Psalms 77

Εις τον πρωτον μουσικον, δια Ιεδουθουν. Ψαλμος του Ασαφ. Η φωνη μου ειναι προς τον Θεον, και εβοησα η φωνη μου ειναι προς τον Θεον, και εδωκεν εις εμε ακροασιν.
Przedniejszemu śpiewakowi dla Jedytuna psalm Asafowy.
Εν ημερα θλιψεως μου εξεζητησα τον Κυριον εξετεινον την νυκτα τας χειρας μου και δεν επαυον η ψυχη μου δεν ηθελε να παρηγορηθη.
Głos mój podnoszę do Boga, kiedy wołam; głos mój podnoszę do Boga, aby mię wysłuchał.
Ενεθυμηθην τον Θεον και εταραχθην διελογισθην, και ωλιγοψυχησε το πνευμα μου. Διαψαλμα.
W dzień utrapienia mego szukałem Pana: wyciągałem w nocy ręce moje bez przestania, a nie dała się ucieszyć dusza moja.
Εκρατησας τους οφθαλμους μου εν αγρυπνια εταραχθην και δεν ηδυναμην να λαλησω.
Wspominałem na Boga, a trwożyłem sobą; rozmyślałem, a utrapieniem ściśniony był duch mój. Sela.
Διελογισθην τας αρχαιας ημερας, τα ετη των αιωνων.
Zatrzymywałeś oczy moje, aby czuły; potartym był, ażem nie mógł mówić.
Ανακαλω εις μνημην την ωδην μου την νυκτα διαλογιζομαι μετα της καρδιας μου, και το πνευμα μου διερευνα
Przychodziły mi na pamięć dni przeszłe i lata dawne.
μηποτε ο Κυριος με αποβαλη αιωνιως, και δεν θελει εισθαι ευμενης πλεον;
Wspominałem sobie na śpiewanie moje; w nocym w sercu swem rozmyślał, i wywiadywał się o tem duch mój, mówiąc:
η εξελιπε διαπαντος το ελεος αυτου; επαυσεν ο λογος αυτου εις γενεαν και γενεαν;
Izali mię na wieki odrzuci Pan, a więcej mi już łaski nie ukaże?
Μηποτε ελησμονησε να ελεη ο Θεος; μηποτε εν τη οργη αυτου θελει κλεισει τους οικτιρμους αυτου; Διαψαλμα.
Izali do końca ustanie miłosierdzie jego, i koniec weźmie słowo od rodzaju aż do rodzaju? Izali zapomniał Bóg zmiłować się?
Τοτε ειπα, Αδυναμια μου ειναι τουτο αλλοιουται η δεξια του Υψιστου;
Izali zatrzymał w gniewie litości swoje? Sela.
Θελω μνημονευει τα εργα του Κυριου ναι, θελω μνημονευει τα απ αρχης θαυμασια σου
I rzekłem: Toć jest śmierć moja; wszakże prawica Najwyższego uczyni odmianę.
και θελω μελετα εις παντα τα εργα σου, και περι των πραξεων σου θελω διαλογιζεσθαι.
Wspominać sobie będę na sprawy Pańskie, a przypominać sobie będę dziwne sprawy twoje, zdawna uczynione.
Θεε, εν τω αγιαστηριω ειναι η οδος σου τις Θεος μεγας, ως ο Θεος;
I będę rozmyślał o wszelkiem dziele twojem, i o uczynkach twoich będę mówił:
Συ εισαι ο Θεος ο ποιων θαυμασια εφανερωσας μεταξυ των λαων την δυναμιν σου.
Boże! święta jest droga twoja. Któryż Bóg jest tak wielki, jako Bóg nasz?
Ελυτρωσας δια του βραχιονος σου τον λαον σου, τους υιους Ιακωβ και Ιωσηφ. Διαψαλμα.
Tyś jest Bóg,który czynisz cuda; podałeś do znajomości między narody moc twoję.
Τα υδατα σε ειδον, Θεε, τα υδατα σε ειδον και εφοβηθησαν εταραχθησαν και αι αβυσσοι.
Odkupiłeś ramieniem twojem lud swój, syny Jakóbowe i Józefowe. Sela.
Πλημμυραν υδατων εχυσαν αι νεφελαι φωνην εδωκαν οι ουρανοι και τα βελη σου διεπεταξαν.
Widziały cię wody, o Boże! widziały cię wody, i ulękły się, i wzruszyły się przepaści.
Η φωνη της βροντης σου ητο εν τω ουρανιω τροχω εφωτισαν αι αστραπαι την οικουμενην εσαλευθη και εντρομος εγεινεν η γη.
Obłoki wydały powodzi; niebiosa wydały gromy, a strzały twoje tam i sam biegały.
Δια της θαλασσης ειναι η οδος σου και αι τριβοι σου εν υδασι πολλοις, και τα ιχνη σου δεν γνωριζονται.
Huczało grzmienie twoje po obłokach, błyskawice oświeciły okrąg ziemi, ziemia się wzruszyła i zatrzęsła.
Ωδηγησας ως προβατα τον λαον σου δια χειρος Μωυσεως και Ααρων.
Przez morze była droga twoja, a ścieżki twoje przez wody wielkie, wszakże śladów twoich nie było. Prowadziłeś lud twój, jako stado owiec, przez rękę Mojżesza i Aarona.