Job 37

Ja, derover skælver mit Hjerte, bævende skifter det Sted!
Εις τουτο ετι η καρδια μου τρεμει και εκπηδα απο του τοπου αυτης.
Lyt dog til hans bragende Røst, til Drønet, der går fra hans Mund!
Ακουσατε προσεκτικως την τρομεραν φωνην αυτου και τον ηχον τον εξερχομενον εκ του στοματος αυτου.
Han slipper det løs under hele Himlen, sit Lys til Jordens Ender;
Αποστελλει αυτην υποκατω παντος του ουρανου και το φως αυτου επι τα εσχατα της γης.
efter det brøler hans Røst, med Højhed brager hans Torden; han sparer ikke på Lyn, imedens hans Stemme høres.
Κατοπιν αυτου βοα φωνη βροντα με την φωνην της μεγαλωσυνης αυτου και δεν θελει στησει αυτα, αφου η φωνη αυτου ακουσθη.
Underfuldt lyder Guds Tordenrøst, han øver Vælde, vi fatter det ej.
Ο Θεος βροντα θαυμασιως με την φωνην αυτου καμνει μεγαλεια, και δεν εννοουμεν.
Thi han siger til Sneen: "Fald ned på Jorden!" til Byger og Regnskyl: "Bliv stærke!"
Διοτι λεγει προς την χιονα, γινου επι την γην και προς την ψεκαδα και προς τον υετον της δυναμεως αυτου.
For alle Mennesker sætter han Segl, at de dødelige alle må kende hans Gerning.
Κατασφραγιζει την χειρα παντος ανθρωπου δια να γνωρισωσι παντες οι ανθρωποι το εργον αυτου.
De vilde Dyr søger Ly og holder sig i deres Huler:
Τοτε τα θηρια εισερχονται εις τα σπηλαια και κατασκηνουσιν εν τοις τοποις αυτων.
Fra Kammeret kommer der Storm, fra Nordens Stjerner Kulde.
Εκ του νοτου ερχεται ο ανεμοστροβιλος, και το ψυχος εκ του βορρα.
Ved Guds Ånde bliver der Is, Vandfladen lægges i Fængsel.
Εκ του φυσηματος του Θεου διδεται παγος και το πλατος των υδατων στερεουται.
Så fylder han Skyen med Væde, Skylaget spreder hans Lys;
Παλιν η γαληνη διασκεδαζει την νεφελην το φως αυτου διασκορπιζει τα νεφη
det farer hid og did og bugter sig efter hans Tanke og udfører alt, hvad han byder, på hele den vide Jord,
και αυτα περιφερονται κυκλω υπο τας οδηγιας αυτου, δια να καμνωσι παν ο, τι προσταζει εις αυτα επι το προσωπον της οικουμενης
hvad enten han slynger det ud som Svøbe, eller han sender det for at velsigne.
καμνει αυτα να ερχωνται, η δια παιδειαν, η δια την γην αυτου, η δια ελεος.
Job du må lytte hertil, træd frem og mærk dig Guds Underværker!
Ακροασθητι τουτο, Ιωβ σταθητι και συλλογισθητι τα θαυμασια του Θεου.
Fatter du, hvorledes Gud kan magte dem og lade Lys stråle frem fra sin Sky?
Εννοεις πως ο Θεος διαταττει αυτα, και καμνει να λαμπη το φως της νεφελης αυτου;
Fatter du Skyernes Svæven, den Alvises Underværker?
Εννοεις τα ζυγοσταθμισματα των νεφων, τα θαυμασια του τελειου κατα την γνωσιν;
Du, hvis Klæder ophedes, når Jorden døser ved Søndenvind?
Δια τι τα ενδυματα σου ειναι θερμα, οταν αναπαυη την γην δια του νοτου;
Hvælver du Himlen sammen med ham, fast som det støbte Spejl?
Εξηπλωσας μετ αυτου το στερεωμα το δυνατον ως κατοπτρον χυτον;
Lær mig, hvad vi skal sige ham! Intet kan vi få frem for Mørke.
Διδαξον ημας τι να ειπωμεν προς αυτον ημεις δεν δυναμεθα να διαταξωμεν τους λογους ημων εξ αιτιας του σκοτους.
Meldes det ham, at jeg taler? Siger en Mand, at han er fra Samling?
Θελει αναγγελθη προς αυτον, εαν εγω λαλω; εαν λαληση ανθρωπος, βεβαιως θελει καταποθη.
Og nu: Man ser ej Lyset, skygget af mørke Skyer, men et Vejr farer hen og renser Himlen,
Τωρα δε οι ανθρωποι δεν δυνανται να ατενισωσιν εις το λαμπρον φως, το εν τω στερεωματι, αφου ο ανεμος περαση και καθαριση αυτο,
fra Norden kommer en Lysning. Over Gud er der frygtelig Højhed,
και χρυσαυγης καιρος ελθη απο βορρα. Φοβερα δοξα υπαρχει εν τω Θεω.
og den Almægtige finder vi ikke. Almægtig og rig på Retfærd bøjer han ikke Retten;
Τον Παντοδυναμον, δεν δυναμεθα να εννοησωμεν αυτον ειναι υπεροχος κατα την δυναμιν και κατα την κρισιν και κατα το πληθος της δικαιοσυνης, δεν καταθλιβει.
derfor frygter Mennesker ham, men af selv kloge ænser han ingen.
Δια τουτο οι ανθρωποι φοβουνται αυτον ουδεις σοφος την καρδιαν δυναται να εννοηση αυτον.