Psalms 41

För sångmästaren; en psalm av David.
Εις τον πρωτον μουσικον. Ψαλμος του Δαβιδ. Μακαριος ο επιβλεπων εις τον πτωχον εν ημερα θλιψεως θελει ελευθερωσει αυτον ο Κυριος.
 Säll är den som låter sig vårda om den arme;  honom skall HERREN hjälpa      på olyckans dag.
Ο Κυριος θελει φυλαξει αυτον και διατηρησει την ζωην αυτου μακαριος θελει εισθαι επι της γης και δεν θελεις παραδωσει αυτον εις την επιθυμιαν των εχθρων αυτου.
 HERREN skall bevara honom och behålla honom vid liv,      han skall prisas säll i landet.  Icke skall du överlämna honom      åt hans fienders vilja!
Ο Κυριος θελει ενδυναμονει αυτον επι της κλινης της ασθενειας εν τη αρρωστια αυτου συ θελεις στρονει ολην την κλινην αυτου.
 HERREN skall på sjukbädden      stå honom bi;  vid hans krankhet förvandlar du      alldeles hans läger.
Εγω ειπα, Κυριε, ελεησον με ιασαι την ψυχην μου, διοτι ημαρτον εις σε.
 Så säger jag då: HERRE;      var du mig nådig;  hela du min själ,      ty jag har syndat mot dig.
Οι εχθροι μου λεγουσι κακα περι εμου, Ποτε θελει αποθανει, και θελει απολεσθη το ονομα αυτου;
 Mina fiender tala      vad ont är mot mig:  »När skall han dö      och hans namn förgås?»
Και εαν τις ερχηται να με ιδη, ομιλει ματαιοτητα η καρδια αυτου συναγει εις εαυτην ανομιαν εξελθων εξω, λαλει αυτην.
 Kommer någon och besöker mig,      så talar han falskhet;  hans hjärta samlar åt honom      vad ondskefullt är;  sedan går han ut och talar därom.
Κατ εμου ψιθυριζουσιν ομου παντες οι μισουντες με κατ εμου διαλογιζονται κακα λεγοντες,
 De som hata mig tassla alla      med varandra mot mig;  de tänka ut mot mig      det som är mig till skada.
Πραγμα κακον εκολληθη εις αυτον και κατακοιτος ων δεν θελει πλεον σηκωθη.
 »Ohjälplig ofärd      har drabbat honom,  han som ligger där      skall icke mer stå upp.»
Και αυτος ο ανθρωπος, μετα του οποιου εζων ειρηνικως, επι τον οποιον ηλπισα, οστις ετρωγε τον αρτον μου, εσηκωσεν επ εμε πτερναν.
 Ja, också min vän,      som jag litade på,  han som åt mitt bröd,      lyfter nu mot mig sin häl.
Αλλα συ, Κυριε, ελεησον με και αναστησον με, και θελω ανταποδωσει εις αυτους.
 Men du, HERRE,      var mig nådig och upprätta mig,      så vill jag vedergälla dem.
Εκ τουτου γνωριζω οτι συ με ευνοεις, επειδη δεν θριαμβευει κατ εμου ο εχθρος μου.
 Att du har behag till mig,      det vet jag därav  att min fiende icke      får jubla över mig.
Εμε δε, συ με εστηριξας εις την ακεραιοτητα μου, και με εστερεωσας ενωπιον σου εις τον αιωνα.
 Ty mig uppehåller du,      för min ostrafflighets skull,  och låter mig stå      inför ditt ansikte evinnerligen.               ---- [ (Psalms 41:14) Lovad vare HERREN, Israels Gud, från evighet till evighet! Amen, Amen.          Den bedrövades och förföljdes längtan                      till Guds hus. ]
Ευλογητος Κυριος ο Θεος του Ισραηλ, απ αιωνος και εως αιωνος. Αμην και αμην.