Psalms 115

Non a noi, o Eterno, non a noi, ma al tuo nome da’ gloria, per la tua benignità e per la tua fedeltà!
Μη εις ημας, Κυριε, μη εις ημας, αλλ εις το ονομα σου δος δοξαν, δια το ελεος σου, δια την αληθειαν σου.
Perché direbbero le nazioni: Dov’è il loro Dio?
Δια τι να ειπωσι τα εθνη, και που ειναι ο Θεος αυτων;
Ma il nostro Dio è nei cieli; egli fa tutto ciò che gli piace.
Αλλ ο Θεος ημων ειναι εν τω ουρανω παντα οσα ηθελησεν εποιησε.
I loro idoli sono argento ed oro, opera di mano d’uomo.
Τα ειδωλα αυτων ειναι αργυριον και χρυσιον, εργα χειρων ανθρωπων
Hanno bocca e non parlano, hanno occhi e non vedono,
Στομα εχουσι και δεν λαλουσιν οφθαλμους εχουσι και δεν βλεπουσιν
hanno orecchi e non odono, hanno naso e non odorano,
ωτα εχουσι και δεν ακουουσι μυκτηρας εχουσι και δεν οσφραινονται
hanno mani e non toccano, hanno piedi e non camminano, la loro gola non rende alcun suono.
Χειρας εχουσι και δεν ψηλαφωσι ποδας εχουσι και δεν περιπατουσιν ουδε ομιλουσι δια του λαρυγγος αυτων.
Come loro sian quelli che li fanno, tutti quelli che in essi confidano.
Ομοιοι αυτων ας γεινωσιν οι ποιουντες αυτα, πας ο ελπιζων επ αυτα.
O Israele, confida nell’Eterno! Egli è il loro aiuto e il loro scudo.
Ο Ισραηλ ηλπισεν επι Κυριον αυτος ειναι βοηθος και ασπις αυτων.
O casa d’Aaronne, confida nell’Eterno! Egli è il loro aiuto e il loro scudo.
Ο οικος του Ααρων ηλπισεν επι Κυριον αυτος ειναι βοηθος και ασπις αυτων.
O voi che temete l’Eterno, confidate nell’Eterno! Egli è il loro aiuto e il loro scudo.
Οι φοβουμενοι τον Κυριον ηλπισαν επι Κυριον αυτος ειναι βοηθος και ασπις αυτων.
L’Eterno si è ricordato di noi; egli benedirà, sì, benedirà la casa d’Israele, benedirà la casa d’Aaronne,
Ο Κυριος μας ενεθυμηθη θελει ευλογει, θελει ευλογει τον οικον Ισραηλ θελει ευλογει τον οικον Ααρων.
benedirà quelli che temono l’Eterno, piccoli e grandi.
Θελει ευλογει τους φοβουμενους τον Κυριον, τους μικρους μετα των μεγαλων.
L’Eterno vi moltiplichi le sue grazie, a voi ed ai vostri figliuoli.
Ο Κυριος θελει αυξησει υμας, υμας και τα τεκνα υμων.
Siate benedetti dall’Eterno, che ha fatto il cielo e la terra.
σεις εισθε οι ευλογημενοι του Κυριου, του ποιησαντος τον ουρανον και την γην.
I cieli sono i cieli dell’Eterno, ma la terra l’ha data ai figliuoli degli uomini.
Οι ουρανοι των ουρανων ειναι του Κυριου, την δε γην εδωκεν εις τους υιους των ανθρωπων.
Non sono i morti che lodano l’Eterno, né alcuno di quelli che scendono nel luogo del silenzio;
Οι νεκροι δεν θελουσιν αινεσει τον Κυριον, ουδε παντες οι καταβαινοντες εις τον τοπον της σιωπης
ma noi benediremo l’Eterno da ora in perpetuo. Alleluia.
αλλ ημεις θελομεν ευλογει τον Κυριον, απο του νυν και εως του αιωνος. Αλληλουια.