Exodus 21

A teć są sądy, które przełożysz przed obliczem ich.
Αυται δε ειναι αι κρισεις, τας οποιας θελεις εκθεσει εμπροσθεν αυτων.
Jeźli kupisz niewolnika Hebrejczyka, sześć lat służyć ci będzie, a siódmego wynijdzie wolny darmo.
Εαν αγορασης δουλον Εβραιον, εξ ετη θελει δουλευσει εν δε τω εβδομω θελει εξελθει ελευθερος, δωρεαν.
Jeźliby sam tylko przyszedł, sam odejdzie; a jeźliby miał żonę, i żona jego z nim wynijdzie.
Εαν εισηλθε μονος, μονος θελει εξελθει εαν ειχε γυναικα, τοτε η γυνη αυτου θελει εξελθει μετ αυτου.
Jeźli mu pan jego dał żonę, a zrodziła mu syny albo córki, żona i dzieci jego będą pana jego, a on sam tylko odejdzie.
Εαν ο κυριος αυτου εδωκεν εις αυτον γυναικα, και εγεννησεν εις αυτον υιους η θυγατερας, η γυνη και τα τεκνα αυτης θελουσιν εισθαι του κυριου αυτης, αυτος δε θελει εξελθει μονος.
A jeźliby mówiąc rzekł niewolnik: Miłuję pana mego, żonę moję, i syny moje, nie wynijdę wolnym:
Αλλ εαν ο δουλος ειπη φανερα, Αγαπω τον κυριον μου, την γυναικα μου και τα τεκνα μου, δεν θελω εξελθει ελευθερος
Tedy przywiedzie go pan jego do sędziów, a postawi go u drzwi albo u podwoi; i przekole mu pan jego ucho jego szydłem, i będzie mu niewolnikiem na wieki.
τοτε ο κυριος αυτου θελει φερει αυτον προς τους κριτας και θελει φερει αυτον εις την θυραν η εις τον παραστατην της θυρας, και ο κυριος αυτου θελει τρυπησει το ωτιον αυτου με τρυπητηριον και θελει δουλευει αυτον διαπαντος.
Zaś jeźliby kto zaprzedał córkę swoję, aby była niewolnicą, nie wynijdzie jako wychodzą niewolnicy.
Και εαν τις πωληση την θυγατερα αυτου δια δουλην, δεν θελει εξελθει καθως εξερχονται οι δουλοι.
Jeźliby się nie spodobała w oczach pana swego, a nie poślubiłby jej sobie, niech pozwoli, aby ją odkupiono; obcemu ludowi nie będzie jej mógł sprzedać, ponieważ zgrzeszył przeciwko niej.
Εαν δεν αρεση εις τον κυριον αυτης, οστις ηρραβωνισθη αυτην εις εαυτον, τοτε θελει απολυτρωσει αυτην εις ξενον εθνος δεν θελει εχει εξουσιαν να πωληση αυτην, επειδη εφερθη προς αυτην απιστως.
A jeźliby ją synowi swemu poślubił, według prawa córek uczyni jej.
Αν ομως ηρραβωνισεν αυτην με τον υιον αυτου, θελει καμει προς αυτην κατα το δικαιωμα των θυγατερων.
Jeźliby też inną wziął mu za żonę, tedy pożywienia jej, odzienia jej, i prawa małżeńskiego nie umniejszy jej.
Εαν λαβη εις εαυτον αλλην, δεν θελει στερησει την τροφην αυτης, τα ενδυματα αυτης, και το προς αυτην χρεος του γαμου.
A jeźli tych trzech rzeczy nie uczyni jej, tedy wynijdzie darmo bez okupu.
Εαν ομως δεν καμνη εις αυτην τα τρια ταυτα, τοτε θελει εξελθει δωρεαν ανευ αργυριου.
Kto by uderzył człowieka, ażby umarł, śmiercią umrze;
Οστις παταξη ανθρωπον, και αποθανη, θελει εξαπαντος θανατωθη
Lecz kto by nie czyhał na kogo, aleby go Bóg podał w rękę jego, naznaczęć miejsce, na które będzie miał uciec.
εαν ομως δεν παρεμονευσεν, αλλ ο Θεος παρεδωκεν αυτον εις την χειρα αυτου, τοτε εγω θελω σοι διορισει τοπον, οπου θελει καταφυγει
Ale jeźliby kto umyślnie przeciw bliźniemu swemu zasadziwszy się zdradą zabił go, i od ołtarza mego weźmiesz go, aby umarł.
εαν δε τις εγερθη κατα του πλησιον αυτου δια να δολοφονηση αυτον, απο του θυσιαστηριου μου θελεις αποσπασει αυτον δια να θανατωθη.
Kto by uderzył ojca swego, albo matkę swoję, śmiercią umrze.
Και οστις παταξη τον πατερα αυτου η την μητερα αυτου, θελει εξαπαντος θανατωθη.
Kto by ukradł człowieka a sprzedałby go, a znaleziony by był w ręku jego, śmiercią umrze.
Και οστις κλεψη ανθρωπον και πωληση αυτον, η εαν ευρεθη εις τας χειρας αυτου, θελει εξαπαντος θανατωθη.
Kto by złorzeczył ojcu swemu albo matce swojej, śmiercią umrze.
Και οστις κακολογη τον πατερα αυτου η την μητερα αυτου, θελει εξαπαντος θανατωθη.
A gdyby się poswarzyli mężowie, i uderzyłby kto bliźniego swego kamieniem albo pięścią, a on by zaraz nie umarł, aleby się położył na łoże;
Και εαν ανθρωποι λογομαχωσι μετ αλληλων και ο εις παταξη τον αλλον με λιθον η με γρονθον, και δεν αποθανη αλλα γεινη κλινηρης,
A wstawszy chodziłby po ulicy o lasce swej, nie będzie winien ten, który uderzył; tylko omieszkanie jego nagrodzi, a na wyleczenie jego nałoży.
εαν σηκωθη και περιπατηση εξω με την βακτηριαν αυτου, τοτε θελει εισθαι ελευθερος ο παταξας μονον θελει αποζημιωσει αυτον δια την αργιαν αυτου και θελει επιμεληθη την τελειαν θεραπειαν αυτου.
Jeźliby zaś uderzył kto niewolnika swego, albo niewolnicę swoję kijem, i umarliby w ręku jego, koniecznie karanie odniesie;
Και εαν τις παταξη τον δουλον αυτου η την δουλην αυτου με ραβδον, και αποθανη υπο τας χειρας αυτου, θελει εξαπαντος τιμωρηθη.
Wszakże, jeźliby dzień albo dwa żyw został, nie będzie karany; bo za pieniądze jego on jest kupiony.
Αν ομως ζηση μιαν ημεραν η δυο, δεν θελει τιμωρηθη διοτι ειναι αργυριον αυτου.
Jeźliby się też powadziwszy mężowie, uderzył który z nich niewiastę brzemienną, tak żeby z niej płód wyszedł, jednakby nie zaszła śmierć koniecznie karanie odniesie, jakie włoży nań mąż onejże niewiasty, a da wedle uznania sędziów.
Εαν μαχωνται ανδρες και παταξωσι γυναικα εγκυον και εξελθη το παιδιον αυτης, δεν συμβη ομως συμφορα θελει εξαπαντος καμει αποζημιωσιν ο παταξας, οποιαν ο ανηρ της γυναικος επιβαλη εις αυτον και θελει πληρωσει κατα την αποφασιν των κριτων.
Ale gdzie by śmierć zaszła, tedy dasz duszę za duszę;
Αν ομως συμβη συμφορα, τοτε θελεις δωσει ζωην αντι ζωης,
Oko za oko, ząb za ząb, rękę za rękę, nogę za nogę,
οφθαλμον αντι οφθαλμου, οδοντα αντι οδοντος, χειρα αντι χειρος, ποδα αντι ποδος,
Sparzelinę za sparzelinę, ranę za ranę, siność za siność.
καυσιμον αντι καυσιματος, πληγην αντι πληγης, κτυπημα αντι κτυπηματος.
Jeźliby zaś kto wybił oko niewolnikowi swemu, albo oko niewolnicy swojej, ażby się zepsowało, wolno go puści za oko jego.
Εαν τις παταξη τον οφθαλμον του δουλου αυτου η τον οφθαλμον της δουλης αυτου και τυφλωση αυτον, θελει αφησει αυτον ελευθερον εξ αιτιας του οφθαλμου αυτου.
Jeźliby też kto ząb niewolnikowi swemu, albo ząb niewolnicy swojej wybił, wolno go puści za ząb jego.
Και εαν εκβαλη τον οδοντα του δουλον αυτου η τον οδοντα της δουλης αυτου, θελει αφησει αυτον ελευθερον εξ αιτιας του οδοντος αυτου.
Jeźliby też czyj wół ubódł męża albo niewiastę, a umarliby, koniecznie ukamionowany będzie on wół, a nie będą jeść mięsa jego; a pan wołu onego nie będzie winien.
Εαν βους κερατιση ανδρα η γυναικα, και αποθανη, τοτε ο βους θελει λιθοβοληθη με λιθους και δεν θελει τρωγεσθαι το κρεας αυτου ο κυριος δε του βοος θελει εισθαι αθωος.
Wszakże, jeźliby wół bódł przedtem, a ostrzeganoby w tym pana jego, i nie miałby go pod strażą, a zabiłby męża albo niewiastę, wół on ukamionowany będzie, nadto i pan jego umrze.
Εαν ομως ο βους ητο κερατιστης απο προτερον, και εγεινε διαμαρτυρια εις τον κυριον αυτου και δεν εφυλαξεν αυτον, εαν θανατωση ανδρα η γυναικα, ο βους θελει λιθοβοληθη και ακομη ο κυριος αυτου θελει θανατωθη.
Jeźliby nań włożono, żeby się odkupił, tedy da okup za duszę swoję, jakikolwiek nań włożą.
Εαν επιβληθη εις αυτον τιμη εξαγορασεως, θελει δωσει δια την εξαγορασιν της ζωης αυτου οσα ηθελον επιβληθη εις αυτον.
Choćby syna ubódł, albo córkę ubódł, podług tegoż sądu postąpią z nim.
Ειτε υιον κερατιση, ειτε θυγατερα κερατιση, κατα την κρισιν ταυτην θελει γεινει εις αυτον.
Jeźliby niewolnika ubódł wół, albo niewolnicę, srebra trzydzieści syklów da panu jego, a wół on ukamionowany będzie.
Εαν ο βους κερατιση δουλον η δουλην, θελει δωσει εις τον κυριον αυτων τριακοντα σικλους αργυριου ο δε βους θελει λιθοβοληθη.
Jeźliby kto otworzył studnią, albo jeźliby kto wykopał studnią, i nie nakryłby jej, a wpadłby w nią wół albo osieł:
Και εαν τις ανοιξη λακκον η εαν τις σκαψη λακκον και δεν σκεπαση αυτον, και πεση εις αυτον βους η ονος,
Pan onej studni odda zapłatę, i nagrodzi panu ich, a co zdechło, jego będzie.
ο κυριος του λακκου θελει καμει αποζημιωσιν, αργυριον θελει αποδωσει εις τον κυριον αυτων το δε θανατωθεν θελει εισθαι αυτου.
Także, gdyby wół czyj ubódł wołu sąsiada jego, ażby zdechł, tedy sprzedadzą wołu żywego, i rozdzielą się zapłatą jego, onym też zdechłym podzielą się.
Και εαν ο βους τινος κερατιση τον βουν του πλησιον αυτου και θανατωθη, τοτε θελουσι πωλησει τον ζωντα βουν, και θελουσι μοιρασθη το αργυριον αυτου και τον θανατωθεντα ομοιως θελουσι μοιρασθη.
Ale jeźliby to było wiadomo, że on wół bódł przedtem, a nie miał go pod strażą pan jego, koniecznie odda wołu za wołu, a zdechłego sobie weźmie.
Εαν ομως ηναι γνωστον οτι ο βους ητο κερατιστης απο προτερον, και ο κυριος αυτου δεν εφυλαξεν αυτον, θελει εξαπαντος πληρωσει βουν αντι βοος ο δε θανατωθεις θελει εισθαι αυτου.