Lamentations 5

Згадай, Господи, що з нами сталося, зглянься й побач нашу ганьбу,
Ενθυμηθητι, Κυριε, τι εγεινεν εις ημας επιβλεψον, και ιδε τον ονειδισμον ημων.
наша спадщина дісталась чужим, доми наші чужинцям!
Η κληρονομια ημων μετεστραφη εις αλλοτριους, αι οικιαι ημων εις ξενους.
Поставали ми сиротами: нема батька, а матінки наші неначе ті вдови!...
Εγειναμεν ορφανοι ανευ πατρος, αι μητερες ημων ως χηραι.
Свою воду за срібло ми п'ємо, наші дрова за гроші одержуємо...
Με αργυριον επιομεν το υδωρ ημων τα ξυλα ημων επωληθησαν εις ημας.
У потилицю нас поганяють, помучені ми, і спокою не маємо!
Επι τον τραχηλον ημων ειναι διωγμος εμοχθησαμεν, αναπαυσιν δεν εχομεν.
До Єгипту й Асирії руку витягуємо, щоб насититись хлібом!
Ηπλωσαμεν χειρα προς τους Αιγυπτιους, προς τους Ασσυριους, δια να χορτασθωμεν αρτον.
Батьки наші грішили, але їх нема, а ми двигаємо їхні провини!
Οι πατερες ημων ημαρτησαν, εκεινοι δεν υπαρχουσι και ημεις φερομεν τας ανομιας αυτων.
Раби запанували над нами, і немає нікого, хто б вирятував з їхньої руки...
Δουλοι εξουσιαζουσιν εφ ημας δεν υπαρχει ο λυτρονων εκ της χειρος αυτων.
Наражуючи свою душу на меч у пустині, достаємо свій хліб...
Φερομεν τον αρτον ημων μετα κινδυνου της ζωης ημων, απ εμπροσθεν της ομφαιας της ερημου.
Шкіра наша, мов піч, попалилась з пекучого голоду...
Το δερμα ημων ημαυρωθη ως κλιβανος, απο της καυσεως της πεινης.
Жінок на Сіоні безчестили, дівчат по Юдейських містах...
Εταπεινωσαν τας γυναικας εν Σιων, τας παρθενους εν ταις πολεσιν Ιουδα.
Князі їхньою рукою повішені, лиця старих не пошановані...
Οι αρχοντες εκρεμασθησαν υπο των χειρων αυτων τα προσωπα των πρεσβυτερων δεν ετιμηθησαν.
Юнаки носять камінь млиновий, а хлопці під ношею дров спотикаються...
Οι νεοι υπεβληθησαν εις το αλεσμα, και τα παιδια επεσον υπο τα ξυλα.
Перестали сидіти старші в брамі, юнаки свою пісню співати,
Οι πρεσβυτεροι επαυσαν απο των πυλων, οι νεοι απο των ασματων αυτων.
втіха нашого серця спинилась, наш танець змінивсь на жалобу...
Επαυσεν η χαρα της καρδιας ημων, ο χορος ημων εστραφη εις πενθος.
Спала корона у нас з голови, о горе, бо ми прогрішились,
Ο στεφανος της κεφαλης ημων επεσεν ουαι δε εις ημας, διοτι ημαρτησαμεν.
тому наше серце боляще, тому наші очі потемніли,
Δια τουτο εξελιπεν η καρδια ημων, δια ταυτα εσκοτοδινιασαν οι οφθαλμοι ημων.
через гору Сіон, що спустошена, бродять лисиці по ній...
Δια την ερημωσιν του ορους Σιων, αι αλωπεκες περιπατουσιν εν αυτω.
Пробуваєш Ти, Господи, вічно, Твій престол з роду в рід:
Συ, Κυριε, κατοικεις εις τον αιωνα ο θρονος σου διαμενει εις γενεαν και γενεαν.
Нащо ж нас забуваєш навік, покидаєш на довгі дні нас?
Δια τι θελεις μας λησμονησει δια παντος; θελεις μας εγκαταλειψει εις μακροτητα ημερων;
Приверни нас до Себе, о Господи, і вернемось ми, віднови наші дні, як давніше було!
Επιστρεψον ημας, Κυριε, προς σε και θελομεν επιστραφη. Ανανεωσον τας ημερας ημων ως το προτερον.
Хіба Ти цілком нас відкинув, прогнівавсь занадто на нас?...
Διατι απερριψας ημας ολοτελως, ωργισθης εναντιον ημων εως σφοδρα;