Psalms 72

Av Salomo.  Gud, giv åt konungen dina rätter      och din rättfärdighet åt konungasonen.
Ψαλμος δια τον Σολομωντα. Θεε, δος την κρισιν σου εις τον βασιλεα και την δικαιοσυνην σου εις τον υιον του βασιλεως
 Han döme ditt folk med rättfärdighet      och dina betryckta med rätt.
Δια να κρινη τον λαον σου εν δικαιοσυνη και τους πτωχους σου εν κρισει.
 Bergen bäre frid åt folket,      så ock höjderna, genom rättfärdighet.
Τα ορη θελουσι φερει ειρηνην εις τον λαον και οι λοφοι δικαιοσυνην.
 Han skaffe rätt åt de betryckta i folket,  han frälse de fattiga      och krosse förtryckaren.
Θελει κρινει τους πτωχους του λαου θελει σωσει τους υιους των πενητων και συντριψει τον καταδυναστευοντα.
 Dig frukte man, så länge solen varar,      och så länge månen skiner,      från släkte till släkte.
Θελουσι σε φοβεισθαι ενοσω διαμενει ο ηλιος και η σεληνη, εις γενεας γενεων.
 Han vare lik regnet som faller på ängen,  lik en regnskur som vattnar jorden.
Θελει καταβη ως βροχη επι θερισμενον λειβαδιον ως ρανιδες σταλαζουσαι επι την γην.
 I hans dagar blomstre den rättfärdige,  och stor frid råde,      till dess ingen måne mer finnes.
Εν ταις ημεραις αυτου θελει ανθει ο δικαιος και αφθονια ειρηνης θελει εισθαι εωσου μη υπαρξη η σεληνη.
 Må han härska från hav till hav  och ifrån floden intill jordens ändar.
Και θελει κατακυριευει απο θαλασσης εως θαλασσης και απο του ποταμου εως των περατων της γης.
 För honom buge sig öknens inbyggare,  och hans fiender slicke stoftet.
Εμπροσθεν αυτου θελουσι γονυκλιτησει οι κατοικουντες εν ερημοις, και οι εχθροι αυτου θελουσι γλειψει το χωμα.
 Konungarna från Tarsis och havsländerna      hembäre skänker,  konungarna av Saba och Seba      bäre fram gåvor.
Οι βασιλεις της Θαρσεις και των νησων θελουσι προσφερει προσφορας οι βασιλεις της Αραβιας και της Σεβα θελουσι προσφερει δωρα.
 Ja, alla konungar falle ned för honom,      alla hedningar tjäne honom.
Και θελουσι προσκυνησει αυτον παντες οι βασιλεις παντα τα εθνη θελουσι δουλευσει αυτον.
 Ty han skall rädda den fattige som ropar  och den betryckte och den som ingen hjälpare har.
Διοτι θελει ελευθερωσει τον πτωχον κραζοντα και τον πενητα και τον αβοηθητον.
 Han skall vara mild mot den arme och fattige;  de fattigas själar skall han frälsa.
Θελει ελεησει τον πτωχον και τον πενητα και τας ψυχας των πενητων θελει σωσει.
 Ifrån förtryck och våld skall han förlossa deras själ,  och deras blod skall aktas dyrt i hans ögon.
Εκ δολου και εξ αδικιας θελει λυτρονει τας ψυχας αυτων και πολυτιμον θελει εισθαι το αιμα αυτων εις τους οφθαλμους αυτου.
 Må han leva; må man föra till honom      guld från Saba.  Ständigt bedje man för honom,      alltid välsigne man honom.
Και θελει ζη, και θελει δοθη εις αυτον απο του χρυσιου της Αραβιας, και θελει γινεσθαι παντοτε προσευχη υπερ αυτου ολην την ημεραν θελουσιν ευλογει αυτον.
 Ymnigt växe säden i landet,      ända till bergens topp;  dess frukt må susa      likasom Libanons skog;  och folk blomstre upp i städerna      såsom örter på marken.
Δραξ σιτου εαν υπαρχη εν τη γη επι των κορυφων των ορεων, ο καρπος αυτου θελει σειεσθαι ως ο Λιβανος και οι κατοικοι εν τη πολει θελουσιν εξανθησει ως ο χορτος της γης.
 Hans namn förblive evinnerligen;  så länge solen skiner, fortplante sig hans namn.  Och i honom välsigne man sig;      alla hedningar prise honom säll.
Το ονομα αυτου θελει διαμενει εις τον αιωνα το ονομα αυτου θελει διαρκει ενοσω διαμενει ο ηλιος και οι ανθρωποι θελουσιν ευλογεισθαι εν αυτω παντα τα εθνη θελουσι μακαριζει αυτον.
Lovad vare HERREN Gud, Israels Gud, som allena gör under!
Ευλογητος Κυριος ο Θεος, ο Θεος του Ισραηλ, οστις μονος καμνει θαυμασια
Och lovat vare hans härliga namn evinnerligen, och hela jorden vare full av hans ära! Amen, Amen.
και ευλογημενον το ενδοξον ονομα αυτου εις τον αιωνα και ας πληρωθη απο της δοξης αυτου η πασα γη. Αμην, και αμην.
Slut på Davids, Isais sons, böner.           Den frommes tröst vid de ogudaktigas                          lycka.
Ετελειωσαν αι προσευχαι του Δαβιδ υιου του Ιεσσαι.