Leviticus 19

Και ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην, λεγων,
L’Eterno parlò ancora a Mosè, dicendo:
Λαλησον προς πασαν την συναγωγην των υιων Ισραηλ και ειπε προς αυτους, Αγιοι θελετε εισθαι διοτι αγιος ειμαι εγω Κυριος ο Θεος σας.
"Parla a tutta la raunanza de’ figliuoli d’Israele, e di’ loro: Siate santi, perché io, l’Eterno, l’Iddio vostro, son santo.
Θελετε φοβεισθαι εκαστος την μητερα αυτου και τον πατερα αυτου και τα σαββατα μου θελετε φυλαττει. Εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας.
Rispetti ciascuno sua madre e suo padre, e osservate i miei sabati. Io sono l’Eterno, l’Iddio vostro.
Μη στραφητε εις ειδωλα μηδε καμητε εις εαυτους θεους χωνευτους. Εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας.
Non vi rivolgete agl’idoli, e non vi fate degli dèi di getto. Io sono l’Eterno, l’Iddio vostro.
Και οταν προσφερητε θυσιαν ειρηνικης προσφορας προς τον Κυριον, αυτοπροαιρετως θελετε προσφερει αυτην.
E quando offrirete un sacrifizio di azioni di grazie all’Eterno, l’offrirete in modo da esser graditi.
Θελει τρωγεσθαι την ημεραν καθ ην προσφερετε αυτην, και την επαυριον εαν δε μεινη τι εως της τριτης ημερας, με πυρ θελει κατακαυθη.
Lo si mangerà il giorno stesso che l’avrete immolato, e il giorno seguente; e se ne rimarrà qualcosa fino al terzo giorno, lo brucerete col fuoco.
Εαν δε ποτε φαγωθη την ημεραν την τριτην, ειναι βδελυκτον δεν θελει εισθαι ευπροσδεκτος.
Se se ne mangerà il terzo giorno, sarà cosa abominevole; il sacrifizio non sarà gradito.
Δια τουτο οστις φαγη αυτην, θελει βαστασει την ανομιαν αυτου, διοτι εβεβηλωσε τα αγια του Κυριου και η ψυχη αυτη θελει εξολοθρευθη εκ του λαου αυτης.
E chiunque ne mangerà porterà la pena della sua iniquità, perché avrà profanato ciò ch’è sacro all’Eterno; e quel tale sarà sterminato di fra il suo popolo.
Και οταν θεριζητε τον θερισμον της γης σας, δεν θελεις θερισει ολοκληρως τας ακρας του αγρου σου και τα αποπιπτοντα του θερισμου σου δεν θελεις συλλεξει.
Quando mieterete la raccolta della vostra terra, non mieterai fino all’ultimo canto il tuo campo, e non raccoglierai ciò che resta da spigolare della tua raccolta;
Και τον αμπελωνα σου δεν θελεις επανατρυγησει ουτε τας ρωγας του αμπελωνος σου θελεις συλλεξει εις τον πτωχον και εις τον ξενον θελεις αφησει αυτας. Εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας.
e nella tua vigna non coglierai i raspoli, né raccoglierai i granelli caduti; li lascerai per il povero e per il forestiere. Io sono l’Eterno, l’Iddio vostro.
Δεν θελετε κλεπτει ουδε θελετε ψευδεσθαι ουδε θελετε απατησει εκαστος τον πλησιον αυτου.
Non ruberete, e non userete inganno né menzogna gli uni a danno degli altri.
Και δεν θελετε ομνυει εις το ονομα μου ψευδως και δεν θελεις βεβηλονει το ονομα του Θεου σου. Εγω ειμαι ο Κυριος.
Non giurerete il falso, usando il mio nome; ché profaneresti il nome del tuo Dio. Io sono l’Eterno.
Δεν θελεις αδικησει τον πλησιον σου ουδε θελεις αρπασει δεν θελει διανυκτερευσει ο μισθος του μισθωτου μετα σου εως πρωι.
Non opprimerai il tuo prossimo, e non gli rapirai ciò ch’è suo; il salario dell’operaio al tuo servizio non ti resti in mano la notte fino al mattino.
Δεν θελεις κακολογησει τον κωφον, και εμπροσθεν του τυφλου δεν θελεις βαλει προσκομμα, αλλα θελεις φοβηθη τον Θεον σου. Εγω ειμαι ο Κυριος.
Non maledirai il sordo, e non porrai inciampo davanti al cieco, ma temerai il tuo Dio. Io sono l’Eterno.
Δεν θελετε καμει αδικιαν εις κρισιν δεν θελεις αποβλεψει εις προσωπον πτωχου ουδε θελεις σεβασθη προσωπον δυναστου εν δικαιοσυνη θελεις κρινει τον πλησιον σου.
Non commetterete iniquità, nel giudicare; non avrai riguardo alla persona del povero, né tributerai speciale onore alla persona del potente; ma giudicherai il tuo prossimo con giustizia.
Δεν θελεις περιφερεσθαι συκοφαντων μεταξυ του λαου σου ουδε θελεις σηκωθη κατα του αιματος του πλησιον σου. Εγω ειμαι ο Κυριος.
Non andrai qua e là facendo il diffamatore fra il tuo popolo, né ti presenterai ad attestare il falso a danno della vita del tuo prossimo. Io sono l’Eterno.
Δεν θελεις μισησει τον αδελφον σου εν τη καρδια σου θελεις ελεγξει παρρησια τον πλησιον σου και δεν θελεις υποφερει αμαρτιαν επ αυτον.
Non odierai il tuo fratello in cuor tuo; riprendi pure il tuo prossimo, ma non ti caricare d’un peccato a cagion di lui.
Δεν θελεις εκδικεισθαι ουδε θελεις μνησικακει κατα των υιων του λαου σου αλλα θελεις αγαπα τον πλησιον σου ως σεαυτον. Εγω ειμαι ο Κυριος.
Non ti vendicherai, e non serberai rancore contro i figliuoli del tuo popolo, ma amerai il prossimo tuo come te stesso. Io sono l’Eterno. Osserverete le mie leggi.
Τα νομιμα μου θελετε φυλαττει δεν θελεις καμει τα κτηνη σου να βατευωνται με ετεροειδη εις τον αγρον σου δεν θελεις σπειρει ετεροειδη σπερματα ουδε θελεις βαλει επανω σου ενδυμα συμμικτον εξ ετεροειδους κλωστης.
Non accoppierai bestie di specie differenti; non seminerai il tuo campo con due sorta di seme, né porterai veste tessuta di due diverse materie.
Και εαν τις συνουσιασθη μετα γυναικος, ητις ειναι δουλη ηρραβωνισμενη μετα ανδρος και δεν ειναι εξηγορασμενη, ουδε εδοθη εις αυτην η ελευθερια, θελουσι μαστιγωθη δεν θελουσι φονευθη, διοτι αυτη δεν ητο ελευθερα.
Se uno si giace carnalmente con donna che sia schiava promessa a un uomo, ma non riscattata o affrancata, saranno ambedue puniti; ma non saranno messi a morte, perché colei non era libera.
Και αυτος θελει φερει την περι ανομιας προσφοραν αυτου προς τον Κυριον εις την θυραν της σκηνης του μαρτυριου, κριον δια προσφοραν περι ανομιας.
L’uomo menerà all’Eterno, all’ingresso della tenda di convegno, come sacrifizio di riparazione, un montone;
Και θελει καμει ο ιερευς εξιλεωσιν περι αυτου δια του κριου της περι ανομιας προσφορας ενωπιον του Κυριου, δια την αμαρτιαν αυτου την οποιαν ημαρτησε και θελει συγχωρηθη εις αυτον η αμαρτια αυτου την οποιαν ημαρτησε.
e il sacerdote farà per lui l’espiazione davanti all’Eterno, col montone del sacrifizio di riparazione, per il peccato che colui ha commesso, e il peccato che ha commesso gli sarà perdonato.
Και οταν εισελθητε εις την γην και φυτευσητε παν δενδρον τροφιμον, τοτε θελετε περικαθαριζει τον καρπον αυτου ως ακαθαρτον τρια ετη θελει εισθαι εις εσας ακαθαρτος δεν θελει τρωγεσθαι.
Quando sarete entrati nel paese e vi avrete piantato ogni sorta d’alberi fruttiferi, ne considererete i frutti come incirconcisi; per tre anni saranno per voi come incirconcisi; non si dovranno mangiare.
Και εις το τεταρτον ετος θελει εισθαι ολος ο καρπος αυτου αγιος εις δοξαν του Κυριου.
Ma il quarto anno tutti i loro frutti saranno consacrati all’Eterno, per dargli lode.
Εις δε το πεμπτον ετος θελετε τρωγει τον καρπον αυτου, δια να πληθυνθη εις εσας το εισοδημα αυτου. Εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας.
E il quinto anno mangerete il frutto di quegli alberi, affinché essi vi aumentino il loro prodotto. Io sono l’Eterno, l’Iddio vostro.
Δεν θελετε τρωγει ουδεν μετα του αιματος αυτου ουδε θελετε μεταχειριζεσθαι μαντειας ουδε θελετε προμαντευει καιρους.
Non mangerete nulla che contenga sangue. Non praticherete alcuna sorta di divinazione o di magia.
Δεν θελετε κουρευσει κυκλοειδως την κομην της κεφαλης σας ουδε θελετε φθειρει τα ακρα των πωγωνων σας.
Non vi taglierete in tondo i capelli ai lati dei capo, né toglierai i canti alla tua barba.
Δεν θελετε καμει εντομιδας εις το σωμα σας δια νεκρον, ουδε γραμματα στικτα θελετε εγχαραξει επανω σας. Εγω ειμαι ο Κυριος.
Non vi farete incisioni nella carne per un morto, né vi stamperete segni addosso. Io sono l’Eterno.
Δεν θελεις βεβηλωσει την θυγατερα σου, καθιστων αυτην πορνην μηπως ο τοπος πεση εις πορνειαν και γεμιση ο τοπος απο ασεβειας.
Non profanare la tua figliuola, prostituendola, affinché il paese non si dia alla prostituzione e non si riempia di scelleratezze.
Τα σαββατα μου θελετε φυλαττει, και το αγιαστηριον μου θελετε σεβεσθαι. Εγω ειμαι ο Κυριος.
Osserverete i miei sabati, e porterete rispetto ai mio santuario. Io sono l’Eterno.
Δεν θελετε ακολουθει τους εχοντας πνευμα μαντειας ουδε θελετε προσκολληθη εις επαοιδους, ωστε να μιαινησθε δι αυτων. Εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας.
Non vi rivolgete agli spiriti, né agl’indovini; non li consultate, per non contaminarvi per mezzo loro. Io sono l’Eterno, l’Iddio vostro.
Ενωπιον της πολιας θελεις προσηκονεσθαι και θελεις τιμησει το προσωπον του γεροντος και θελεις φοβηθη τον Θεον σου. Εγω ειμαι ο Κυριος.
Alzati dinanzi al capo canuto, onora la persona del vecchio, e temi il tuo Dio. Io sono l’Eterno.
Και εαν τις ξενος παροικη μετα σου εν τη γη υμων, δεν θελετε θλιψει αυτον
Quando qualche forestiero soggiornerà con voi nel vostro paese, non gli farete torto.
ο ξενος, ο παροικων με σας, θελει εισθαι εις εσας ως ο αυτοχθων, και θελεις αγαπα αυτον ως σεαυτον διοτι ξενοι εσταθητε εν γη Αιγυπτου. Εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας.
Il forestiero che soggiorna fra voi, lo tratterete come colui ch’è nato fra voi; tu l’amerai come te stesso; poiché anche voi foste forestieri nel paese d’Egitto. Io sono l’Eterno, l’Iddio vostro.
Δεν θελετε πραξει αδικιαν εις κρισιν, εις μετρα, εις σταθμα και εις ζυγια
Non commetterete ingiustizie nei giudizi, né con le misure di lunghezza, né coi pesi, né con le misure di capacità.
ζυγια δικαια σταθμα δικαια, εφα δικαιον, και ιν δικαιον, θελετε εχει. Εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας, οστις σας εξηγαγον εκ γης Αιγυπτου.
Avrete stadere giuste, pesi giusti, efa giusto, hin giusto. Io sono l’Eterno, l’Iddio vostro, che v’ho tratto dal paese d’Egitto.
Θελετε φυλαττει λοιπον παντα τα διαταγματα μου και πασας τας κρισεις μου και θελετε καμνει αυτα. Εγω ειμαι ο Κυριος.
Osserverete dunque tutte le mie leggi e tutte le mie prescrizioni, e le metterete in pratica. Io sono l’Eterno".