Exodus 32

A, no te kitenga o te iwi i roa te hekenga iho o Mohi i runga i te maunga, ka huihui te iwi ki a Arona, ka mea ki a ia, Whakatika, hanga etahi atua mo tatou, hei haere i mua i a tatou; ko tenei Mohi hoki, ko te tangata nana tatou i kawe mai ki ru nga nei i te whenua o Ihipa, kahore tatou e mohio kua ahatia ranei ia.
Και ιδων ο λαος οτι εβραδυνεν ο Μωυσης να καταβη εκ του ορους, συνηχθη ο λαος επι τον Ααρων και ελεγον προς αυτον, Σηκωθητι, καμε εις ημας θεους, οιτινες να προπορευωνται ημων διοτι ουτος ο Μωυσης, ο ανθρωπος οστις εξηγαγεν ημας εκ γης Αιγυπτου, δεν εξευρομεν τι απεγεινεν αυτος.
Na ka mea a Arona ki a ratou, Whakiia mai nga whakakai koura i nga taringa o a koutou wahine, o a koutou tama, o a koutou tamahine, ka kawe mai ki ahau.
Και ειπε προς αυτους ο Ααρων, Αφαιρεσατε τα χρυσα ενωτια, τα οποια ειναι εις τα ωτα των γυναικων σας, των υιων σας και των θυγατερων σας, και φερετε προς εμε.
Na whakiia ana e te iwi katoa nga whakakai koura i o ratou taringa, a kawea ana mai ki a Arona.
Και αφηρεσε πας ο λαος τα χρυσα ενωτια, τα οποια ησαν εις τα ωτα αυτων, και εφεραν προς τον Ααρων.
Na ka tangohia e ia i o ratou ringa, a whakaahuatia ana e ia ki te purupuru tana kuao kau i whakarewa ai: na ka mea ratou, Ko ou atua enei, e Iharaira, nana nei koe i kawe mai ki runga nei i te whenua o Ihipa.
Και λαβων εκ των χειρων αυτων, διεμορφωσεν αυτο με εργαλειον εγχαρακτικον, και εκαμεν αυτο μοσχον χωνευτον οι δε ειπον, Ουτοι ειναι οι θεοι σου, Ισραηλ, οιτινες σε ανεβιβασαν εκ γης Αιγυπτου.
A, no te kitenga o Arona, hanga ana e ia tetahi aata ki mua i taua mea; a ka karanga a Arona, ka mea, Ko apopo he hakari ki a Ihowa.
Και οτε ειδε τουτο ο Ααρων, ωκοδομησε θυσιαστηριον εμπροσθεν αυτου και εκηρυξεν ο Ααρων, λεγων, Αυριον ειναι εορτη εις τον Κυριον.
Na ka maranga wawe ratou i te aonga ake, a whakaekea ana he tahunga tinana, i kawea ano he whakahere mo te pai; na ka noho te iwi ki te kai, ki te inu, a ka whakatika ki te takaro.
Και σηκωθεντες ενωρις την επαυριον, προσεφεραν ολοκαυτωματα και εφεραν ειρηνικας προσφορας και εκαθισεν ο λαος να φαγη και να πιη, και εσηκωθησαν να παιζωσι.
Na ka mea a Ihowa ki a Mohi, Haere, heke atu, kua he hoki tou iwi i kawea mai nei e koe i te whenua o Ihipa:
Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Υπαγε, καταβηθι διοτι ηνομησεν ο λαος σου, τον οποιον εξηγαγες εκ γης Αιγυπτου
Kua hohoro ratou te peka ke i te huarahi i kiia e ahau ki a ratou: kua hanga ma ratou he kuao kau, he mea whakarewa, kua koropiko ki taua mea, kua patu whakahere mana, a e mea ana, Ko ou atua enei, e Iharaira, i kawea mai ai koe i te whenua o Ihi pa.
εξετραπησαν ταχεως εκ της οδου την οποιαν προσεταξα εις αυτους εκαμαν εις εαυτους μοσχον χωνευτον και προσεκυνησαν αυτον και εθυσιασαν εις αυτον και ειπον, Ουτοι ειναι οι θεοι σου, Ισραηλ, οιτινες σε ανεβιβασαν εκ γης Αιγυπτου.
I mea ano a Ihowa ki a Mohi, Kua kite ahau i tenei iwi, na, he iwi kaki maro ratou:
Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, ειδον τον λαον τουτον, και ιδου, ειναι λαος σκληροτραχηλος
Na, tukua atu ahau, a ka mura toku riri ki a ratou, a ka pau ratou i ahau: ka hanga ano koe hei iwi nui.
τωρα λοιπον, αφες με, και θελει εξαφθη η οργη μου εναντιον αυτων και θελω εξολοθρευσει αυτους και θελω σε καταστησει εθνος μεγα.
Na ka inoi a Mohi ki a Ihowa, ki tona Atua, ka mea, He aha tou riri i mura ai, e Ihowa, ki tau iwi i kawea mai nei e koe i te whenua o ihipa i runga i te kaha nui, i te ringa maro?
Και ικετευσεν ο Μωυσης Κυριον τον Θεον αυτου και ειπε, Δια τι, Κυριε, εξαπτεται η οργη σου εναντιον του λαου σου, τον οποιον εξηγαγες εκ γης Αιγυπτου μετα μεγαλης δυναμεως και κραταιας χειρος;
Ha, kia korero nga Ihipiana, kia mea, He whakaputanga atu ki te he tana i a ratou, kia whakamatea ai ratou ki nga maunga, kia whakangaromia atu ai i te mata o te whenua? Tahuri i tou riri nui e mura nei, kia puta ke hoki tou whakaaro ki tenei ki no mo tau iwi.
δια τι να ειπωσιν οι Αιγυπτιοι, λεγοντες, Με πονηριαν εξηγαγεν αυτους, δια να θανατωση αυτους εις τα ορη και να εξολοθρευση αυτους απο προσωπου της γης; επιστρεψον απο της εξαψεως της οργης σου και μεταμεληθητι περι του κακου του προς τον λαον σου
Kia mahara ki au pononga, ki a Aperahama, ki a Ihaka, ki a Iharaira, ki tau oatitanga hoki i a koe ki a ratou, ki tau meatanga ki a ratou, Ka whakanuia e ahau o koutou uri kia rite ki nga whetu o te rangi; ko tenei whenua katoa hoki i korerotia atu nei e ahau, ka hoatu e ahau ki o koutou uri, a ka nohoia e ratou ake ake.
ενθυμηθητι τον Αβρααμ, τον Ισαακ και τον Ισραηλ, τους δουλους σου, προς τους οποιους ωμοσας επι σεαυτον και ειπας προς αυτους, Θελω πληθυνει το σπερμα σας ως τα αστρα του ουρανου και πασαν την γην ταυτην περι της οποιας ελαλησα, θελω δωσει εις το σπερμα σας, και θελουσι κληρονομησει αυτην διαπαντος.
Na ka puta ke ta Ihowa i whakaaro ai mo te kino i kiia e ia kia meatia ki tana iwi.
Και μετεμεληθη ο Κυριος περι του κακου, το οποιον ειπε να καμη κατα του λαου αυτου.
Na ka tahuri a Mohi, ka heke iho i te maunga, me nga papa e rua o te whakaaturanga i tona ringa: he mea tuhi nga taha e rua o nga papa; i tetahi taha, i tetahi taha te tuhi.
Και στραφεις ο Μωυσης κατεβη εκ του ορους, και αι δυο πλακες του μαρτυριου ησαν εν ταις χερσιν αυτου πλακες γεγραμμεναι εξ αμφοτερων των μερων εκ του ενος μερους και εκ του αλλου ησαν γεγραμμεναι.
He mea mahi hoki na te Atua aua papa, me te tuihituhi hoki, na te Atua te tuhituhi, he mea whaowhao ki nga papa.
Και αι πλακες ησαν εργον Θεου και η γραφη ητο γραφη Θεου εγκεχαραγμενη επι τας πλακας.
A ka rongo a Hohua i te reo o te iwi e hamama ana, ka mea ki a Mohi, He nge whawhai kei te puni ra.
Και ακουσας ο Ιησους τον θορυβον του λαου αλαλαζοντος, ειπε προς τον Μωυσην, Θορυβος πολεμου ειναι εν τω στρατοπεδω.
Na ka mea ia, Ehara tera reo i te hamama mo te hinganga o te taua, ehara hoki tera reo i te hamama o te hunga e hinga ana: he reo waiata taku e rongo nei.
Ο δε ειπε, Δεν ειναι φωνη αλαλαζοντων δια νικην ουδε φωνη βοωντων δια ητταν φωνην αδοντων εγω ακουω.
A ka tata ia ki te puni, na, ka kite ia i te kuao kau, i te kanikani: na ka mura te riri o Mohi, a ka maka atu e ia nga papa i roto i ona ringa, a pakarua ana aua mea e ia i raro i te maunga.
Καθως δε επλησιασεν εις το στρατοπεδον, ειδε τον μοσχον και χορους και εξηφθη ο θυμος του Μωυσεως, και ερριψε τας πλακας απο των χειρων αυτου και συνετριψεν αυτας υπο το ορος
Na ka tango ia i te kuao kau i hanga e ratou, a tahuna ana e ia ki te ahi, a hurihia ana a ngotangota noa, a ruiruia ana e ia ki te wai, whakainumia atu ana ma nga tama a Iharaira.
και λαβων τον μοσχον, τον οποιον ειχον καμει, κατεκαυσεν εν πυρι, και συντριψας εωσου ελεπτυνθη, εσπειρεν επι το υδωρ και εποτισε τους υιους Ισραηλ.
Na ka mea a Mohi ki a Arona, I aha tenei iwi ki a koe, i takina ai e koe tenei hara nui ki a ratou?
Και ειπεν ο Μωυσης προς τον Ααρων, Τι εκαμεν εις σε ο λαος ουτος, ωστε επεφερες επ αυτους αμαρτιαν μεγαλην;
A ka mea a Arona, Kei mura mai te riri o toku ariki: e mohio ana koe ki tenei iwi, mo te kino tonu ratou.
Και ειπεν ο Ααρων, Ας μη εξαπτηται ο θυμος του κυριου μου συ γνωριζεις τον λαον, οτι εγκειται εις την κακιαν
I mea hoki ratou ki ahau, Hanga etahi atua mo tatou hei haere i mua i a tatou: ko tenei Mohi hoki, ko te tangata nana nei tatou i kawe mai i te whenua o Ihipa, kahore tatou e mohio kua ahatia ranei ia.
διοτι ειπον προς εμε, Καμε εις ημας θεους, οιτινες να προπορευωνται ημων διοτι ουτος ο Μωυσης, ο ανθρωπος οστις εξηγαγεν ημας εκ γης Αιγυπτου, δεν εξευρομεν τι απεγεινεν αυτος
Na ka mea ahau ki a ratou, Ki te mea he koura to tetahi, whakiia mai. Na ka homai e ratou ki ahau: a maka ana e ahau ki te ahi; a puta ake ko te kuao kau nei.
και ειπα προς αυτους, Οστις εχει χρυσιον, ας αφαιρεσωσιν αυτο και εδωκαν εις εμε τοτε ερριψα αυτο εις το πυρ, και εξηλθεν ο μοσχος ουτος.
A, i te kitenga o Mohi i te iwi e korara noa ana, na Arona hoki ratou i tuku kia korara, hei taunu ma o ratou hoariri:
Και ιδων ο Μωυσης τον λαον οτι ητο αχαλινωτος, διοτι ο Ααρων ειχε αφησει αυτους αχαλινωτους προς καταισχυνην, μεταξυ των εχθρων αυτων,
Na, ka tu a Mohi ki te kuwaha o te puni, ka mea, Ko wai to Ihowa? haere mai ki ahau. Na ka huihui nga tama katoa a Riwai ki a ia.
εσταθη ο Μωυσης παρα την πυλην του στρατοπεδου και ειπεν, Οστις ειναι του Κυριου, ας ελθη προς εμε. Και συνηχθησαν προς αυτον παντες οι υιοι του Λευι.
Na ka mea ia ki a ratou, Ko te kupu tenei a Ihowa, a te Atua o Iharaira, Whakanohoia e tera, e tera, tana hoari ki tona huha, a haere atu, hoki mai, i tetahi kuwaha ki tetahi kuwaha, i waenga puni, a patua e tera tona teina, e tera tona hoa, e t era tona hoa e noho tata ana.
Και ειπε προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος του Ισραηλ Ας βαλη εκαστος την ρομφαιαν αυτου επι τον μηρον αυτου και διελθετε και εξελθετε απο πυλης εις πυλην δια του στρατοπεδου, και ας θανατωση εκαστος τον αδελφον αυτου και εκαστος τον φιλον αυτου και εκαστος τον πλησιον αυτου.
Na rite tonu ki te kupu a Mohi ta nga tama a Riwai i mea ai: a tata tonu ki te toru mano nga tangata i hinga i taua rangi.
Και εκαμον οι υιοι του Λευι κατα τον λογον του Μωυσεως και επεσαν εκ του λαου εκεινην την ημεραν περιπου τρεις χιλιαδες ανδρες.
Na Mohi hoki i mea, Hei runga i tana tama, i tona teina, te whakatohungatanga ki a Ihowa o tera, o tera, o koutou aianei; kia homai ai e ia he manaaki ki a koutou aianei.
διοτι ειπεν ο Μωυσης, Καθιερωσατε εαυτους σημερον εις τον Κυριον, εκαστος επι τον υιον αυτου και εκαστος επι τον αδελφον αυτου, δια να δοθη εις εσας ευλογια σημερον.
Na, i te aonga ake, ka mea a Mohi ki te iwi, Kua hara koutou, he nui te hara: na, me haere ahau aianei ki runga, ki a Ihowa; tera pea e taea e ahau te whakamarie mo to koutou hara.
Και την επαυριον ειπεν ο Μωυσης προς τον λαον, Σεις ημαρτησατε αμαρτιαν μεγαλην και τωρα θελω αναβη προς τον Κυριον ισως καμω εξιλεωσιν δια την αμαρτιαν σας.
Na ka hoki a Mohi ki a Ihowa, ka mea, Aue! kua hara tenei iwi, he nui te hara, kua hanga hoki e ratou etahi atua koura mo ratou.
Και επεστρεψεν ο Μωυσης προς τον Κυριον και ειπε, Δεομαι ουτος ο λαος ημαρτησεν αμαρτιαν μεγαλην και εκαμον εις εαυτους θεους χρυσους
Na, mau e horoi to ratou hara; a ki te kahore, tena ra, horoia atu ahau i roto i tau pukapuka i tuhituhia e koe.
πλην τωρα, εαν συγχωρησης την αμαρτιαν αυτων ει δε μη, εξαλειψον με, δεομαι, εκ της βιβλου σου, την οποιαν εγραψας.
Na ka mea a Ihowa ki a Mohi, Ko te tangata e hara ana ki ahau, ka horoia atu ia e ahau i roto i taku pukapuka.
Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Οστις ημαρτησεν εναντιον εμου, τουτον θελω εξαλειψει εκ της βιβλου μου
Na haere ra, arahina atu te iwi ki te wahi i korerotia atu e ahau ki a koe: tena taku anahera te haere atu na i mua i a koe; ahakoa ra, ko a te ra e mea ai ahau, ina, ka meinga e ahau to ratou hara kia tau ki runga ki a ratou.
οθεν τωρα υπαγε, οδηγησον τον λαον εις τον τοπον περι του οποιου σε ειπα ιδου, ο αγγελος μου θελει προπορευεσθαι εμπροσθεν σου αλλ ομως εν τη ημερα της ανταποδωσεως μου θελω ανταποδωσει την αμαρτιαν αυτων επ αυτους.
Na ka whiua e Ihowa te iwi mo ta ratou hanganga i te kuao kau, i hanga nei e Arona.
Και επαταξε Κυριος τον λαον, δια την κατασκευην του μοσχου τον οποιον κατεσκευασεν ο Ααρων.