Psalms 88

Пісня. Псалом. Синів Кореєвих. Для дириґетна хору. На „Махалат лефннот". Пісня навчальна Гемана езрахеяннина.
Ωιδη ψαλμου δια τους υιους Κορε, εις τον πρωτον μουσικον, επι Μαχαλαθ−λεανωθ, Μασχιλ του Αιμαν του Εζραιτου. Κυριε ο Θεος της σωτηριας μου, ημεραν και νυκτα εκραξα ενωπιον σου
Господи, Боже спасіння мого, вдень я кличу й вночі я перед Тобою:
Ας ελθη ενωπιον σου η προσευχη μου κλινον το ωτιον σου εις την κραυγην μου
хай молитва моя дійде перед обличчя Твоє, нахили Своє ухо до зойку мого,
Διοτι ενεπλησθη κακων η ψυχη μου, και η ζωη μου πλησιαζει εις τον αδην.
душа бо моя наситилась нещастями, а життя моє зблизилося до шеолу!
Συγκατηριθμηθην μετα των καταβαινοντων εις τον λακκον εγεινα ως ανθρωπος μη εχων δυναμιν
Я до тих прирахований став, що в могилу відходять, я став, немов муж той безсилий...
εγκαταλελειμμενος μεταξυ των νεκρων, ως οι πεφονευμενοι, κοιτωμενοι εν τω ταφω, τους οποιους δεν ενθυμεισαι πλεον, και οιτινες απεκοπησαν απο της χειρος σου.
Я кинений серед померлих, немов оті трупи, що в гробі лежать, що про них Ти не згадуєш більш, і потяті вони від Твоєї руки...
Μ εβαλες εις τον κατωτατον λακκον, εις το σκοτος, εις τα βαθη.
Умістив Ти мене в глибочезну могилу, до пітьми в глибинах.
Επ εμε επεστηριχθη ο θυμος σου, και παντα τα κυματα σου επεφερες επ εμε. Διαψαλμα.
На мене лягла Твоя лють, і Ти всіма Своїми ламаннями мучив мене... Села.
Εμακρυνας τους γνωστους μου απ εμου με εκαμες βδελυγμα προς αυτους απεκλεισθην και δεν δυναμαι να εξελθω.
Віддалив Ти від мене знайомих моїх, учинив Ти мене за огиду для них... Я замкнений і не виходжу,
Ο οφθαλμος μου ητονησεν απο της θλιψεως σε επεκαλεσθην, Κυριε, ολην την ημεραν ηπλωσα προς σε τας χειρας μου.
стемніло з біди моє око... Я кожного дня Тебе кличу, о Господи, простягаю до Тебе руки свої!...
Μηπως εις τους νεκρους θελεις καμει θαυμασια; η οι τεθνεωτες θελουσι σηκωθη και θελουσι σε αινεσει; Διαψαλμα.
Чи Ти чудо вчиниш померлим? Чи трупи встануть і будуть хвалити Тебе? Села.
Μηπως εν τω ταφω θελουσι διηγεισθαι το ελεος σου η την αληθειαν σου εν τη φθορα;
Хіба милість Твоя буде в гробі звіщатись, а вірність Твоя в аввадоні?
Μηπως θελουσι γνωρισθη εν τω σκοτει τα θαυμασια σου και η δικαιοσυνη σου εν τω τοπω της ληθης.
Чи познається в темряві чудо Твоє, а в краю забуття справедливість Твоя?
Αλλ εγω προς σε, Κυριε, εκραξα και το πρωι η προσευχη μου θελει σε προφθασει.
Та я кличу до Тебе, о Господи, і вранці молитва моя Тебе випереджує...
Δια τι, Κυριε, απορριπτεις την ψυχην μου, αποκρυπτεις το προσωπον σου απ εμου;
Для чого, о Господи, кидаєш душу мою, ховаєш від мене обличчя Своє?
Ειμαι τεθλιμμενος και ψυχομαχων εκ νεοτητος δοκιμαζω τους φοβους σου και ευρισκομαι εν αμηχανια.
Нужденний я та помираю відмалку, переношу страхіття Твої, я ослаблений став...
Επ εμε διηλθον αι οργαι σου οι τρομοι σου με εφανισαν.
Перейшли надо мною Твої пересердя, страхіття Твої зруйнували мене,
Ως υδατα με περιετριγυρισαν ολην την ημεραν ομου με περιεκυκλωσαν.
вони оточають мене, як вода, увесь день, вони разом мене облягають... друга й приятеля віддалив Ти від мене, знайомі мої як та темрява!...
Απεμακρυνας απ εμου τον αγαπητον και τον φιλον οι γνωστοι μου ειναι αφανεις.