Joel 2

Fújjátok a kürtöt a Sionon, és rivalgjatok az én szent hegyemen! Rémüljenek meg e föld minden lakói; mert eljő az Úrnak napja; mert közel van *az.*
Σαλπισατε σαλπιγγα εν Σιων, και αλαλαξατε εν τω ορει τω αγιω μου ας τρομαξωσι παντες οι κατοικουντες την γην διοτι ερχεται η ημερα του Κυριου, διοτι ειναι εγγυς
Sötétségnek és homálynak napja; felhőnek és borulatnak napja; mint a hegyekre ráterülő alkonyat! Nagy és hatalmas nép, a milyen nem volt öröktől fogva és nem is lesz utána többé, nemzetségről nemzetségre.
ημερα σκοτους και γνοφου, ημερα νεφελης και ομιχλης ως αυγη εξαπλουται επι τα ορη λαος πολυς και ισχυρος ομοιος αυτου δεν εσταθη απ αιωνος ουδε μετ αυτον θελει σταθη πλεον ποτε εις γενεας γενεων.
Előtte tűz emészt, utána láng lobog; előtte a föld olyan, mint az Éden kertje, utána pedig kietlen pusztaság; meg sem menekülhet tőle semmi.
Πυρ κατατρωγει εμπροσθεν αυτου και φλοξ κατακαιει οπισθεν αυτου η γη ειναι ως ο παραδεισος της Εδεμ εμπροσθεν αυτου, και οπισθεν αυτου πεδιας ηφανισμενη και βεβαιως δεν θελει εκφυγει απ αυτου ουδεν.
A milyen a lovak alakja, olyan annak alakja, és száguldoznak, mint a lovasok.
Η θεα αυτων ειναι ως θεα ιππων, και ως ιππεις, ουτω θελουσι τρεχει.
Rohannak a hegyek tetején, mintha hadi szekerek robognának; mintha tarlót emésztő láng ropogna; a milyen az ütközetre kész hatalmas nép.
Ως κροτος αμαξων θελουσι πηδα επι τας κορυφας των ορεων, ως ηχος φλογος πυρος, ητις κατατρωγει την καλαμην, ως ισχυρος λαος παρατεταγμενος εις μαχην.
Elrémülnek tőle a népek; minden arcz elsáppad.
Ενωπιον αυτου οι λαοι θελουσι κατατρομαξει παντα τα προσωπα θελουσιν αποσβολωθη.
Száguldoznak, mint a hősök, felhágnak a kőfalakra, mint a bajnokok; mindenik a maga útján halad, nem bontják meg soraikat.
Θελουσι τρεξει ως μαχηται, ως ανδρες πολεμισται θελουσιν αναβη το τειχος, και θελουσιν υπαγει εκαστος εις την οδον αυτου και δεν θελουσι χαλασει τας ταξεις αυτων.
Egymást nem szorongatják; mindenik a maga útján halad; néki rohannak a fegyvernek, és nem esik seb rajtok.
Και δεν θελουσι σπρωξει ο εις τον αλλον θελουσι περιπατει εκαστος εις την οδον αυτου, και πιπτοντες επι τα βελη δεν θελουσι πληγωθη.
Betörnek a városba, futkároznak a kőfalon, felhágnak a házakra, betörnek az ablakokon, mint a tolvaj.
Θελουσι περιτρεχει εν τη πολει, θελουσι δραμει επι το τειχος, θελουσιν αναβαινει επι τας οικιας, θελουσιν εμβαινει δια των θυριδων ως κλεπτης.
Reszket előttök a föld, és megrendülnek az egek; a nap és hold elsötétednek, a csillagok is bevonják fényöket.
Η γη θελει σεισθη εμπροσθεν αυτων, οι ουρανοι θελουσι τρεμει, ο ηλιος και η σεληνη θελουσι συσκοτασει, και τα αστρα θελουσι συρει οπισω το φεγγος αυτων.
És megzendül az Úrnak szava az ő serege előtt, mert felette nagy az ő tábora; mert hatalmas az ő rendeletének végrehajtója. Bizony nagy az Úrnak napja és igen rettenetes! Ki állhatja ki azt?
Και ο Κυριος θελει εκπεμψει την φωνην αυτου εμπροσθεν του στρατευματος αυτου διοτι το στρατοπεδον αυτου ειναι μεγα σφοδρα, διοτι ο εκτελων τον λογον αυτου ειναι ισχυρος, διοτι η ημερα του Κυριου ειναι μεγαλη και τρομερα σφοδρα και τις δυναται να υποφερη αυτην;
De még most is így szól az Úr: Térjetek meg hozzám teljes szívetek szerint; bőjtöléssel is, sírással is, kesergéssel is.
Και τωρα δια τουτο, λεγει Κυριος, επιστρεψατε προς εμε εξ ολης της καρδιας υμων και εν νηστεια και εν κλαυθμω και εν πενθει.
És szíveteket szaggassátok meg, ne ruháitokat, úgy térjetek meg az Úrhoz, a ti Istenetekhez; mert könyörülő és irgalmas ő; késedelmes a haragra és nagy kegyelmű, és bánkódik a gonosz miatt.
Και διαρρηξατε την καρδιαν σας και μη τα ιματια σας και επιστρεψατε προς Κυριον τον Θεον σας διοτι ειναι ελεημων και οικτιρμων, μακροθυμος και πολυελεος και μεταμελουμενος δια το κακον.
Ki tudja, hátha visszatér és megbánja, és áldást hagy maga után; étel- és italáldozatot az Úrnak, a ti Isteneteknek?!
Τις οιδεν, αν θελη επιστρεψει και μεταμεληθη και αφησει ευλογιαν κατοπιν αυτου, προσφοραν και σπονδην εις Κυριον τον Θεον υμων;
Fújjatok kürtöt a Sionon; szenteljetek bőjtöt, hirdessetek gyűlést!
Σαλπισατε σαλπιγγα εν Σιων, αγιασατε νηστειαν, κηρυξατε συναξιν επισημον.
Gyűjtsétek össze a népet, szenteljétek meg a gyülekezetet; hívjátok egybe a véneket, gyűjtsétek össze a kisdedeket és a csecsszopókat; menjen ki a vőlegény az ő ágyasházából és a menyasszony is az ő szobájából.
Συναθροισατε τον λαον, αγιασατε την συναξιν, συναξατε τους πρεσβυτερους, συναθροισατε τα νηπια και τα θηλαζοντα μαστους ας εξελθη ο νυμφιος εκ του κοιτωνος αυτου και η νυμφη εκ του θαλαμου αυτης.
A tornácz és az oltár között sírjanak a papok, az Úr szolgái, és mondják: Légy kegyelmes, oh Uram, a te népedhez, és ne bocsásd szidalomra a te örökségedet, hogy uralkodjanak rajtok a pogányok. Miért mondanák a népek között: Hol az ő Istenök?
Ας κλαυσωσιν οι ιερεις, οι λειτουργοι του Κυριου, μεταξυ της στοας και του θυσιαστηριου, και ας ειπωσι, Φεισαι, Κυριε, του λαου σου και μη δωσης την κληρονομιαν σου εις ονειδος, ωστε να κυριευσωσιν αυτους τα εθνη δια τι να ειπωσι μεταξυ των λαων, Που ειναι ο Θεος αυτων;
Erre buzgó lőn az Úrnak szeretete az ő földe iránt, és kegyelmezett az ő népének.
Και ο Κυριος θελει ζηλοτυπησει δια την γην αυτου και θελει φεισθη του λαου αυτου.
És választ tőn az Úr, és mondá az ő népének: Ímé, adok néktek gabonát, bort és olajat, hogy megelégedtek vele, és nem adlak többé titeket szidalomra a pogányok között.
Ναι, ο Κυριος θελει αποκριθη και ειπει προς τον λαον αυτου, Ιδου, εγω θελω εξαποστειλει προς υμας τον σιτον και τον οινον και το ελαιον και θελετε εμπλησθη απ αυτων, και δεν θελω σας καμει πλεον ονειδος μεταξυ των εθνων.
Az északi *népet* is elűzöm tőletek, és puszta és sivatag vidékre vetem azt; elejét a keleti tengerbe, hátulját a nyugoti tengerbe, és bűze magasra száll; felszáll büdössége, mert nagy dolgokat cselekedett.
Αλλα θελω απομακρυνει απο σας τον εκ του βορρα πολεμιον, και θελω εξωσει αυτον εις γην ανυδρον και ερημον, με το προσωπον αυτου προς την ανατολικην θαλασσαν, το δε οπισθεν αυτου μερος προς την θαλασσαν την δυτικην, και η δυσωδια αυτου θελει αναβη και η κακη οσμη αυτου θελει υψωθη, διοτι επραξε μεγαλα.
Ne félj, te föld! Örülj és vígadozz, mert nagy dolgokat cselekeszik az Úr!
Μη φοβου, γη χαιρε και ευφραινου διοτι ο Κυριος θελει καμει μεγαλεια.
Ne féljetek, ti mezei vadak! mert zöldülnek a pusztának virányai; mert a fa megtermi gyümölcsét; a füge és szőlő is kitárják gazdagságukat.
Μη τρομαζετε, κτηνη της πεδιαδος διοτι αι βοσκαι της ερημου βλαστανουσι, διοτι το δενδρον φερει τον καρπον αυτου, η συκη και η αμπελος εκδιδουσι την δυναμιν αυτων.
Ti is, Sionnak fiai! örvendezzetek és vígadjatok az Úrban, a ti Istenetekben; mert megadja néktek az esőt igazság szerint, és korai és kései esőt hullat néktek az első *hónapban.*
Και, τα τεκνα της Σιων, χαιρετε και ευφραινεσθε εις Κυριον τον Θεον σας διοτι εδωκεν εις εσας την πρωιμον βροχην εγκαιρως και θελει βρεξει εις εσας βροχην πρωιμον και οψιμον ως προτερον.
És megtelnek a csűrök gabonával, és bőven öntik a sajtók a mustot és az olajat.
Και τα αλωνια θελουσι γεμισθη απο σιτου και οι ληνοι θελουσιν υπερεκχειλισει απο οινου και ελαιου.
És kipótolom néktek az esztendőket, a melyeket tönkre tett a szöcskő, a cserebogár és a hernyó és a sáska; az én nagy seregem, a melyet reátok küldöttem.
Και θελω αναπληρωσει εις εσας τα ετη, τα οποια κατεφαγεν η ακρις, ο βρουχος και η ερυσιβη και η καμπη, το στρατευμα μου το μεγα, το οποιον εξαπεστειλα εναντιον σας.
És esztek bőven és megelégesztek, és magasztaljátok az Úrnak, a ti Isteneteknek nevét, a ki csodálatosan cselekedett veletek, és soha többé nem pironkodik az én népem.
Και θελετε φαγει αφθονως και χορτασθη και αινεσει το ονομα Κυριου του Θεου σας οστις εκαμε θαυμασια με σας και ο λαος μου δεν θελει καταισχυνθη εις τον αιωνα.
És megtudjátok, hogy az Izráel között vagyok én, és hogy én vagyok az Úr, a ti Istenetek és nincs más! És soha többé nem pironkodik az én népem.
Και θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι εν μεσω του Ισραηλ και εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας και δεν ειναι αλλος ουδεις και ο λαος μου δεν θελει καταισχυνθη εις τον αιωνα.
És lészen azután, hogy kiöntöm lelkemet minden testre, és prófétálnak a ti fiaitok és leányaitok; véneitek álmokat álmodnak; ifjaitok pedig látomásokat látnak.
Και μετα ταυτα θελω εκχεει το πνευμα μου επι πασαν σαρκα και θελουσι προφητευσει οι υιοι σας και αι θυγατερες σας οι πρεσβυτεροι σας θελουσιν ενυπνιασθη ενυπνια, οι νεανισκοι σας θελουσιν ιδει ορασεις.
Sőt még a szolgákra és szolgálóleányokra is kiöntöm azokban a napokban az én lelkemet.
Και ετι επι τους δουλους μου και επι τας δουλας μου εν ταις ημεραις εκειναις θελω εκχεει το πνευμα μου.
És csodajeleket mutatok az égen és a földön; vért, tüzet és füstoszlopokat.
Και θελω δειξει τερατα εν τοις ουρανοις και επι της γης, αιμα και πυρ και ατμιδα καπνου.
A nap sötétséggé válik, a hold pedig vérré, minekelőtte eljő az Úrnak nagy és rettenetes napja.
Ο ηλιος θελει μεταστραφη εις σκοτος και η σεληνη εις αιμα, πριν ελθη η ημερα του Κυριου η μεγαλη και επιφανης.
De mindaz, a ki az Úrnak nevét hívja segítségül, megmenekül; mert a Sion hegyén és Jeruzsálemben lészen a szabadulás, a mint megigérte az Úr, és a megszabadultak közt lesznek azok, a kiket elhí az Úr!
Και πας οστις επικαλεσθη το ονομα του Κυριου, θελει σωθη διοτι εν τω ορει Σιων και εν Ιερουσαλημ θελει εισθαι σωτηρια, καθως ειπεν ο Κυριος, και εις τους υπολοιπους τους οποιους ο Κυριος θελει προσκαλεσει.