Deuteronomy 14

I ären Herrens, eder Guds, barn. I skolen icke rista några märken på eder eller göra eder skalliga ovanför pannan för någon död;
Σεις εισθε υιοι Κυριου του Θεου σας δεν θελετε καμει εις το σωμα σας εντομας, ουδε θελετε καμει φαλακρωμα αναμεσον των οφθαλμων σας, δια νεκρον.
ty du är ett folk som är helgat åt Herren, din Gud, och dig har Herren utvalt till att vara hans egendomsfolk framför alla andra folk på jorden.
Διοτι λαος αγιος εισαι εις Κυριον τον Θεον σου και σε εξελεξεν ο Κυριος δια να ησαι εις αυτον λαος εκλεκτος, παρα παντα τα εθνη τα επι της γης.
Du skall icke äta något som är en styggelse.
Δεν θελεις τρωγει ουδεν βδελυκτον.
Dessa äro de fyrfotadjur som I fån äta: fäkreatur, får och getter, hjort,
Ταυτα ειναι τα κτηνη, τα οποια θελετε τρωγει ο βους, το προβατον και η αιξ,
gasell, dovhjort, stenbock, dison, teoantilop och semer,
η ελαφος και η δορκας και ο βουβαλος και ο αγριοτραγος και ο πυγαργος και ο αγριος βους και η καμηλοπαρδαλις.
alla de fyrfotadjur som hava klövar och hava dem helkluvna i två hälfter, och som idissla; sådana fyrfotadjur fån I äta.
Και παν τετραποδον εχον τον ποδα διχηλον και το ονυχιον διηρημενον εις δυο χηλας, και αναμασσων μεταξυ των τετραποδων, ταυτα θελετε τρωγει.
Men dessa skolen I icke äta av de idisslande djuren och av dem som hava genomkluvna klövar: kamelen, haren och klippdassen, ty de idissla väl, men de hava icke klövar, de skola gälla för eder som orena;
Ταυτα ομως δεν θελετε τρωγει εκ των οσα αναμασσωσιν, η εκ των οσα εχουσι το ονυχιον διχηλον την καμηλον και τον λαγωον και τον δασυποδα διοτι αναμασσωσι μεν, πλην δεν εχουσι διηρημενον το ονυχιον ταυτα ειναι ακαθαρτα εις εσας
svinet, ty det har väl klövar, men det idisslar icke, det skall gälla för eder såsom orent. Av dessa djurs kött skolen I icke äta, ej heller skolen I komma vid deras döda kroppar.
και τον χοιρον, διοτι εχει μεν το ονυχιον διχηλον, πλην δεν αναμασσα ειναι ακαθαρτος εις εσας απο του κρεατος αυτων δεν θελετε τρωγει ουδε το θνησιμαιον αυτων θελετε εγγιζει.
Detta är vad I fån äta av allt det som lever i vattnet: allt det som har fenor och fjäll fån I äta.
Εκ παντων των εν τοις υδασι ταυτα θελετε τρωγει παντα, οσα εχουσι πτερυγια και λεπη, θελετε τρωγει
Men intet som icke har fenor och fjäll skolen I äta; det skall gälla för eder så som orent.
παντα δε, οσα δεν εχουσι πτερυγια και λεπη, δεν θελετε τρωγει ειναι ακαθαρτα εις εσας.
Alla rena fåglar fån I äta.
Παν πτηνον καθαρον θελετε τρωγει.
Men dessa fåglar skolen I icke äta: örnen, lammgamen, havsörnen,
Ταυτα ομως ειναι εκεινα, εκ των οποιων δεν θελετε τρωγει ο αετος και ο γρυπαετος και ο μελαναετος
raafågeln, falken, gladan med dess arter,
και ο γυπαετος και ο ικτινος και ο γυψ κατα το ειδος αυτου,
alla slags korpar efter deras arter,
και πας κοραξ κατα το ειδος αυτου,
strutsen tahemasfågeln, fiskmåsen, höken med dess arter,
και η στρουθοκαμηλος και η γλαυξ και ο ιβις και ο ιεραξ κατα το ειδος αυτου,
ugglan, uven tinsemetfågeln,
ο νυκτικοραξ και η μεγαλη γλαυξ και ο κυκνος,
pelikanen, asgamen, dykfågeln,
και ο πελεκαν και η κισσα και η αιθυια,
hägern, regnpiparen med dess arter, härfågeln och flädermusen.
και ο πελαργος και ο ερωδιος κατα το ειδος αυτου και ο επωψ και η νυκτερις.
Alla flygande smådjur skola ock gälla för eder såsom orena, de skola icke ätas.
Και παντα τα ερπετα τα πτερωτα ειναι ακαθαρτα εις εσας δεν θελουσι τρωγεσθαι.
Men alla rena flygande djur fån I äta.
Παν πτηνον καθαρον θελετε τρωγει.
I skolen icke äta något självdött; åt främlingen som bo inom dina portar må du giva sådant, och han må äta det; eller ock må du sälja det åt en utlänning. Ty du är ett folk som är helgat HERREN, din Gud. Du skall icke koka en killing i dess moders mjölk.
Ουδεν θνησιμαιον θελετε τρωγει εις τον ξενον τον εντος των πυλων σου θελεις διδει αυτα, δια να τρωγη αυτο η θελεις πωλει αυτο εις αλλογενη διοτι λαος αγιος εισαι εις Κυριον τον Θεον σου. Δεν θελεις εψησει εριφιον εν τω γαλακτι της μητρος αυτου.
Tionde skall du giva av all sädesgröda som för vart år växer på din åker,
Θελεις εξαπαντος δεκατιζει παντα τα γεννηματα του σπορου σου, τα οποια φερει ο αγρος κατ ετος.
och du skall äta den inför Herrens, din Guds, ansikte, på den plats som han utväljer till boning åt sitt namn: tionden av din säd, ditt vin och din olja, så ock din förstfödda av dina fäkreatur och din småboskap; ty du skall lära att frukta Herren, din Gud, alltid.
Και θελεις τρωγει ενωπιον Κυριου του Θεου σου, εν τω τοπω οντινα εκλεξη δια να θεση το ονομα αυτου εκει, το δεκατον του σιτου σου, του οινου σου και του ελαιου σου, και τα πρωτοτοκα των βοων σου και των προβατων σου δια να μαθης να φοβησαι παντοτε Κυριον τον Θεον σου.
Men om vägen är dig för lång, så att du icke förmår föra det dit, eftersom den plats som Herren, din Gud, utväljer till att där fästa sitt namn ligger för avlägset för dig -- då nu Herren, din Gud, välsigna dig --
Και εαν η οδος ηναι πολυ μακραν δια σε, ωστε να μη δυνασαι να φερης αυτα, η εαν ο τοπος απεχη πολυ απο σου, οντινα εκλεξη Κυριος ο Θεος σου δια να θεση εκει το ονομα αυτου, οτε σε ηυλογησε Κυριος ο Θεος σου,
så må du sälja det och knyta in penningarna och taga dem med dig och gå till den plats som Herren, din Gud, utväljer.
τοτε θελεις εξαργυρωσει αυτα, και θελεις κομποδεσει το αργυριον εις την χειρα σου και υπαγει εις τον τοπον οντινα εκλεξη Κυριος ο Θεος σου
Och du må köpa för penningarna vadhelst dig lyster fäkreatur eller småboskap, eller vin eller andra starka drycker eller vad du eljest kan åstunda; och så skall du hålla måltid där inför HERRENS, din Guds, ansikte och glädja dig med ditt husfolk.
και θελεις δωσει το αργυριον αντι οποιουδηποτε πραγματος επιθυμει η ψυχη σου, αντι βοων η αντι προβατων η αντι οινου η αντι σικερα η αντι οποιουδηποτε πραγματος ορεγεται η ψυχη σου και θελεις τρωγει εκει ενωπιον Κυριου του Θεου σου, και θελεις ευφρανθη, συ και ο οικος σου
Och leviten som bor inom dina portar skall du då icke glömma bort, ty han har ingen lott eller arvedel jämte dig.
και ο Λευιτης ο εντος των πυλων σου δεν θελεις εγκαταλειψει αυτον διοτι δεν εχει μεριδα ουδε κληρονομιαν μετα σου.
Vid slutet av vart tredje år skall du avskilja all tionde av vad du har fått i avkastning under det året och lägga upp det inom dina städer.
Εις το τελος του τριτου ετους, θελεις εκφερει παν το δεκατον των γεννηματων σου του ετους εκεινου, και θελεις εναποθετει εντος των πυλων σου
Och sedan skall leviten få komma, han som ingen lott eller arvedel har jämte dig, så ock främlingen och den faderlöse och änkan som bo inom dina portar; och då skola äta och bliva mätta. Så skall du göra, för att Herren din Gud, må välsigna dig i alla dina händers verk, i allt vad du gör.
και ο Λευιτης, διοτι δεν εχει μεριδα ουδε κληρονομιαν μετα σου, και ο ξενος και ο ορφανος και η χηρα, οιτινες ειναι εντος των πυλων σου, θελουσιν ερχεσθαι και θελουσι τρωγει και χορταινει δια να σε ευλογηση Κυριος ο Θεος σου εις παντα τα εργα της χειρος σου οσα εργαζεσαι.