Jeremiah 25

Ο λογος ο γενομενος προς τον Ιερεμιαν περι παντος του λαου του Ιουδα εν τω τεταρτω ετει του Ιωακειμ υιου του Ιωσιου, βασιλεως τον Ιουδα, το οποιον ητο το πρωτον ετος του Ναβουχοδονοσορ, βασιλεως της Βαβυλωνος
verbum quod factum est ad Hieremiam de omni populo Iudae in anno quarto Ioachim filii Iosiae regis Iuda ipse est annus primus Nabuchodonosor regis Babylonis
τον οποιον Ιερεμιας ο προφητης ελαλησε προς παντα τον λαον του Ιουδα και προς παντας τους κατοικους της Ιερουσαλημ, λεγων,
quae locutus est Hieremias propheta ad omnem populum Iuda et ad universos habitatores Hierusalem dicens
Απο του δεκατου τριτου ετους του Ιωσιου υιου του Αμων, βασιλεως του Ιουδα, εως της ημερας ταυτης, ητις ειναι το εικοστον τριτον ετος, ο λογος του Κυριου εγεινε προς εμε και ελαλησα προς εσας, εγειρομενος πρωι και λαλων και δεν ηκουσατε.
a tertiodecimo anno Iosiae filii Amon regis Iuda usque ad diem hanc iste est tertius et vicesimus annus factum est verbum Domini ad me et locutus sum ad vos de nocte consurgens et loquens et non audistis
Και απεστειλε Κυριος προς εσας παντας τους δουλους αυτου τους προφητας, εγειρομενος πρωι και αποστελλων και δεν ηκουσατε ουδε εκλινατε το ωτιον σας δια να ακροασθητε.
et misit Dominus ad vos omnes servos suos prophetas consurgens diluculo mittensque et non audistis neque inclinastis aures vestras ut audiretis
Οιτινες ειπον, Στραφητε τωρα εκαστος απο της οδου αυτου της πονηρας και απο της κακιας των εργων σας, και κατοικησατε επι της γης, την οποιαν ο Κυριος εδωκεν εις εσας και εις τους πατερας σας εις τον αιωνα του αιωνος
cum diceret revertimini unusquisque a via sua mala et a pessimis cogitationibus vestris et habitabitis in terram quam dedit Dominus vobis et patribus vestris a saeculo et usque in saeculum
και μη πορευεσθε οπισω αλλων θεων, δια να λατρευητε και να προσκυνητε αυτους, και μη με παροργιζετε με τα εργα των χειρων σας και δεν θελω σας καμει κακον.
et nolite ire post deos alienos ut serviatis eis adoretisque eos neque me ad iracundiam provocetis in operibus manuum vestrarum et non adfligam vos
Αλλα δεν μου ηκουσατε, λεγει Κυριος δια να με παροργισητε με τα εργα των χειρων σας προς κακον σας.
et non audistis me dicit Dominus ut me ad iracundiam provocaretis in operibus manuum vestrarum in malum vestrum
Δια τουτο ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων Επειδη δεν ηκουσατε τους λογους μου,
propterea haec dicit Dominus exercituum pro eo quod non audistis verba mea
ιδου, εγω θελω αποστειλει και λαβει πασας τας οικογενειας του βορρα, λεγει Κυριος, και τον Ναβουχοδονοσορ βασιλεα της Βαβυλωνος τον δουλον μου, και θελω φερει αυτους επι την γην ταυτην και επι τους κατοικους αυτης και επι παντα ταυτα τα εθνη κυκλω, και θελω εξολοθρευσει αυτους και καταστησει αυτους εκπληξιν και ερημωσεις αιωνιους.
ecce ego mittam et adsumam universas cognationes aquilonis ait Dominus et ad Nabuchodonosor regem Babylonis servum meum et adducam eos super terram istam et super habitatores eius et super omnes nationes quae in circuitu illius sunt et interficiam eos et ponam eos in stuporem et in sibilum et in solitudines sempiternas
Και θελω αφαιρεσει απ αυτων την φωνην της χαρας και την φωνην της ευφροσυνης, την φωνην του νυμφιου και την φωνην της νυμφης, τον ηχον των μυλοπετρων και το φως του λυχνου.
perdamque ex eis vocem gaudii et vocem laetitiae vocem sponsae et vocem sponsi vocem molae et lumen lucernae
Και πασα αυτη η γη θελει εισθαι εις ερημωσιν και θαμβος, και τα εθνη ταυτα θελουσι δουλευσει τον βασιλεα της Βαβυλωνος εβδομηκοντα ετη.
et erit universa terra eius in solitudinem et in stuporem et servient omnes gentes istae regi Babylonis septuaginta annis
Και οταν συμπληρωθωσι τα εβδομηκοντα ετη, θελω ανταποδωσει επι τον βασιλεα της Βαβυλωνος και επι το εθνος εκεινο, λεγει Κυριος, την ανομιαν αυτων, και επι την γην των Χαλδαιων, και θελω καταστησει αυτην ερημωσιν αιωνιον.
cumque impleti fuerint anni septuaginta visitabo super regem Babylonis et super gentem illam dicit Dominus iniquitatem eorum et super terram Chaldeorum et ponam illam in solitudines sempiternas
Και θελω φερει επι την γην εκεινην παντας τους λογους μου, τους οποιους ελαλησα κατ αυτης, απαν το γεγραμμενον εν τω βιβλιω τουτω, το οποιον ο Ιερεμιας προεφητευσε κατα παντων των εθνων.
et adducam super terram illam omnia verba mea quae locutus sum contra eam omne quod scriptum est in libro isto quaecumque prophetavit Hieremias adversum omnes gentes
Διοτι εθνη πολλα και βασιλεις μεγαλοι θελουσι καταδουλωσει και αυτους και θελω ανταποδωσει εις αυτους κατα τας πραξεις αυτων και κατα τα εργα των χειρων αυτων.
quia servierunt eis cum essent gentes multae et reges magni et reddam eis secundum opera eorum et secundum facta manuum suarum
Διοτι ουτω λεγει προς εμε Κυριος ο Θεος του Ισραηλ, Λαβε το ποτηριον τουτο του οινου του θυμου μου εκ της χειρος μου και ποτισον εξ αυτου παντα τα εθνη, προς τα οποια εγω σε αποστελλω
quia sic dicit Dominus exercituum Deus Israhel sume calicem vini furoris huius de manu mea et propinabis de illo cunctis gentibus ad quas ego mittam te
και θελουσι πιει και θελουσι ταραχθη και παραφρονησει εξ αιτιας της μαχαιρας, την οποιαν εγω θελω αποστειλει εν μεσω αυτων.
et bibent et turbabuntur et insanient a facie gladii quem ego mittam inter eos
Τοτε ελαβον το ποτηριον εκ της χειρος του Κυριου και εποτισα παντα τα εθνη, προς τα οποια ο Κυριος με απεστειλε
et accepi calicem de manu Domini et propinavi cunctis gentibus ad quas misit me Dominus
την Ιερουσαλημ και τας πολεις του Ιουδα και τους βασιλεις αυτου και τους μεγιστανας αυτου, δια να καταστησω αυτους ερημωσιν, θαμβος, συριγμον και καταραν, καθως την ημεραν ταυτην
Hierusalem et civitatibus Iudae et regibus eius et principibus eius ut darem eos in solitudinem et in stuporem in sibilum et in maledictionem sicut est dies ista
τον Φαραω βασιλεα της Αιγυπτου και τους δουλους αυτου και τους μεγιστανας αυτου και απαντα τον λαον αυτου,
Pharaoni regi Aegypti et servis eius et principibus eius et omni populo eius
και παντα τον συμμικτον λαον και παντας τους βασιλεις της γης Ουζ και παντας τους βασιλεις της γης των Φιλισταιων και την Ασκαλωνα και την Γαζαν και την Ακκαρων και το υπολοιπον της Αζωτου,
et universis generaliter cunctis regibus terrae Ausitidis et cunctis regibus terrae Philisthim et Ascaloni et Gazae et Accaroni et reliquiis Azoti
τον Εδωμ και τον Μωαβ και τους υιους Αμμων,
Idumeae et Moab et filiis Ammon
και παντας τους βασιλεις της Τυρου και παντας τους βασιλεις της Σιδωνος και τους βασιλεις των νησων των περαν της θαλασσης,
et cunctis regibus Tyri et cunctis regibus Sidonis et regibus terrae insularum qui sunt trans mare
την Δαιδαν και την Θαιμα και την Βουζ και παντας τους περικειροντας την κομην
et Dedan et Theman et Buz et universis qui adtonsi sunt in comam
και παντας τους βασιλεις της Αραβιας και παντας τους βασιλεις των συμμικτων λαων των κατοικουντων εν τη ερημω,
et cunctis regibus Arabiae et cunctis regibus occidentis qui habitant in deserto
και παντας τους βασιλεις της Ζιμβρι και παντας τους βασιλεις της Ελαμ και παντας τους βασιλεις των Μηδων,
et cunctis regibus Zambri et cunctis regibus Aelam et cunctis regibus Medorum
και παντας τους βασιλεις του βορρα τους μακραν και τους εγγυς, ενα μετα του αλλου, και παντα τα βασιλεια της οικουμενης, τα επι προσωπου της γης και ο βασιλευς της Σησαχ θελει πιει μετ αυτους.
et cunctis regibus aquilonis de prope et de longe unicuique contra fratrem suum et omnibus regnis terrae quae super faciem eius sunt et rex Sesach bibet post eos
Δια τουτο θελεις ειπει προς αυτους, Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ Πιετε και μεθυσατε και εμεσατε και πεσετε και μη σηκωθητε, εξ αιτιας της μαχαιρας, την οποιαν εγω θελω αποστειλει εν μεσω υμων.
et dices ad eos haec dicit Dominus exercituum Deus Israhel bibite et inebriamini et vomite et cadite neque surgatis a facie gladii quem ego mittam inter vos
Και εαν δεν θελησωσι να λαβωσι το ποτηριον εκ της χειρος σου δια να πιωσι, τοτε θελεις ειπει προς αυτους, Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων Εξαπαντος θελετε πιει.
cumque noluerint accipere calicem de manu ut bibant dices ad eos haec dicit Dominus exercituum bibentes bibetis
Διοτι ιδου, ενω εγω επι την πολιν, επι της οποιας εκληθη το ονομα μου, αρχιζω να φερω κακον, σεις θελετε μεινει λοιπον ατιμωρητοι; δεν θελετε μεινει ατιμωρητοι, διοτι εγω θελω καλεσει μαχαιραν επι παντας τους κατοικους της γης, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
quia ecce in civitate in qua invocatum est nomen meum ego incipio adfligere et vos quasi innocentes inmunes eritis non eritis inmunes gladium enim ego voco super omnes habitatores terrae dicit Dominus exercituum
Δια τουτο, συ προφητευσον κατ αυτων παντας τους λογους τουτους και ειπε προς αυτους, Ο Κυριος θελει βρυχησει εξ υψους και εκπεμψει την φωνην αυτου απο της κατοικιας της αγιοτητος αυτου θελει βρυχησει δυνατα επι της κατοικιας αυτου θελει βοησει ως οι ληνοπατουντες κατα παντων των κατοικων της γης.
et tu prophetabis ad eos omnia verba haec et dices ad illos Dominus de excelso rugiet et de habitaculo sancto suo dabit vocem suam rugiens rugiet super decorem suum celeuma quasi calcantium concinetur adversus omnes habitatores terrae
Θορυβος θελει φθασει εως των περατων της γης διοτι ο Κυριος εχει κρισιν μετα των εθνων αυτος διαδικαζεται μετα πασης σαρκος θελει παραδωσει τους ασεβεις εις μαχαιραν, λεγει Κυριος.
pervenit sonitus usque ad extrema terrae quia iudicium Domino cum gentibus iudicatur ipse cum omni carne impios tradidit gladio dicit Dominus
Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων Ιδου, κακον θελει εξελθει απο εθνους εις εθνος και ανεμοστροβιλος μεγας θελει εγερθη εκ των ακρων της γης.
haec dicit Dominus exercituum ecce adflictio egredietur de gente in gentem et turbo magnus egredietur a summitatibus terrae
Και εν εκεινη τη ημερα θελουσι κοιτεσθαι τεθανατωμενοι παρα Κυριου απ ακρου της γης εως ακρου της γης δεν θελουσι θρηνολογηθη ουδε συναχθη ουδε ταφη θελουσιν εισθαι δια κοπριαν επι της επιφανειας της γης.
et erunt interfecti Domini in die illa a summo terrae usque ad summum eius non plangentur et non colligentur neque sepelientur in sterquilinium super faciem terrae iacebunt
Ολολυξατε, ποιμενες, και αναβοησατε και κυλισθητε εις το χωμα, οι εγκριτοι του ποιμνιου διοτι επληρωθησαν αι ημεραι σας δια την σφαγην και δια τον σκορπισμον σας, και θελετε πεσει ως σκευος εκλεκτον.
ululate pastores et clamate et aspergite vos cinere optimates gregis quia conpleti sunt dies vestri ut interficiamini et dissipationes vestrae et cadetis quasi vasa pretiosa
Και θελει λειψει η φυγη απο των ποιμενων και η σωτηρια απο των εγκριτων του ποιμνιου.
et peribit fuga a pastoribus et salvatio ab optimatibus gregis
Φωνη κραυγης των ποιμενων και ολολυγμος των εγκριτων του ποιμνιου διοτι ο Κυριος ηφανισε την βοσκην αυτων.
vox clamoris pastorum et ululatus optimatium gregis quia vastavit Dominus pascuam eorum
Και αι ειρηνικαι κατοικιαι κατηδαφισθησαν εξ αιτιας της φλογερας οργης του Κυριου.
et conticuerunt arva pacis a facie irae furoris Domini
Κατελιπε το κατοικητηριον αυτου ως ο λεων, διοτι η γη αυτων κατεσταθη ερημος εξ αιτιας της αγριοτητος του καταδυναστευοντος και εξ αιτιας του θυμου της οργης αυτου.
dereliquit quasi leo umbraculum suum facta est terra eorum in desolationem a facie irae columbae et a facie irae furoris Domini