δεν θελετε τρωγει και το θνησιμαιον αυτων δεν θελετε εγγιζει ειναι ακαθαρτα εις εσας.
horum carnibus non vescemini nec cadavera contingetis quia inmunda sunt vobis
Ταυτα θελετε τρωγει εκ παντων των εν τοις υδασι παντα οσα εχουσι πτερα και λεπη, εν τοις υδασι, εν ταις θαλασσαις και εν τοις ποταμοις, ταυτα θελετε τρωγει.
haec sunt quae gignuntur in aquis et vesci licitum est omne quod habet pinnulas et squamas tam in mari quam in fluminibus et stagnis comedetis
Και παντα οσα δεν εχουσι πτερα και λεπη, εν ταις θαλασσαις και εν τοις ποταμοις, απο παντων οσα κινουνται εν τοις υδασι και απο παντος εμψυχου ζωου το οποιον ειναι εν τοις υδασι, θελουσιν εισθαι βδελυκτα εις εσας
quicquid autem pinnulas et squamas non habet eorum quae in aquis moventur et vivunt abominabile vobis
ταυτα εξαπαντος θελουσιν εισθαι βδελυκτα εις εσας απο του κρεατος αυτων δεν θελετε τρωγει και το θνησιμαιον αυτων θελετε βδελυττεσθαι.
et execrandum erit carnes eorum non comedetis et morticina vitabitis
Παντα οσα εν τοις υδασι δεν εχουσι πτερα ουτε λεπη, θελουσιν εισθαι βδελυκτα εις εσας.
cuncta quae non habent pinnulas et squamas in aquis polluta erunt
Ταυτα δε θελετε βδελυττεσθαι μεταξυ των πτηνων δεν θελουσι τρωγεσθαι ειναι βδελυκτα ο αετος, και ο γρυπαετος, και ο μελαναετος,
haec sunt quae de avibus comedere non debetis et vitanda sunt vobis aquilam et grypem et alietum
και ο γυψ, και ο ικτινος κατα το ειδος αυτου
milvum ac vulturem iuxta genus suum
πας κοραξ κατα το ειδος αυτου
et omne corvini generis in similitudinem suam
και η στρουθοκαμηλος, και η γλαυξ, και ο ιβις, και ο ιεραξ κατα το ειδος αυτου,
strutionem et noctuam et larum et accipitrem iuxta genus suum
και ο νυκτικοραξ, και η αιθυια, και η μεγαλη γλαυξ,
bubonem et mergulum et ibin
και ο κυκνος, και ο πελεκαν, και η κισσα,
cycnum et onocrotalum et porphirionem
και ο πελαργος, και ο ερωδιος κατα το ειδος αυτου, και ο εποψ, και η νυκτερις.
erodionem et charadrion iuxta genus suum opupam quoque et vespertilionem
Παντα τα πετωμενα ερπετα, τα οποια περιπατουσιν επι τεσσαρας ποδας, θελουσιν εισθαι βδελυκτα εις εσας.
omne de volucribus quod graditur super quattuor pedes abominabile erit vobis
Ταυτα ομως δυνασθε να τρωγητε απο παντος πετωμενου ερπετου, περιπατουντος επι τεσσαρας ποδας, τα οποια εχουσι σκελη οπισθεν των ποδων αυτων, δια να πηδωσι δι αυτων επι της γης
quicquid autem ambulat quidem super quattuor pedes sed habet longiora retro crura per quae salit super terram
ταυτα θελετε τρωγει εξ αυτων τον βρουχον κατα το ειδος αυτου και τον αττακην κατα το ειδος αυτου και τον οφιομαχον κατα το ειδος αυτου και την ακριδα κατα το ειδος αυτης.
comedere debetis ut est brucus in genere suo et attacus atque ophiomachus ac lucusta singula iuxta genus suum
Παντα δε τα πετωμενα ερπετα, εχοντα τεσσαρας ποδας, θελουσιν εισθαι βδελυκτα εις εσας.
quicquid autem ex volucribus quattuor tantum habet pedes execrabile erit vobis
Και εις ταυτα θελετε εισθαι ακαθαρτοι πας ο εγγιζων το θνησιμαιον αυτων θελει εισθαι ακαθαρτος εως εσπερας.
et quicumque morticina eorum tetigerit polluetur et erit inmundus usque ad vesperum
Και πας οστις βασταση απο του θνησιμαιον αυτων, θελει πλυνει τα ιματια αυτου και θελει εισθαι ακαθαρτος εως εσπερας.
et si necesse fuerit ut portet quippiam horum mortuum lavabit vestimenta sua et inmundus erit usque ad solis occasum
Εκ παντων των κτηνων, οσα ειναι διχηλα, πλην δεν ειναι ο πους αυτων εσχισμενος ουδε αναμασσωσι, θελουσιν εισθαι ακαθαρτα εις εσας πας ο εγγιζων αυτα θελει εισθαι ακαθαρτος.
omne animal quod habet quidem ungulam sed non dividit eam nec ruminat inmundum erit et quicquid tetigerit illud contaminabitur
Και οσα περιπατουσιν επι τας παλαμας αυτων, μεταξυ παντων των ζωων των περιπατουντων επι τεσσαρας ποδας, θελουσιν εισθαι ακαθαρτα εις εσας πας ο εγγιζων το θνησιμαιον αυτων θελει εισθαι ακαθαρτος εως εσπερας.
quod ambulat super manus ex cunctis animantibus quae incedunt quadrupedia inmundum erit qui tetigerit morticina eorum polluetur usque ad vesperum
Και οστις βασταση το θνησιμαιον αυτων, θελει πλυνει τα ιματια αυτου και θελει εισθαι ακαθαρτος εως εσπερας ταυτα θελουσιν εισθαι ακαθαρτα εις εσας.
et qui portaverit huiuscemodi cadavera lavabit vestimenta sua et inmundus erit usque ad vesperum quia omnia haec inmunda sunt vobis
Και ταυτα θελουσιν εισθαι ακαθαρτα εις εσας μεταξυ των ερπετων των ερποντων επι της γης η γαλη και ο ποντικος, και η χελωνη κατα το ειδος αυτης
hoc quoque inter polluta reputabitur de his quae moventur in terra mustela et mus et corcodillus singula iuxta genus suum
και ο ακανθοχοιρος, και ο χαμαιλεων, και η σαυρα, και ο σαμιαμιθος, και ο ασπαλαξ.
migale et cameleon et stelio ac lacerta et talpa
Ταυτα ειναι ακαθαρτα εις εσας μεταξυ παντων των ερπετων πας ο εγγιζων αυτα τεθνεωτα, θελει εισθαι ακαθαρτος εως εσπερας.
omnia haec inmunda sunt qui tetigerit morticina eorum inmundus erit usque ad vesperum
Και παν πραγμα επι του οποιου ηθελε πεσει τι εκ τουτων τεθνεωτων θελει εισθαι ακαθαρτον παν αγγειον ξυλινον η ιματιον η δερμα η σακκος η οποιονδηποτε αγγειον, εις το οποιον γινεται εργασια, θελει εμβληθη εις υδωρ και θελει εισθαι ακαθαρτον εως εσπερας τοτε θελει εισθαι καθαρον
et super quod ceciderit quicquam de morticinis eorum polluetur tam vas ligneum et vestimentum quam pelles et cilicia et in quocumque fit opus tinguentur aqua et polluta erunt usque ad vesperum et sic postea mundabuntur
και παν αγγειον πηλινον, εις το οποιον εμπεση τι εκ τουτων, παν ο, τι ειναι εντος αυτου θελει εισθαι ακαθαρτον αυτο δε θελετε συντριψει
vas autem fictile in quo horum quicquam intro ceciderit polluetur et idcirco frangendum est
απο παντος φαγητου εσθιωμενου, εις το οποιον εμβαινει υδωρ, θελει εισθαι ακαθαρτον και παν ποτον πινομενον εν οποιωδηποτε αγγειω, θελει εισθαι ακαθαρτον.
omnis cibus quem comeditis si fusa fuerit super eum aqua inmundus erit et omne liquens quod bibitur de universo vase inmundum erit
Και παν πραγμα επι το οποιον πεση απο του θνησιμαιου αυτων, θελει εισθαι ακαθαρτον κλιβανος ειτε εστια θελουσι κρημνισθη ειναι ακαθαρτα και ακαθαρτα θελουσιν εισθαι εις εσας.
et quicquid de morticinis istiusmodi ceciderit super illud inmundum erit sive clibani sive cytropodes destruentur et inmundi erunt
Πηγη ομως η λακκος, συναξις υδατων, θελει εισθαι καθαρον πλην ο, τι εγγιση το θνησιμαιον αυτων, θελει εισθαι ακαθαρτον.
fontes vero et cisternae et omnis aquarum congregatio munda erit qui morticinum eorum tetigerit polluetur
Και εαν πεση απο του θνησιμαιου αυτων επι τι σπερμα σποριμον, το οποιον μελλει να σπαρθη, καθαρον θελει εισθαι.
si ceciderint super sementem non polluent eam
Εαν δε επιχυθη υδωρ επι του σπερματος και πεση απο του θνησιμαιου αυτων επ αυτο, ακαθαρτον θελει εισθαι εις εσας.
sin autem quispiam aqua sementem perfuderit et postea morticinis tacta fuerit ilico polluetur
Και εαν αποθανη τι εκ των κτηνων τα οποια δυνασθε να τρωγητε, οστις εγγιση το θνησιμαιον αυτου, θελει εισθαι ακαθαρτος εως εσπερας.
si mortuum fuerit animal quod licet vobis comedere qui cadaver eius tetigerit inmundus erit usque ad vesperum
Και οστις φαγη απο του θνησιμαιου αυτου, θελει πλυνει τα ιματια αυτου και θελει εισθαι ακαθαρτος εως εσπερας και οστις βασταση το θνησιμαιον αυτου, θελει πλυνει τα ιματια αυτου και θελει εισθαι ακαθαρτος εως εσπερας.
et qui comederit ex eo quippiam sive portaverit lavabit vestimenta sua et inmundus erit usque ad vesperum
Και παν ερπετον, ερπον επι της γης, θελει εισθαι βδελυγμα δεν θελει τρωγεσθαι.
omne quod reptat super terram abominabile erit nec adsumetur in cibum
Παν ο, τι περιπατει επι της κοιλιας και παν ο, τι περιπατει επι τεσσαρας ποδας η παν το εχον πολλους ποδας, μεταξυ παντων των ερπετων των ερποντων επι της γης, ταυτα δεν θελετε τρωγει, διοτι ειναι βδελυγμα.
quicquid super pectus quadrupes graditur et multos habet pedes sive per humum trahitur non comedetis quia abominabile est
Δεν θελετε καμει βδελυκτας τας ψυχας σας δι ουδενος ερπετου ερποντος ουδε θελετε μιανθη δι αυτων, ωστε να γεινητε ακαθαρτοι δι αυτων.
nolite contaminare animas vestras nec tangatis quicquam eorum ne inmundi sitis
Διοτι εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας θελετε λοιπον αγιασθη και θελετε εισθαι αγιοι, διοτι αγιος ειμαι εγω και δεν θελετε μιανει τας ψυχας σας δι ουδενος ερπετου ερποντος επι της γης.
ego enim sum Dominus Deus vester sancti estote quoniam et ego sanctus sum ne polluatis animas vestras in omni reptili quod movetur super terram
Διοτι εγω ειμαι ο Κυριος, οστις σας ανεβιβασα εκ γης Αιγυπτου, δια να ημαι Θεος σας θελετε λοιπον εισθαι αγιοι, διοτι αγιος ειμαι εγω.
ego sum Dominus qui eduxi vos de terra Aegypti ut essem vobis in Deum sancti eritis quia et ego sanctus sum
Ουτος ειναι ο νομος περι των κτηνων και περι των πτηνων και περι παντος εμψυχου οντος κινουμενου εν τοις υδασι και περι παντος οντος ερποντος επι της γης
ista est lex animantium et volucrum et omnis animae viventis quae movetur in aqua et reptat in terra
δια να διακρινητε μεταξυ του ακαθαρτου και του καθαρου και μεταξυ των ζωων τα οποια τρωγονται των ζωων και οποια δεν τρωγονται.
ut differentias noveritis mundi et inmundi et sciatis quid comedere et quid respuere debeatis