II Corinthians 11

Would to God ye could bear with me a little in my folly: and indeed bear with me.
Ειθε να υποφερητε ολιγον τι την αφροσυνην μου αλλα και υποφερετε με.
For I am jealous over you with godly jealousy: for I have espoused you to one husband, that I may present you as a chaste virgin to Christ.
Διοτι ειμαι ζηλοτυπος προς εσας κατα ζηλοτυπιαν Θεου επειδη σας ηρραρωνισα με ενα ανδρα, δια να σας παραστησω παρθενον αγνην εις τον Χριστον.
But I fear, lest by any means, as the serpent beguiled Eve through his subtilty, so your minds should be corrupted from the simplicity that is in Christ.
φοβουμαι ομως μηπως, καθως ο οφις εξηπατησε την Ευαν δια της πανουργιας αυτου, διαφθαρη ουτως ο νους σας, εκπεσων απο της απλοτητος της εις τον Χριστον.
For if he that cometh preacheth another Jesus, whom we have not preached, or if ye receive another spirit, which ye have not received, or another gospel, which ye have not accepted, ye might well bear with him.
Διοτι εαν ο ερχομενος κηρυττη προς εσας αλλον Ιησουν, τον οποιον ημεις δεν εκηρυξαμεν, η λαμβανητε αλλο πνευμα, το οποιον δεν ελαβετε, η αλλο ευαγγελιον, το οποιον δεν εδεχθητε, καλως ηθελετε υποφερει αυτον.
For I suppose I was not a whit behind the very chiefest apostles.
Αλλα στοχαζομαι οτι δεν ειμαι εις ουδεν κατωτερος των πρωτιστων αποστολων.
But though I be rude in speech, yet not in knowledge; but we have been throughly made manifest among you in all things.
Εαν δε και ημαι ιδιωτης κατα τον λογον, αλλ ουχι κατα την γνωσιν, αλλ εν παντι τροπω εφανερωθημεν κατα παντα εις εσας.
Have I committed an offence in abasing myself that ye might be exalted, because I have preached to you the gospel of God freely?
Η επραξα αμαρτιαν ταπεινονων εμαυτον δια να υψωθητε σεις, διοτι σας εκηρυξα δωρεαν το ευαγγελιον του Θεου;
I robbed other churches, taking wages of them, to do you service.
Αλλας εκκλησιας εγυμνωσα λαβων τα αναγκαια δια την υπηρεσιαν σας,
And when I was present with you, and wanted, I was chargeable to no man: for that which was lacking to me the brethren which came from Macedonia supplied: and in all things I have kept myself from being burdensome unto you, and so will I keep myself.
και οτε ημην παρων εις εσας και εστερηθην, δεν κατεβαρυνα ουδενα διοτι την στερησιν μου προσανεπληρωσαν οι αδελφοι ελθοντες απο Μακεδονιας και κατα παντα εφυλαξα εμαυτον και θελω φυλαξει αβαρη προς εσας.
As the truth of Christ is in me, no man shall stop me of this boasting in the regions of Achaia.
Ειναι αληθεια του Χριστου εν εμοι οτι η καυχησις αυτη δεν θελει αποκλεισθη εις εμε εν τοις τοποις της Αχαιας.
Wherefore? because I love you not? God knoweth.
Δια τι; διοτι δεν σας αγαπω; ο Θεος γινωσκει.
But what I do, that I will do, that I may cut off occasion from them which desire occasion; that wherein they glory, they may be found even as we.
Ο, τι δε καμνω, τουτο και θελω καμνει, δια να εκκοψω την αφορμην των θελοντων αφορμην, ινα ευρεθωσιν εις εκεινο, δια το οποιον καυχωνται, τοιουτοι καθως και ημεις.
For such are false apostles, deceitful workers, transforming themselves into the apostles of Christ.
Διοτι οι τοιουτοι ειναι ψευδαποστολοι, εργαται δολιοι, μετασχηματιζομενοι εις αποστολους Χριστου.
And no marvel; for Satan himself is transformed into an angel of light.
Και ουδεν θαυμαστον διοτι αυτος ο Σατανας μετασχηματιζεται εις αγγελον φωτος.
Therefore it is no great thing if his ministers also be transformed as the ministers of righteousness; whose end shall be according to their works.
Δεν ειναι λοιπον μεγα αν και οι διακονοι αυτου μετασχηματιζωνται εις διακονους δικαιοσυνης, των οποιων το τελος θελει εισθαι κατα τα εργα αυτων.
I say again, Let no man think me a fool; if otherwise, yet as a fool receive me, that I may boast myself a little.
Παλιν λεγω, Μηδεις ας μη με στοχασθη οτι ειμαι αφρων ει δε μη, δεχθητε με καν ως αφρονα, δια να καυχηθω και εγω ολιγον τι.
That which I speak, I speak it not after the Lord, but as it were foolishly, in this confidence of boasting.
Ο, τι λαλω, εις τουτο το θαρρος της καυχησεως, δεν λαλω κατα τον Κυριον, αλλ ως αφρων.
Seeing that many glory after the flesh, I will glory also.
Επειδη πολλοι καυχωνται κατα την σαρκα, θελω καυχηθη και εγω.
For ye suffer fools gladly, seeing ye yourselves are wise.
Διοτι σεις ευχαριστως υποφερετε τους αφρονας, οντες φρονιμοι
For ye suffer, if a man bring you into bondage, if a man devour you, if a man take of you, if a man exalt himself, if a man smite you on the face.
επειδη υποφερετε, εαν τις σας καταδουλονη, εαν τις σας κατατρωγη, εαν τις λαμβανη τα υμων, εαν τις επαιρηται, εαν τις σας κτυπα εις το προσωπον.
I speak as concerning reproach, as though we had been weak. Howbeit whereinsoever any is bold, (I speak foolishly,) I am bold also.
Κατα ατιμιαν λεγω, ως να ημεθα ημεις ασθενεις. Αλλ εις ο, τι τολμα τις, αφρονως ομιλω, τολμω και εγω.
Are they Hebrews? so am I. Are they Israelites? so am I. Are they the seed of Abraham? so am I.
Εβραιοι ειναι; και εγω Ισραηλιται ειναι; και εγω σπερμα Αβρααμ ειναι; και εγω
Are they ministers of Christ? (I speak as a fool) I am more; in labours more abundant, in stripes above measure, in prisons more frequent, in deaths oft.
υπηρεται του Χριστου ειναι; παραφρονων λαλω, πλειοτερον εγω εις κοπους περισσοτερον, εις πληγας καθ υπερβολην, εις φυλακας περισσοτερον, εις θανατους πολλακις.
Of the Jews five times received I forty stripes save one.
υπο των Ιουδαιων πεντακις ελαβον πληγας τεσσαρακοντα παρα μιαν,
Thrice was I beaten with rods, once was I stoned, thrice I suffered shipwreck, a night and a day I have been in the deep;
τρις ερραβδισθην, απαξ ελιθοβοληθην, τρις εναυαγησα, εν ημερονυκτιον εν τω βυθω εκαμον.
In journeyings often, in perils of waters, in perils of robbers, in perils by mine own countrymen, in perils by the heathen, in perils in the city, in perils in the wilderness, in perils in the sea, in perils among false brethren;
εις οδοιποριας πολλακις, εις κινδυνους ποταμων, κινδυνους ληστων, κινδυνους εκ του γενους, κινδυνους εξ εθνων, κινδυνους εν πολει, κινδυνους εν ερημια, κινδυνους εν θαλασση, κινδυνους εν ψευδαδελφοις.
In weariness and painfulness, in watchings often, in hunger and thirst, in fastings often, in cold and nakedness.
εν κοπω και μοχθω, εν αγρυπνιαις πολλακις, εν πεινη και διψη, εν νηστειαις πολλακις, εν ψυχει και γυμνοτητι
Beside those things that are without, that which cometh upon me daily, the care of all the churches.
εκτος των εξωτερικων ο καθ ημεραν επικειμενος εις εμε αγων, η μεριμνα πασων των εκκλησιων.
Who is weak, and I am not weak? who is offended, and I burn not?
Τις ασθενει, και δεν ασθενω; τις σκανδαλιζεται, και εγω δεν φλεγομαι;
If I must needs glory, I will glory of the things which concern mine infirmities.
Εαν πρεπη να καυχωμαι, θελω καυχηθη εις τα της ασθενειας μου.
The God and Father of our Lord Jesus Christ, which is blessed for evermore, knoweth that I lie not.
Ο Θεος και Πατηρ του Κυριου ημων Ιησου Χριστου, ο ων ευλογητος εις τους αιωνας, γνωριζει οτι δεν ψευδομαι.
In Damascus the governor under Aretas the king kept the city of the Damascenes with a garrison, desirous to apprehend me:
Εν Δαμασκω ο εθναρχης του βασιλεως Αρετα εφρουρει την πολιν των Δαμασκηνων, θελων να με πιαση,
And through a window in a basket was I let down by the wall, and escaped his hands.
και δια θυριδος απο του τειχους κατεβιβασθην εν κοφινω και εξεφυγον τας χειρας αυτου.