Deuteronomy 28

Και εαν υπακουης επιμελως εις την φωνην Κυριου του Θεου σου, δια να προσεχης να καμνης πασας τας εντολας αυτου, τας οποιας εγω προσταζω εις σε σημερον, θελει σε υψωσει Κυριος ο Θεος σου υπερανω παντων των εθνων της γης
sin autem audieris vocem Domini Dei tui ut facias atque custodias omnia mandata eius quae ego praecipio tibi hodie faciet te Dominus Deus tuus excelsiorem cunctis gentibus quae versantur in terra
και θελουσιν ελθει επι σε πασαι αι ευλογιαι αυται και θελουσι σε ευρει, εαν υπακουσης εις την φωνην Κυριου του Θεου σου.
venientque super te universae benedictiones istae et adprehendent te si tamen praecepta eius audieris
Ευλογημενος θελεις εισθαι εν τη πολει και ευλογημενος θελεις εισθαι εν τω αγρω.
benedictus tu in civitate et benedictus in agro
Ευλογημενος ο καρπος της κοιλιας σου και ο καρπος της γης σου και ο καρπος των κτηνων σου, αι αγελαι των βοων σου και τα ποιμνια των προβατων σου.
benedictus fructus ventris tui et fructus terrae tuae fructusque iumentorum tuorum greges armentorum et caulae ovium tuarum
Ευλογημενον το καλαθιον σου και η σκαφη σου.
benedicta horrea tua et benedictae reliquiae tuae
Ευλογημενος θελεις εισθαι οταν εισερχησαι, και ευλογημενος θελεις εισθαι οταν εξερχησαι.
benedictus eris et ingrediens et egrediens
Τους εχθρους σου, τους επανισταμενους επι σε, ο Κυριος θελει καμει αυτους να συντριφθωσιν εμπροσθεν σου απο μιας οδου θελουσιν εξελθει επι σε, και απο επτα οδων θελουσι φυγει απο προσωπου σου.
dabit Dominus inimicos tuos qui consurgunt adversum te corruentes in conspectu tuo per unam viam venient contra te et per septem fugient a facie tua
Ο Κυριος θελει εξαποστελλει επι σε την ευλογιαν εις τας αποθηκας σου και εις παντα οσα επιβαλης την χειρα σου και θελει σε ευλογησει επι της γης την οποιαν Κυριος ο Θεος σου διδει εις σε.
emittet Dominus benedictionem super cellaria tua et super omnia opera manuum tuarum benedicetque tibi in terra quam acceperis
Ο Κυριος θελει σε καταστησει εις εαυτον λαον αγιον, καθως ωμοσε προς σε, εαν φυλαττης τας εντολας Κυριου του Θεου σου, και περιπατης εις τας οδους αυτου.
suscitabit te Dominus sibi in populum sanctum sicut iuravit tibi si custodieris mandata Domini Dei tui et ambulaveris in viis eius
Και παντες οι λαοι της γης θελουσιν ιδει, οτι το ονομα του Κυριου επικεκληται επι σε, και θελουσι τρομαζει απο σου.
videbuntque omnes terrarum populi quod nomen Domini invocatum sit super te et timebunt te
Και ο Κυριος θελει σε πληθυνει εις αγαθα, εις τον καρπον της κοιλιας σου και εις τον καρπον των κτηνων σου και εις τα γεννηματα της γης σου, επι της γης την οποιαν ωμοσε Κυριος προς τους πατερας σου να δωση εις σε.
abundare te faciet Dominus omnibus bonis fructu uteri tui et fructu iumentorum tuorum fructu terrae tuae quam iuravit Dominus patribus tuis ut daret tibi
Ο Κυριος θελει ανοιξει εις σε τον αγαθον θησαυρον αυτου, τον ουρανον, δια να διδη βροχην εις την γην σου κατα τον καιρον αυτης, και δια να ευλογη παντα τα εργα των χειρων σου και θελεις δανειζει εις πολλα εθνη, συ δε δεν θελεις δανειζεσθαι.
aperiet Dominus thesaurum suum optimum caelum ut tribuat pluviam terrae tuae in tempore suo benedicet cunctis operibus manuum tuarum et fenerabis gentibus multis et ipse a nullo fenus accipies
Και θελει σε καταστησει ο Κυριος κεφαλην και ουχι ουραν και θελεις εισθαι μονον υπερανω και δεν θελεις εισθαι υποκατω εαν υπακουσης εις τας εντολας Κυριου του Θεου σου, τας οποιας εγω προσταζω εις σε σημερον, να φυλαττης και να εκτελης
constituet te Dominus in caput et non in caudam et eris semper supra et non subter si audieris mandata Domini Dei tui quae ego praecipio tibi hodie et custodieris et feceris
και δεν θελεις εκκλινει απο παντων των λογων, τους οποιους εγω προσταζω εις εσας σημερον, δεξια η αριστερα, δια να υπαγης κατοπιν αλλων θεων δια να λατρευσης αυτους.
ac non declinaveris ab eis nec ad dextram nec ad sinistram nec secutus fueris deos alienos neque colueris eos
Αλλ εαν δεν υπακουσης εις την φωνην Κυριου του Θεου σου, δια να προσεχης να εκτελης πασας τας εντολας αυτου και τα διαταγματα αυτου, τα οποια εγω προσταζω εις σε σημερον, πασαι αι καταραι αυται θελουσιν ελθει επι σε και θελουσι σε ευρει.
quod si audire nolueris vocem Domini Dei tui ut custodias et facias omnia mandata eius et caerimonias quas ego praecipio tibi hodie venient super te omnes maledictiones istae et adprehendent te
Κατηραμενος θελεις εισθαι εν τη πολει, και κατηραμενος θελεις εισθαι εν τω αγρω.
maledictus eris in civitate maledictus in agro
Κατηραμενον το καλαθιον σου και η σκαφη σου.
maledictum horreum tuum et maledictae reliquiae tuae
Κατηραμενος ο καρπος της κοιλιας σου και τα γεννηματα της γης σου, αι αγελαι των βοων σου και τα ποιμνια των προβατων σου.
maledictus fructus ventris tui et fructus terrae tuae armenta boum tuorum et greges ovium tuarum
Κατηραμενος θελεις εισθαι οταν εισερχησαι, και κατηραμενος θελεις εισθαι οταν εξερχησαι.
maledictus eris ingrediens et maledictus egrediens
Ο Κυριος θελει εξαποστειλει επι σε την καταραν, την θλιψιν και την φθοραν, εις παντα οσα επιβαλης την χειρα σου δια να πραξης, εωσου εξολοθρευθης και εωσου αφανισθης ταχεως, δια την πονηριαν των εργων σου, διοτι εγκατελιπες εμε.
mittet Dominus super te famem et esuriem et increpationem in omnia opera tua quae facies donec conterat te et perdat velociter propter adinventiones tuas pessimas in quibus reliquisti me
Ο Κυριος θελει προσκολλησει εις σε το θανατικον, εωσου σε εξολοθρευση απο της γης, οπου υπαγεις να κληρονομησης αυτην.
adiungat Dominus tibi pestilentiam donec consumat te de terra ad quam ingredieris possidendam
Ο Κυριος θελει σε παταξει με μαρασμον και με πυρετον και με ριγος και με φλογωσιν και με μαχαιραν και με ανεμοφθοριαν και με ερυσιβην και θελουσι σε καταδιωκει εωσου αφανισθης.
percutiat te Dominus egestate febri et frigore ardore et aestu et aere corrupto ac robigine et persequatur donec pereas
Και ο ουρανος σου ο υπερανω της κεφαλης σου θελει εισθαι χαλκος, και η γη η υποκατω σου σιδηρος.
sit caelum quod supra te est aeneum et terra quam calcas ferrea
Ο Κυριος θελει δωσει την βροχην της γης σου κονιορτον και χωμα εκ του ουρανου θελει καταβαινει επι σε, εωσου εξολοθρευθης.
det Dominus imbrem terrae tuae pulverem et de caelo descendat super te cinis donec conteraris
Ο Κυριος θελει σε καμει να συντριφθης εμπροσθεν των εχθρων σου απο μιας οδου θελεις εξελθει επ αυτους, και απο επτα οδων θελεις φυγει απο προσωπου αυτων και θελεις διασκορπισθη εις παντα τα βασιλεια της γης.
tradat te Dominus corruentem ante hostes tuos per unam viam egrediaris contra eos et per septem fugias et dispergaris per omnia regna terrae
Και το πτωμα σου θελει εισθαι τροφη εις παντα τα ορνεα του ουρανου και εις τα θηρια της γης, και δεν θελει εισθαι ο αποδιωκων.
sitque cadaver tuum in escam cunctis volatilibus caeli et bestiis terrae et non sit qui abigat
Ο Κυριος θελει σε παταξει με την Αιγυπτιακην πληγην και με αιμορροιδας και με ψωραν και με ξυσμον, ωστε να μη δυνασαι να ιατρευθης.
percutiat te Dominus ulcere Aegypti et parte corporis per quam stercora digeruntur scabie quoque et prurigine ita ut curari nequeas
Ο Κυριος θελει σε παταξει με αφροσυνην και με τυφλωσιν και με εκστασιν καρδιας
percutiat te Dominus amentia et caecitate ac furore mentis
και θελεις ψηλαφα εν τω μεσω της ημερας, ως ο τυφλος ψηλαφα εν τω σκοτει, και δεν θελεις ευοδουσθαι εις τας οδους σου και θελεις εισθαι μονον καταδυναστευομενος και διαρπαζομενος πασας τας ημερας, και δεν θελει εισθαι ο σωζων.
et palpes in meridie sicut palpare solet caecus in tenebris et non dirigas vias tuas omnique tempore calumniam sustineas et opprimaris violentia nec habeas qui liberet te
Θελεις αρραβωνισθη γυναικα, και αλλος ανηρ θελει κοιμηθη μετ αυτης οικιαν θελεις οικοδομησει, και δεν θελεις κατοικησει εν αυτη αμπελωνα θελεις φυτευσει, και δεν θελεις τρυγησει αυτον.
uxorem accipias et alius dormiat cum ea domum aedifices et non habites in ea plantes vineam et non vindemies eam
Ο βους σου θελει εισθαι εσφαγμενος ενωπιον σου, και δεν θελεις φαγει εξ αυτου ο ονος σου θελει αρπαχθη απ εμπροσθεν σου και δεν θελει αποδοθη εις σε τα προβατα σου θελουσι παραδοθη εις τους εχθρους σου, και δεν θελει εισθαι εις σε ο σωζων.
bos tuus immoletur coram te et non comedas ex eo asinus tuus rapiatur in conspectu tuo et non reddatur tibi oves tuae dentur inimicis tuis et non sit qui te adiuvet
Οι υιοι σου και αι θυγατερες σου θελουσι παραδοθη εις αλλον λαον, και οι οφθαλμοι σου θελουσι βλεπει και μαραινεσθαι δι αυτους ολην την ημεραν και δεν θελει εισθαι δυναμις εν τη χειρι σου.
filii tui et filiae tuae tradantur alteri populo videntibus oculis tuis et deficientibus ad conspectum eorum tota die et non sit fortitudo in manu tua
Τον καρπον της γης σου και παντας τους κοπους σου θελει φαγει εθνος το οποιον δεν γνωριζεις και θελεις εισθαι μονον καταδυναστευομενος και καταπατουμενος πασας τας ημερας.
fructus terrae tuae et omnes labores tuos comedat populus quem ignoras et sis semper calumniam sustinens et oppressus cunctis diebus
Και θελεις γεινει παραφρων δια τα θεαματα των οφθαλμων σου, τα οποια θελεις ιδει.
et stupens ad terrorem eorum quae videbunt oculi tui
Ο Κυριος θελει σε παταξει εις τα γονατα και εις τα σκελη με πληγην κακην, ωστε να μη δυνασαι να ιατρευθης απο του ιχνους των ποδων σου εως της κορυφης σου.
percutiat te Dominus ulcere pessimo in genibus et in suris sanarique non possis a planta pedis usque ad verticem tuum
Ο Κυριος θελει φερει σε και τον βασιλεα σου οντινα καταστησης επι σε, εις εθνος το οποιον δεν εγνωρισας, συ, ουδε οι πατερες σου και εκει θελεις λατρευσει αλλους θεους, ξυλα και λιθους.
ducet Dominus te et regem tuum quem constitueris super te in gentem quam ignoras tu et patres tui et servies ibi diis alienis ligno et lapidi
Και θελεις εισθαι εις εκπληξιν, εις παροιμιαν και εις διηγημα μεταξυ παντων των εθνων, οπου εν σε φερη ο Κυριος.
et eris perditus in proverbium ac fabulam omnibus populis ad quos te introduxerit Dominus
Σπορον πολυν θελεις φερει εις τον αγρον, και ολιγον θελεις συναξει διοτι θελει καταφαγει αυτον η ακρις.
sementem multam iacies in terram et modicum congregabis quia lucustae omnia devorabunt
Αμπελωνας θελεις φυτευσει και καλλιεργησει, και οινον δεν θελεις πιει ουδε θελεις τρυγησει διοτι ο σκωληξ θελει καταφαγει αυτους.
vineam plantabis et fodies et vinum non bibes nec colliges ex ea quippiam quoniam vastabitur vermibus
Ελαιας θελεις εχει εις παντα τα ορια σου, και με ελαιον δεν θελεις χρισθη διοτι αι ελαιαι σου θελουσιν αποβαλει τον καρπον.
olivas habebis in omnibus terminis tuis et non ungueris oleo quia defluent et peribunt
Υιους και θυγατερας θελεις γεννησει, και δεν θελουσιν εισθαι σου διοτι θελουσιν υπαγει εις αιχμαλωσιαν.
filios generabis et filias et non frueris eis quoniam ducentur in captivitatem
Παντα τα δενδρα σου και τον καρπον της γης σου θελει καταφθειρει ο βρουχος.
omnes arbores tuas et fruges terrae tuae robigo consumet
Ο ξενος, ο εν τω μεσω σου, θελει αναβαινει υπερανω σου, ανω ανω, συ δε θελεις καταβαινει κατω κατω.
advena qui tecum versatur in terra ascendet super te eritque sublimior tu autem descendes et eris inferior
Εκεινος θελει δανειζει εις σε, συ δε δεν θελεις δανειζει εις αυτον αυτος θελει εισθαι κεφαλη, και συ θελεις εισθαι ουρα.
ipse fenerabit tibi et tu non fenerabis ei ipse erit in caput et tu eris in caudam
Και θελουσιν ελθει επι σε πασαι αι καταραι αυται, και θελουσι σε καταδιωξει και σε ευρει, εωσου εξολοθρευθης διοτι δεν υπηκουσας εις την φωνην Κυριου του Θεου σου, δια να φυλαττης τας εντολας αυτου και τα διαταγματα αυτου, τα οποια προσεταξεν εις σε.
et venient super te omnes maledictiones istae et persequentes adprehendent te donec intereas quia non audisti vocem Domini Dei tui nec servasti mandata eius et caerimonias quas praecepit tibi
Και ταυτα θελουσιν εισθαι επι σε και επι το σπερμα σου, εις σημειον και τερας διαπαντος.
et erunt in te signa atque prodigia et in semine tuo usque in sempiternum
Επειδη δεν ελατρευσας Κυριον τον Θεον σου εν ευφροσυνη και εν αγαθοτητι καρδιας, δια την αφθονιαν παντων
eo quod non servieris Domino Deo tuo in gaudio cordisque laetitia propter rerum omnium abundantiam
δια τουτο θελεις δουλευσει τους εχθρους σου, τους οποιους ο Κυριος θελει εξαποστειλει επι σε, με πειναν και με διψαν και με γυμνοτητα και με ελλειψιν παντων και θελει βαλει επι τον τραχηλον σου ζυγον σιδηρουν, εωσου σε εξολοθρευση.
servies inimico tuo quem inmittet Dominus tibi in fame et siti et nuditate et omnium penuria et ponet iugum ferreum super cervicem tuam donec te conterat
Ο Κυριος θελει φερει εθνος επι σε μακροθεν, απο ακρου της γης, ως με ορμην αετου εθνος, του οποιου την γλωσσαν δεν θελεις εννοει
adducet Dominus super te gentem de longinquo et de extremis finibus terrae in similitudinem aquilae volantis cum impetu cuius linguam intellegere non possis
εθνος αγριοπροσωπον, το οποιον δεν θελει σεβασθη το προσωπον του γεροντος ουδε θελει ελεησει τον νεον
gentem procacissimam quae non deferat seni nec misereatur parvulo
και θελει τρωγει τον καρπον των κτηνων σου και τα γεννηματα της γης σου, εωσου εξολοθρευθης το οποιον δεν θελει αφησει εις σε σιτον, οινον η ελαιον, τας αγελας των βοων σου η τα ποιμνια των προβατων σου, εωσου σε εξολοθρευση.
et devoret fructum iumentorum tuorum ac fruges terrae tuae donec intereas et non relinquat tibi triticum vinum et oleum armenta boum et greges ovium donec te disperdat
Και θελει σε πολιορκησει εις πασας τας πολεις σου, εωσου πεσωσι τα υψηλα και οχυρα τειχη σου, εις τα οποια συ ηλπιζες, καθ ολην την γην σου και θελει σε πολιορκησει εις πασας τας πολεις σου, καθ ολην την γην σου την οποιαν εδωκεν εις σε Κυριος ο Θεος σου.
et conterat in cunctis urbibus tuis et destruantur muri tui firmi atque sublimes in quibus habebas fiduciam in omni terra tua obsideberis intra portas tuas in omni terra quam dabit tibi Dominus Deus tuus
Και θελεις φαγει τον καρπον της κοιλιας σου, τας σαρκας των υιων σου και των θυγατερων σου, τους οποιους εδωκεν εις σε Κυριος ο Θεος σου, εν τη πολιορκια και εν τη καταθλιψει, με την οποιαν θελει σε καταθλιψει ο εχθρος σου
et comedes fructum uteri tui et carnes filiorum et filiarum tuarum quas dedit tibi Dominus Deus tuus in angustia et vastitate qua opprimet te hostis tuus
ο ανηρ ο απαλος μεταξυ σου και ο σφοδρα τρυφερος θελει εμβλεψει με βλεμμα πονηρον εις τον αδελφον αυτου και εις την γυναικα του κολπου αυτου και εις τα εναπολειφθεντα τεκνα αυτου οσα εναπολειφθωσιν
homo delicatus in te et luxuriosus valde invidebit fratri suo et uxori quae cubat in sinu suo
ωστε να μη δωση εις ουδενα εξ αυτων απο των σαρκων των τεκνων αυτου, τα οποια ηθελε τρωγει διοτι δεν εμεινεν εις αυτον ουδεν εν τη πολιορκια και εν τη καταθλιψει, με την οποιαν ο εχθρος σου θελει σε καταθλιψει εις πασας τας πολεις σου.
ne det eis de carnibus filiorum suorum quas comedet eo quod nihil habeat aliud in obsidione et penuria qua vastaverint te inimici tui intra omnes portas tuas
Η απαλη και τρυφερα γυνη μεταξυ σου, της οποιας ο πους δεν εδοκιμασε να πατηση επι της γης δια την τρυφεροτητα και απαλοτητα, θελει εμβλεψει με βλεμμα πονηρον εις τον ανδρα του κολπου αυτης και εις τον υιον αυτης και εις την θυγατερα αυτης,
tenera mulier et delicata quae super terram ingredi non valebat nec pedis vestigium figere propter mollitiem et teneritudinem nimiam invidebit viro suo qui cubat in sinu eius super filii et filiae carnibus
και εις το βρεφος αυτης το εξελθον εκ μεσου των ποδων αυτης και εις τα τεκνα, τα οποια εγεννησε διοτι θελει φαγει αυτα κρυφιως, δια την ελλειψιν παντων, εν τη πολιορκια και εν τη καταθλιψει, με την οποιαν ο εχθρος σου θελει σε καταθλιψει εις τας πολεις σου.
et inluvie secundarum quae egrediuntur de medio feminum eius et super liberis qui eadem hora nati sunt comedent enim eos clam propter rerum omnium penuriam in obsidione et vastitate qua opprimet te inimicus tuus intra portas tuas
Εαν δεν προσεχης να καμνης παντας τους λογους του νομου τουτου, τους γεγραμμενους εν τω βιβλιω τουτω, ωστε να φοβησαι το ενδοξον και φοβερον τουτο ονομα, ΚΥΡΙΟΝ ΤΟΝ ΘΕΟΝ ΣΟΥ,
nisi custodieris et feceris omnia verba legis huius quae scripta sunt in hoc volumine et timueris nomen eius gloriosum et terribile hoc est Dominum Deum tuum
τοτε ο Κυριος θελει καμει τρομερας τας πληγας σου και τας πληγας του σπερματος σου, πληγας μεγαλας και απαυστους και νοσους κακας και απαυστους.
augebit Dominus plagas tuas et plagas seminis tui plagas magnas et perseverantes infirmitates pessimas et perpetuas
Και θελει επιφερει επι σε πασας τας οδυνας της Αιγυπτου, δια τας οποιας ετρομαξας και θελουσι προσκολληθη εις σε
et convertet in te omnes adflictiones Aegypti quas timuisti et adherebunt tibi
και πασαν ασθενειαν και πασαν πληγην, ητις δεν ειναι γεγραμμενη εν τω βιβλιω του νομου τουτου, ταυτας ο Κυριος θελει φερει επι σε, εωσου εξολοθρευθης.
insuper et universos languores et plagas quae non sunt scriptae in volumine legis huius inducet Dominus super te donec te conterat
Και θελετε εναπολειφθη ολιγοστοι τον αριθμον, ενω ησθε ως τα αστρα του ουρανου κατα το πληθος διοτι δεν υπηκουσας εις την φωνην Κυριου του Θεου σου.
et remanebitis pauci numero qui prius eratis sicut astra caeli prae multitudine quoniam non audisti vocem Domini Dei tui
Και καθως ο Κυριος ευφρανθη εις εσας εις το να σας αγαθοποιη και να σας πληθυνη, ουτω θελει ευφρανθη ο Κυριος εις εσας εις το να σας εξαλειψη και να σας μηδενωση και θελετε αρπαχθη απο της γης, οπου υπαγετε να κληρονομησητε αυτην.
et sicut ante laetatus est Dominus super vos bene vobis faciens vosque multiplicans sic laetabitur disperdens vos atque subvertens ut auferamini de terra ad quam ingredieris possidendam
Και θελει σε διασπειρει ο Κυριος εις παντα τα εθνη, απ ακρου της γης εως ακρου της γης και θελετε λατρευσει εκει αλλους θεους, τους οποιους δεν εγνωρισας, συ ουδε οι πατερες σου, ξυλα και λιθους.
disperget te Dominus in omnes populos a summitate terrae usque ad terminos eius et servies ibi diis alienis quos et tu ignoras et patres tui lignis et lapidibus
Αλλα και εν τω μεσω των εθνων τουτων δεν θελεις ευρει αναπαυσιν, ουδε θελει εχει στασιν το ιχνος του ποδος σου αλλα θελει σοι δωσει ο Κυριος εκει καρδιαν τρεμουσαν και μαραινομενους οφθαλμους και τηκομενην ψυχην.
in gentibus quoque illis non quiesces neque erit requies vestigio pedis tui dabit enim tibi Dominus ibi cor pavidum et deficientes oculos et animam maerore consumptam
Και η ζωη σου θελει εισθαι κρεμαμενη ενωπιον σου και θελεις φοβεισθαι νυκτα και ημεραν, και δεν θελεις πιστευει εις την ζωην σου.
et erit vita tua quasi pendens ante te timebis nocte et die et non credes vitae tuae
Το πρωι θελεις ειπει, Ειθε να ητο εσπερα και την εσπεραν θελεις ειπει, Ειθε να ητο πρωι δια τον φοβον της καρδιας σου, τον οποιον θελεις φοβεισθαι, και δια τα θεαματα των οφθαλμων σου, τα οποια θελεις βλεπει.
mane dices quis mihi det vesperum et vespere quis mihi det mane propter cordis tui formidinem qua terreberis et propter ea quae tuis videbis oculis
Και θελει σε επαναφερει ο Κυριος εις την Αιγυπτον με πλοια, απο της οδου περι της οποιας σοι ειπα, Δεν θελεις πλεον ιδει αυτην αλλην φοραν και θελετε πωλεισθαι εκει εις τους εχθρους σας ως δουλοι και δουλαι και δεν θελει εισθαι ο αγοραζων.
reducet te Dominus classibus in Aegyptum per viam de qua dixi tibi ut eam amplius non videres ibi venderis inimicis tuis in servos et ancillas et non erit qui emat