Numbers 16

Och Kora, son till Jishar, son till Kehat, son till Levi, samt Datan och Abiram, Eliabs söner, och On, Pelets son, av Rubens söner, dessa togo till sig folk
Ο δε Κορε ο υιος του Ισααρ, υιου του Κααθ, υιου του Λευι, και Δαθαν και Αβειρων οι υιοι του Ελιαβ, και Ων ο υιος του Φαλεθ, υιοι Ρουβην, εστασιασαν,
och gjorde uppror emot Mose; och dem följde två hundra femtio män av Israels barn, hövdingar i menigheten, ombud i folkförsamlingen, ansedda män.
και εσηκωθησαν εναντιον του Μωυσεως μετα διακοσιων πεντηκοντα ανθρωπων εκ των υιων Ισραηλ, αρχηγων της συναγωγης, συγκλητων της βουλης, ανδρων ονομαστων
Och de församlade sig emot Mose och Aron och sade till dem: »Nu må det vara nog. Hela menigheten är ju helig, alla äro det, och HERREN är mitt ibland dem; varför upphäven I eder då över HERRENS församling?»
και συνηχθησαν εναντιον του Μωυσεως και εναντιον του Ααρων και ειπον προς αυτους, Αρκει εις εσας, διοτι πασα η συναγωγη, παντες ειναι αγιοι και ο Κυριος ειναι μεταξυ αυτων και δια τι υψονεσθε υπερανω της συναγωγης του Κυριου;
När Mose hörde detta, föll han ned på sitt ansikte.
Ακουσας δε ο Μωυσης επεσε κατα προσωπον αυτου
Sedan talade han till Kora och hela hans hop och sade: »I morgon skall HERREN göra kunnigt vem som hör honom till, och vem som är den helige åt vilken han giver tillträde till sig. Och den han utväljer, honom skall han giva tillträde till sig.
και ελαλησε προς τον Κορε και προς πασαν την συνοδιαν αυτου, λεγων, Το πρωι θελει φανερωσει ο Κυριος ποιοι ειναι αυτου και ποιος αγιος και θελει καμει αυτον να πλησιαση εις αυτον και οντινα εξελεξε, τουτον θελει καμει να πλησιαση εις αυτον.
Gören nu på detta sätt: tagen edra fyrfat, du Kora och hela din hop,
Τουτο καμετε, Λαβετε εις εαυτους θυμιατηρια, ο Κορε και πασα η συνοδια αυτου
och läggen eld i dem och strön rökelse på dem inför HERRENS ansikte i morgon; den man som HERREN då utväljer, han är den helige. Ja, nu må det vara nog, I Levi söner.»
και βαλετε επ αυτα πυρ και επιθεσατε θυμιαμα επ αυτα ενωπιον του Κυριου αυριον και ο ανθρωπος τον οποιον εκλεξη ο Κυριος, ουτος θελει εισθαι αγιος. Αρκει εις εσας, υιοι Λευι.
Ytterligare sade Mose till Kora: Hören nu, I Levi söner.
Και ειπεν ο Μωυσης προς τον Κορε, Ακουσατε τωρα, υιοι Λευι.
Är det eder icke nog att Israels Gud har avskilt eder från Israels menighet och givit eder tillträde till sig, så att I fån förrätta tjänsten i HERRENS tabernakel och stå inför menigheten och betjäna den?
Μικρον πραγμα ειναι τουτο εις εσας, οτι εξεχωρισεν εσας ο Θεος του Ισραηλ απο της συναγωγης του Ισραηλ, δια να σας φερη πλησιον αυτου να καμνητε την υπηρεσιαν της σκηνης του Κυριου και να στεκησθε εμπροσθεν της συναγωγης, δια να υπηρετητε εις αυτους;
Åt dig, och åt alla dina bröder, Levi söner, jämte dig, har han givit tillträde till sig; och nu stån I också efter prästadömet!
και αφου σε εφερε πλησιον εαυτου και παντας τους αδελφους σου τους υιους Λευι μετα σου, σεις ζητειτε και την ιερατειαν;
Därför, tagen eder till vara, du och hela din hop, I som haven rotat eder samman mot HERREN -- ty vad är Aron, att I knorren mot honom?»
ουτω καμνεις, συ και πασα η συνοδια σου, οιτινες εισθε συνηθροισμενοι εναντιον του Κυριου και ο Ααρων τις ειναι, ωστε να γογγυζητε εναντιον αυτου;
Och Mose sände och lät kalla till sig Datan och Abiram, Eliabs söner. Men de sade: »vi komma icke.
Και εστειλεν ο Μωυσης να καλεση τον Δαθαν και τον Αβειρων τους υιους Ελιαβ οι δε ειπον, Δεν αναβαινομεν
Är det icke nog att du har fört oss hitupp ur ett land som flöt av mjölk och honung, för att låta oss dö I öknen? Vill du nu ock upphäva dig till herre över oss?
μικρον ειναι τουτο, οτι ανηγαγες ημας εκ γης ρεουσης γαλα και μελι, δια να θανατωσης ημας εν τη ερημω, και οτι ως αρχων θελεις να κατεξουσιαζης ημας;
Ingalunda har du fört oss in i ett land som flyter av mjölk och honung, eller givit oss åkrar och vingårdar till arvedel. Eller tror du att du kan sticka ut ögonen på dessa människor? Nej, vi komma icke.»
αλλα συ δεν εφερες ημας εις γην ρεουσαν γαλα και μελι ουδε εδωκας εις ημας κληρονομιαν αγρων και αμπελωνων τους οφθαλμους των ανθρωπων τουτων θελεις να εκβαλης; δεν αναβαινομεν.
Då blev Mose mycket vred och sade till HERREN: »Se icke till deras offergåva. Icke så mycket som en enda åsna har jag tagit av dem, och ingen av dem har jag gjort något ont.»
Και εβαρυθυμησεν ο Μωυσης σφοδρα και ειπε προς τον Κυριον, Μη επιβλεψης εις την προσφοραν αυτων ουδε ενα ονον απ αυτων ελαβον ουδε εβλαψα τινα εξ αυτων.
Och Mose sade till Kora: »Du och hela din hop mån inställa eder inför HERRENS ansikte i morgon, du själv och de, så ock Aron.
Και ειπεν ο Μωυσης προς τον Κορε, Συ και πασα η συνοδια σου να ησθε ενωπιον του Κυριου, συ, και αυτοι, και ο Ααρων, αυριον
Och var och en av eder må taga sitt fyrfat och lägga rökelse därpå, och sedan bära sitt fyrfat fram inför HERRENS ansikte, två hundra femtio fyrfat; du själv och Aron mån ock taga var sitt fyrfat.»
και λαβετε εκαστος το θυμιατηριον αυτου και επιθεσατε θυμιαμα επ αυτα και φερετε ενωπιον του Κυριου, εκαστος το θυμιατηριον αυτου, διακοσια πεντηκοντα θυμιατηρια και συ, και ο Ααρων, εκαστος το θυμιατηριον αυτου.
Och de togo var och en sitt fyrfat och lade eld därpå och strödde rökelse därpå, och ställde sig vid ingången till uppenbarelsetältet; och Mose och Aron likaså.
Και ελαβον εκαστος το θυμιατηριον αυτου και εβαλον επ αυτα πυρ, και επεθεσαν επ αυτα θυμιαμα και εσταθησαν εις την θυραν της σκηνης του μαρτυριου μετα του Μωυσεως και του Ααρων.
Och Kora församlade mot dem hela menigheten vid ingången till uppenbarelsetältet. Då visade sig HERRENS härlighet för hela menigheten.
Και συνηγαγεν εναντιον αυτων ο Κορε πασαν την συναγωγην εις την θυραν της σκηνης του μαρτυριου. Και η δοξα του Κυριου εφανη εις πασαν την συναγωγην.
och HERREN talade till Mose och Aron och sade:
Και ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην και προς τον Ααρων λεγων,
»Skiljen eder från denna menighet, så skall jag i ett ögonblick förgöra dem.»
Αποχωρισθητε εκ μεσου της συναγωγης ταυτης, δια να εξαναλωσω αυτους δια μιας.
Då föllo de ned på sina ansikten och sade: »O Gud, du Gud som råder över allt kötts anda, skall du förtörnas på hela menigheten, därför att en enda man syndar?»
Και επεσαν κατα προσωπον αυτων, και ειπον, Ω Θεε, Θεε των πνευματων πασης σαρκος, εις ανθρωπος ημαρτησε και θελεις οργισθη εναντιον πασης της συναγωγης;
Då talade HERREN till Mose och sade:
Και ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην, λεγων,
»Tala till menigheten och säg: Dragen eder bort ifrån platsen runt omkring Koras, Datans och Abirams lägerställe.»
Λαλησον προς την συναγωγην, λεγων, Αναχωρησατε απο της σκηνης του Κορε, του Δαθαν και του Αβειρων κυκλοθεν.
Och Mose stod upp och gick till Datan och Abiram, och de äldste i Israel följde honom.
Και εσηκωθη ο Μωυσης, και υπηγε προς τον Δαθαν και Αβειρων και ηκολουθησαν αυτον οι πρεσβυτεροι του Ισραηλ.
Och han talade till menigheten och sade: »Viken bort ifrån dessa ogudaktiga människors tält, och kommen icke vid något som tillhör dem, på det att I icke mån förgås genom alla deras synder.»
Και ελαλησε προς την συναγωγην λεγων, Αποχωρισθητε ευθυς απο των σκηνων των ασεβων τουτων ανθρωπων και μη εγγισητε μηδεν εκ των οσα ειναι αυτων, δια να μη αφανισθητε εν μεσω πασων των αμαρτιων αυτων.
Då drogo de sig bort ifrån platsen runt omkring Koras, Datans och Abirams lägerställe; men Datan och Abiram hade gått ut och ställt sig vid ingången till sina tält med sina hustrur och barn, både stora och små.
Ανεχωρησαν λοιπον απο της σκηνης του Κορε, του Δαθαν και του Αβειρων κυκλοθεν και ο Δαθαν και ο Αβειρων εξηλθον, και εσταθησαν εις την θυραν των σκηνων αυτων και αι γυναικες αυτων και οι υιοι αυτων και αι οικογενειαι αυτων.
Och Mose sade: »Därav skolen I förnimma att det är HERREN som har sänt mig för att göra alla dessa gärningar, och att jag icke har handlat efter eget tycke:
Και ειπεν ο Μωυσης, Εκ τουτου θελετε γνωρισει οτι ο Κυριος με απεστειλε δια να πραξω παντα τα εργα ταυτα, και οτι δεν επραξα απ εμαυτου.
om dessa dö på samma sätt som andra människor dö, eller drabbas av hemsökelse på samma sätt som andra människor, så har HERREN icke sänt mig;
Εαν οι ανθρωποι ουτοι αποθανωσι τον κοινον θανατον παντων των ανθρωπων, η εαν γεινη ανταποδοσις εις αυτους κατα την ανταποδοσιν παντων των ανθρωπων, δεν με απεστειλεν ο Κυριος
men om HERREN här låter något alldeles nytt ske, i det att marken öppnar sin mun och uppslukar dem med allt vad de hava, så att de levande fara ned i dödsriket, då skolen I därav veta att dessa människor hava föraktat HERREN.»
εαν ομως ο Κυριος καμη θαυμα, και ανοιξη η γη το στομα αυτης και καταπιη αυτους και παντα τα αυτων και καταβωσι ζωντες εις τον αδην, τοτε θελετε γνωρισει οτι παρωξυναν οι ανθρωποι ουτοι τον Κυριον.
Och just som han hade slutat att tala allt detta, rämnade marken under dem,
Και ως επαυσε λαλων παντας τους λογους τουτους, εσχισθη το εδαφος το υποκατω αυτων.
och jorden öppnade sin mun och uppslukade dem och deras hus och allt Koras folk och alla deras ägodelar;
Και η γη ηνοιξε το στομα αυτης και κατεπιεν αυτους και τους οικους αυτων και παντας τους ανθρωπους τους μετα του Κορε και πασαν την περιουσιαν αυτων.
och de foro levande ned i dödsriket, de med allt vad de hade, och jorden övertäckte dem, och så utrotades de ur församlingen.
Και κατεβησαν αυτοι και παντα τα αυτων ζωντες εις τον αδην, και η γη εκλεισθη επανωθεν αυτων και ηφανισθησαν εκ μεσου της συναγωγης.
Och hela Israel, som stod runt omkring dem, flydde vid deras rop, ty de fruktade att bliva uppslukade av jorden.
Και πας ο Ισραηλ ο περιξ αυτων εφυγον εις την βοην αυτων, λεγοντες, Μηπως καταπιη και ημας η γη.
Men eld gick ut från HERREN och förtärde de två hundra femtio männen som hade burit fram rökelse.
Και πυρ εξηλθε παρα Κυριου και κατεφαγε τους διακοσιους πεντηκοντα ανδρας τους προσφεροντας το θυμιαμα.
Och HERREN talade till Mose och sade:
Και ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην λεγων,
»Säg till Eleasar, prästen Arons son, att han skall taga fyrfaten ut ur branden, men kasta ut elden i dem långt bort,
Ειπε προς τον Ελεαζαρ τον υιον Ααρων του ιερεως, να λαβη τα θυμιατηρια απο της πυρκαιας και το πυρ σκορπισον εκει διοτι ειναι ηγιασμενα,
ty de hava blivit heliga. Och dessa fyrfat -- de mäns som genom sin synd förverkade sina liv -- dem skall man hamra ut till plåtar för att därmed överdraga altaret; ty de hava varit framburna inför HERRENS ansikte och hava därigenom blivit heliga. Och de skola så vara ett tecken för Israels barn.»
τα θυμιατηρια τουτων των αμαρτησαντων εναντιον εις τας ψυχας αυτων και ας καμωσιν αυτα πλακας δια καλυμμα του θυσιαστηριου επειδη ουτοι προσεφεραν αυτα ενωπιον του Κυριου, δια τουτο ειναι ηγιασμενα και θελουσιν εισθαι δια σημειον εις τους υιους Ισραηλ.
Då tog prästen Eleasar kopparfyrfaten som de uppbrända männen hade burit fram, och man hamrade ut dem för att därmed överdraga altaret,
Και ελαβεν Ελεαζαρ ο ιερευς τα χαλκινα θυμιατηρια, τα οποια προσεφεραν οι καυθεντες και εκαμον αυτα πλακας δια να καλυψωσι το θυσιαστηριον
till en påminnelse för Israels barn att ingen främmande, ingen som icke vore av Arons säd, måtte träda fram för att antända rökelse inför HERRENS ansikte, på det att det icke skulle gå honom såsom det gick Kora och hans hop: allt i enlighet med vad HERREN hade sagt honom genom Mose.
προς μνημοσυνον εις τους υιους Ισραηλ, ωστε μηδεις αλλογενης, μη ων εκ του σπερματος του Ααρων, να μη πλησιαζη δια να προσφερη θυμιαμα ενωπιον του Κυριου, δια να μη γεινη ως ο Κορε και ως η συνοδια αυτου, καθως ειπε Κυριος προς αυτον δια χειρος του Μωυσεως.
Men dagen därefter knorrade Israels barns hela menighet emot Mose och Aron och sade: »Det är I som haven dödat HERRENS folk.»
Την δε ακολουθον ημεραν πασα η συναγωγη των υιων Ισραηλ εγογγυσαν εναντιον του Μωυσεως και του Ααρων, λεγοντες, Σεις εφονευσατε τον λαον του Κυριου.
Då nu menigheten församlade sig emot Mose och Aron, vände dessa sig mot uppenbarelsetältet och fingo då se molnskyn övertäcka det; och HERRENS härlighet visade sig.
Και ενω η συναγωγη ητο συνηθροισμενη εναντιον του Μωυσεως και εναντιον του Ααρων, ανεβλεψαν προς την σκηνην του μαρτυριου, και ιδου, η νεφελη εσκεπασεν αυτην, και εφανη η δοξα του Κυριου.
Då gingo Mose och Aron fram inför uppenbarelsetältet.
Και ηλθεν ο Μωυσης και ο Ααρων εμπροσθεν της σκηνης του μαρτυριου.
Och HERREN talade till Mose och sade:
Και ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην λεγων
»Gån bort ifrån denna menighet, så skall jag i ett ögonblick förgöra dem.» Då föllo de ned på sina ansikten.
Αποσυρθητε εκ μεσου της συναγωγης ταυτης, δια να αναλωσω αυτους δια μιας. Και επεσον κατα προσωπον αυτων.
Och Mose sade till Aron: »Tag ditt fyrfat och lägg eld från altaret därpå och strö rökelse därpå, och bär det så med hast bort till menigheten och bringa försoning för dem; ty förtörnelse har gått ut från HERRENS ansikte, och hemsökelsen har begynt.»
Και ειπεν ο Μωυσης προς τον Ααρων, Λαβε το θυμιατηριον και βαλε πυρ εις αυτο εκ του θυσιαστηριου και επιθες θυμιαμα και υπαγε ταχεως εις την συναγωγην και καμε εξιλεωσιν υπερ αυτων διοτι εξηλθεν οργη παρα του Κυριου η πληγη ηρχισε.
Då tog Aron det som Mose hade tillsagt honom och skyndade mitt in i församlingen, och se, hemsökelsen hade redan begynt ibland folket, men han lade rökelsen på och bragte försoning för folket.
Και ελαβε το θυμιατηριον ο Ααρων, καθως ελαλησεν ο Μωυσης, και εδραμεν εις το μεσον της συναγωγης και ιδου, η πληγη ειχεν αρχισει εν τω λαω και επεθεσε θυμιαμα και εκαμεν εξιλεωσιν υπερ του λαου.
När han så stod mellan de döda och de levande, upphörde hemsökelsen.
Και εσταθη αναμεσον των αποθανοντων και των ζωντων, και επαυσεν η θραυσις.
Men de som hade omkommit genom hemsökelsen utgjorde fjorton tusen sju hundra, förutom dem som hade omkommit för Koras skull.
Ησαν δε οι αποθανοντες εις την θραυσιν δεκατεσσαρες χιλιαδες και επτακοσιοι, εκτος των αποθανοντων εξ αιτιας του Κορε.
Sedan vände Aron tillbaka till Mose vid uppenbarelsetältets ingång; och hemsökelsen hade upphört.
Και επεστρεψεν ο Ααρων προς τον Μωυσην, εις την θυραν της σκηνης του μαρτυριου και επαυσεν η θραυσις.