Psalms 102

Молитва вбогого, коли він слабне та перед Господнім лицем виливає мову свою.
Προσευχη του τεθλιμμενου, οταν αδημονη, και εκχεη το παραπονον αυτου ενωπιον του Κυριου. Κυριε, εισακουσον της προσευχης μου, και η κραυγη μου ας ελθη προς σε.
Господи, вислухай молитву мою, і благання моє нехай дійде до Тебе!
Μη κρυψης το προσωπον σου απ εμου καθ ην ημεραν θλιβομαι, κλινον προς εμε το ωτιον σου καθ ην ημεραν σε επικαλουμαι, ταχεως επακουε μου.
Не ховай від мене обличчя Свого, в день недолі моєї схили Своє ухо до мене, в день благання озвися небавом до мене!
Διοτι εξελιπον ως καπνος αι ημεραι μου, και τα οστα μου ως φρυγανον κατεξηρανθησαν.
Бо минають, як дим, мої дні, а кості мої немов висохли в огнищі...
Επληγωθη η καρδια μου και εξηρανθη ως χορτος, ωστε ελησμονησα να τρωγω τον αρτον μου.
Як трава та побите та висохло серце моє, так що я забував їсти хліб свій...
Απο φωνης του στεναγμου μου εκολληθησαν τα οστα μου εις το δερμα μου.
Від зойку стогнання мого прилипли до тіла мого мої кості...
Κατεσταθην ομοιος του ερημικου πελεκανος εγεινα ως νυκτοκοραξ εν ταις ερημοις.
Уподобився я пеликанові пустині, я став, як той пугач руїн!
Αγρυπνω και ειμαι ως στρουθιον μοναζον επι δωματος.
Я безсонний, і став, немов пташка самотня на дасі...
Ολην την ημεραν με ονειδιζουσιν οι εχθροι μου οι μαινομενοι ομνυουσι κατ εμου.
Увесь день ображають мене вороги мої, ті, хто з мене кепкує, заприсяглись проти мене!
Διοτι εφαγον στακτην ως αρτον και συνεκερασα με δακρυα το ποτον μου,
і попіл я їм, немов хліб, а напої свої із плачем перемішую,
Εξ αιτιας της οργης σου και της αγανακτησεως σου διοτι σηκωσας με ερριψας κατω.
через гнів Твій та лютість Твою, бо підняв був мене Ти та й кинув мене...
Αι ημεραι μου παρερχονται ως σκια, και εγω εξηρανθην ως χορτος.
Мої дні як похилена тінь, а я сохну, немов та трава!
Συ δε, Κυριε, εις τον αιωνα διαμενεις, και το μνημοσυνον σου εις γενεαν και γενεαν.
А Ти, Господи, будеш повік пробувати, а пам'ять Твоя з роду в рід.
Συ θελεις σηκωθη, θελεις σπλαγχνισθη την Σιων διοτι ειναι καιρος να ελεησης αυτην, διοτι ο διωρισμενος καιρος εφθασεν.
Ти встанеш та змилуєшся над Сіоном, бо час учинити йому милосердя, бо прийшов речінець,
Επειδη οι δουλοι σου αρεσκονται εις τους λιθους αυτης και σπλαγχνιζονται το χωμα αυτης.
бо раби Твої покохали й каміння його, і порох його полюбили!
Τοτε τα εθνη θελουσι φοβηθη το ονομα του Κυριου, και παντες οι βασιλεις της γης την δοξαν σου.
і будуть боятись народи Господнього Ймення, а всі земні царі слави Твоєї.
Οταν ο Κυριος οικοδομηση την Σιων θελει φανη εν τη δοξα αυτου.
Бо Господь побудує Сіона, появиться в славі Своїй.
Θελει επιβλεψει επι την προσευχην των εγκαταλελειμμενων και δεν θελει καταφρονησει την δεησιν αυτων.
До молитви забутих звернеться Він, і молитви їхньої не осоромить.
Τουτο θελει γραφθη δια την γενεαν την επερχομενην και ο λαος, οστις θελει δημιουργηθη, θελει αινει τον Κυριον.
Запишеться це поколінню майбутньому, і народ, який створений буде, хвалитиме Господа,
Διοτι εκυψεν εκ του υψους του αγιαστηριου αυτου, εξ ουρανου επεβλεψεν ο Κυριος επι την γην,
бо споглянув Він із високости святої Своєї, Господь зорив на землю з небес,
δια να ακουση τον στεναγμον των δεσμιων, δια να λυση τους καταδεδικασμενους εις θανατον
щоб почути зідхання ув'язненого, щоб на смерть прирокованих визволити,
δια να κηρυττωσιν εν Σιων το ονομα του Κυριου και την αινεσιν αυτου εν Ιερουσαλημ,
щоб розповідати про Ймення Господнє в Сіоні, а в Єрусалимі про славу Його,
οταν συναχθωσιν ομου οι λαοι και αι βασιλειαι, δια να δουλευσωσι τον Κυριον.
коли разом зберуться народи й держави служити Господеві.
Ηδυνατισεν εν τη οδω την ισχυν μου συνετεμε τας ημερας μου.
Мою силу в дорозі Він виснажив, дні мої скоротив...
Εγω ειπα, μη με αρπασης, Θεε μου, εν τω ημισει των ημερων μου τα ετη σου ειναι εις γενεας γενεων.
Я кажу: Боже мій, не бери Ти мене в половині днів моїх! Твої роки на вічні віки.
Κατ αρχας συ, Κυριε, την γην εθεμελιωσας, και εργα των χειρων σου ειναι οι ουρανοι.
Колись землю Ти був заклав, а небо то чин Твоїх рук,
Αυτοι θελουσιν απολεσθη, συ δε διαμενεις και παντες ως ιματιον θελουσι παλαιωθη ως περιενδυμα θελεις τυλιξει αυτους, και θελουσιν αλλαχθη
позникають вони, а Ти будеш стояти... і всі вони, як одежа, загинуть, Ти їх зміниш, немов те вбрання, і минуться вони...
συ ομως εισαι ο αυτος, και τα ετη σου δεν θελουσιν εκλειψει.
Ти ж Той Самий, а роки Твої не закінчаться! Сини Твоїх рабів будуть жити, а їхнє насіння стоятиме міцно перед обличчям Твоїм!
Οι υιοι των δουλων σου θελουσι κατοικει, και το σπερμα αυτων θελει διαμενει ενωπιον σου.