Psalms 94

Θεε των εκδικησεων, Κυριε, Θεε των εκδικησεων, εμφανηθι.
 Du hämndens Gud, o HERRE,  du hämndens Gud, träd fram i glans.
Υψωθητι, Κριτα της γης αποδος ανταποδοσιν εις τους υπερηφανους.
 Res dig, du jordens domare,  vedergäll de högmodiga vad de hava gjort.
Εως ποτε οι ασεβεις, Κυριε, εως ποτε οι ασεβεις θελουσι θριαμβευει;
 Huru länge skola de ogudaktiga, o HERRE,  huru länge skola de ogudaktiga triumfera?
Εως ποτε θελουσι προφερει και λαλει σκληρα; θελουσι καυχασθαι παντες οι εργαται της ανομιας;
 Deras mun flödar över av fräckt tal;  de förhäva sig, alla ogärningsmännen.
Τον λαον σου, Κυριε, καταθλιβουσι και την κληρονομιαν σου κακοποιουσι.
 Ditt folk, o HERRE, krossa de,  och din arvedel förtrycka de.
Την χηραν και τον ξενον φονευουσι και θανατονουσι τους ορφανους.
 Änkor och främlingar dräpa de,  och faderlösa mörda de.
Και λεγουσι, δεν θελει ιδει ο Κυριος ουδε θελει νοησει ο Θεος του Ιακωβ.
 Och de säga: »HERREN ser det icke,  Jakobs Gud märker det icke.»
Εννοησατε, οι αφρονες μεταξυ του λαου και οι μωροι, ποτε θελετε φρονιμευσει;
 Märken själva, I oförnuftiga bland folket;  I dårar, när kommen I till förstånd?
Ο φυτευσας το ωτιον, δεν θελει ακουσει; ο πλασας τον οφθαλμον, δεν θελει ιδει;
 Den som har planterat örat,      skulle han icke höra?  Den som har danat ögat,      skulle han icke se?
Ο σωφρονιζων τα εθνη, δεν θελει ελεγξει; ο διδασκων τον ανθρωπον γνωσιν;
 Den som håller hedningarna i tukt,      skulle han icke straffa,  han som lär människorna förstånd?
Ο Κυριος γνωριζει τους διαλογισμους των ανθρωπων, οτι ειναι ματαιοι.
 HERREN känner      människornas tankar,  han vet att de själva äro fåfänglighet.
Μακαριος ο ανθρωπος, τον οποιον σωφρονιζεις, Κυριε, και δια του νομου σου διδασκεις αυτον
 Säll är den man      som du, HERRE, undervisar,  och som du lär genom din lag,
δια να αναπαυης αυτον απο των ημερων της συμφορας, εωσου σκαφθη λακκος εις τον ασεβη.
 för att skaffa honom ro för olyckans dagar,  till dess de ogudaktigas grav varder grävd.
Διοτι δεν θελει απορριψει ο Κυριος τον λαον αυτου, και την κληρονομιαν αυτου δεν θελει εγκαταλειψει.
 Ty HERREN förskjuter icke sitt folk,  och sin arvedel övergiver han icke.
Επειδη η κρισις θελει επιστρεψει εις την δικαιοσυνην, και θελουσιν ακολουθησει αυτην παντες οι ευθεις την καρδιαν.
 Nej, rättfärdighet skall åter gälla i rätten,  och alla rättsinniga skola hålla sig därtill.
Τις θελει σηκωθη υπερ εμου κατα των πονηρευομενων; τις θελει παρασταθη υπερ εμου κατα των εργατων της ανομιας;
 Vem står upp till att försvara mig mot de onda,  vem bistår mig mot ogärningsmännen?
Εαν ο Κυριος δεν με εβοηθει, παρ ολιγον ηθελε κατοικησει ψυχη μου εν τη σιωπη.
 Om HERREN icke vore min hjälp,  så bodde min själ snart i det tysta.
Οτε ελεγον, ωλισθησεν ο πους μου, το ελεος σου, Κυριε, με εβοηθει.
 När jag tänkte: »Min fot vacklar»,  då stödde mig din når, o HERRE:
Εν τω πληθει των αμηχανιων της καρδιας μου, αι παρηγοριαι σου ευφραναν την ψυχην μου.
 När jag hade mycket bekymmer i mitt hjärta,  då gladde din tröst min själ.
Μηπως εχει μετα σου συγκοινωνιαν ο θρονος της ανομιας, οστις μηχαναται αδικιαν αντι νομου;
 Kan fördärvets domarsäte hava gemenskap med dig,  det säte där man över våld i lagens namn,
Αυτοι εφορμωσι κατα της ψυχης του δικαιου και αιμα αθωον καταδικαζουσιν.
 där de tränga den rättfärdiges själ  och fördöma oskyldigt blod?
Αλλ ο Κυριος ειναι εις εμε καταφυγιον και ο Θεος μου το φρουριον της ελπιδος μου.
 Men HERREN bliver för mig en borg,  min Gud bliver min tillflykts klippa.
Και θελει επιστρεψει επ αυτους την ανομιαν αυτων και εν τη πονηρια αυτων θελει αφανισει αυτους Κυριος ο Θεος ημων θελει αφανισει αυτους.
 Och han låter deras fördärv vända tillbaka över dem  och förgör dem för deras ondskas skull.  Ja, HERREN, vår Gud, förgör dem.