Judges 5

De sjöngo Debora och Barak, Abinoams son, denna sång:
Και εψαλαν η Δεβορρα και ο Βαρακ ο υιος του Αβινεεμ εν τη ημερα εκεινη, λεγοντες,
 Att härförare förde an i Israel,    att folket villigt följde dem --    loven HERREN därför!Dom. 4,10.
Επειδη προεπορευθησαν αρχηγοι εν τω Ισραηλ, Επειδη ο λαος προσεφερεν εαυτον εκουσιως, Ευλογειτε τον Κυριον.
 Hören, I konungar;    lyssnen, I furstar.  Till HERRENS ära    vill jag, vill jag sjunga,  lovsäga HERREN,    Israels Gud.
Ακουσατε, βασιλεις δοτε ακροασιν, σατραπαι εγω, εις τον Κυριον εγω θελω ψαλλει εις Κυριον τον Θεον του Ισραηλ θελω ψαλμωδει.
 HERRE, när du drog ut från Seir,  när du gick fram ifrån Edoms mark,  då bävade jorden,    då strömmade det från himmelen,  då strömmade vatten    ned ifrån molnen;2 Mos. 19,16 f. 5 Mos. 2,3 f. 33,2. Ps. 68,8 f. 77,18. 97,5. 114,7.
Κυριε, οτε εξηλθες απο Σηειρ, οτε εκινησας απο της πεδιαδος του Εδωμ, η γη εσεισθη και οι ουρανοι εσταλαξαν, αι νεφελαι ετι εσταλαξαν υδωρ.
 bergen skälvde    inför HERRENS ansikte,  ja, Sinai inför HERRENS,    Israels Guds, ansikte.
Τα ορη ετακησαν υπο της παρουσιας του Κυριου αυτο το Σινα απο της παρουσιας Κυριου του Θεου του Ισραηλ.
 I Samgars dagar,    Anats sons,  i Jaels dagar    lågo vägarna öde;  vandrarna måste färdas     svåra omvägar.Dom. 3,31.
Εν ταις ημεραις του Σαμεγαρ υιου του Αναθ, εν ταις ημεραις της Ιαηλ, εγκατελειφθησαν αι οδοι, και οι διαβαται περιεπατουν οδους πλαγιας.
 Inga styresmän funnos,    inga funnos mer i Israel,  förrän du stod upp, Debora,  stod upp såsom en moder i Israel.Dom. 4,4.
Εξελιπον οι ηγεμονες εν τω Ισραηλ, εξελιπον, εωσου εγω η Δεβορρα εσηκωθην, εσηκωθην μητηρ εν τω Ισραηλ.
 Man valde sig nya gudar;    då nådde striden fram till portarna.  Men ingen sköld, intet spjut var att se  hos de fyrtio tusen i Israel.5 Mos. 32,17. 1 Sam. 13,19 f.
Εξελεξαν θεους νεους τοτε πολεμος εν ταις πυλαις εφανη αρα ασπις η λογχη μεταξυ τεσσαρακοντα χιλιαδων εν τω Ισραηλ;
 Mitt hjärta tillhör Israels hövdingar  och dem bland folket, som villigt följde;
Η καρδια μου ειναι προς τους αρχηγους του Ισραηλ, οσοι μεταξυ του λαου προσεφεραν εαυτους εκουσιως. Ευλογειτε τον Κυριον.
 ja, loven HERREN.  I som riden på vita åsninnor,    I som sitten hemma på mattor,  och I som vandren på vägen, talen härom.
Υμνολογειτε οι επιβαινοντες επι λευκων ονων, οι καθημενοι εις το κρινειν, και οι περιπατουντες εν ταις οδοις.
 När man under rop    skiftar byte mellan vattenhoarna,  då lovprisar man där    HERRENS rättfärdiga gärningar,  att han i rättfärdighet regerar i Israel.  Då drog HERRENS folk    ned till portarna.
Ελευθερωθεντες απο του κροτου των τοξοτων, εν τοις τοποις οπου αντλουσιν υδωρ, εκει θελουσι διηγεισθαι τας δικαιοσυνας του Κυριου, τας δικαιοσυνας των ηγεμονων αυτου μεταξυ του Ισραηλ. Κατεβη τοτε εις τας πυλας ο λαος του Κυριου.
 Upp, upp, Debora!  Upp, upp, sjung din sång!  Stå upp, Barak;    tag dig fångar,    du Abinoams son.
Εγερθητι, εγερθητι, Δεβορρα εγερθητι, εγερθητι, προφερε ωδην σηκωθητι, Βαρακ, και αιχμαλωτισον τους αιχμαλωτους σου, υιε του Αβινεεμ.
 Då satte folkets kvarleva    de tappre till anförare,  HERREN satte mig    till anförare över hjältarna.
Τοτε κατεβη το εγκαταλελειμμενον του λαου εναντιον των ισχυρων ο Κυριος κατεβη μετ εμου εναντιον των δυνατων.
 Från Efraim kommo män    som hade rotfäst sig i Amalek;  Benjamin följde dig    och blandade sig med dina skaror.  Ned ifrån Makir    drogo hövdingar åstad,  och från Sebulon män   som buro anförarstav.Jos. 17,1. Dom. 12,15.
Εκ του Εφραιμ οι κατοικουντες το ορος Αμαληκ κατεβησαν κατοπιν σου, Βενιαμιν, μεταξυ των λαων σου. Εκ του Μαχειρ κατεβησαν οι αρχηγοι, και εκ του Ζαβουλων οι κρατουντες αβδον γραμματεως.
 Furstarna i Isaskar    slöto sig till Debora;  och likasom Isaskar,   så gjorde ock Barak;  ned i dalen skyndade man i dennes spår.    Bland Rubens ätter    höllos stora rådslag.
Και οι αρχοντες του Ισσαχαρ μετα της Δεβορρας, ο Ισσαχαρ προσετι και ο Βαρακ κατοπιν τουτου εδραμον εις την κοιλαδα. Εις τας διαιρεσεις του Ρουβην ηγερθησαν μεγαλοι στοχασμοι καρδιας.
 Men varför satt du kvar    ibland dina fållor  och lyssnade till flöjtspel vid hjordarna?  Ja, av Rubens ätter  fördes stora överläggningar.
Δια τι εκαθησας μεταξυ εις τας μανδρας, δια να ακουης τα βελασματα των ποιμνιων; εις τας διαιρεσεις του Ρουβην ηγερθησαν μεγαλαι συζητησεις καρδιας.
 Gilead stannade    på andra sidan Jordan.  Och Dan varför -- dröjer han    ännu vid skeppen?  Aser satt kvar    vid havets strand,    vid sina vikar stannade han.Jos. 13,24 f. 19,24 f., 40 f.
Ο Γαλααδ ησυχαζε περαν του Ιορδανου και ο Δαν δια τι εμενεν εις τα πλοια; ο Ασηρ εκαθητο εις τα παραλια, και ησυχαζεν εις τους λιμενας αυτου.
 Men Sebulon var ett folk    som prisgav sitt liv åt döden,  Naftali likaså,    på stridsfältets höjder.
Ο Ζαβουλων ειναι λαος προσφερων την ζωην αυτου εις θανατον, και ο Νεφθαλι, επι τα υψη της πεδιαδος.
 Konungar drogo fram och stridde  ja, då stridde Kanaans konungar  vid Taanak, invid Megiddos vatten;  men byte av silver vunno de icke.
Ηλθον οι βασιλεις, επολεμησαν τοτε επολεμησαν οι βασιλεις Χανααν εν Θααναχ πλησιον των υδατων του Μεγιδδω λαφυρον αργυριου δεν ελαβον.
 Från himmelen fördes strid,  stjärnorna stridde  från sina banor mot Sisera.2 Mos. 14,24 f. Jos. 10,l2 f. Dom. 4,15.
Εκ του ουρανου επολεμησαν, οι αστερες εκ της πορειας αυτων επολεμησαν εναντιον του Σισαρα.
 Bäcken Kison ryckte dem bort,    urtidsbäcken,    bäcken Kison.  Gå fram, min själ, med makt!Dom. 4,13.
Ο ποταμος Κισων κατεσυρεν αυτους, ο παλαιος ποταμος, ο ποταμος Κισων. Κατεπατησας, ψυχη μου, δυναμιν.
 Då stampade hästarnas hovar,  när deras tappra ryttare jagade framåt, framåt.
Τοτε κατετριβησαν οι ονυχες των ιππων απο του ορμητικου δρομου, του ορμητικου δρομου των επ αυτους ισχυρων.
 Förbannen Meros,    säger HERRENS ängel,  ja, förbannen dess inbyggare,  därför att de ej kommo    HERREN till hjälp,  HERREN till hjälp bland hjältarna.
Καταρασθε την Μηρωζ, ειπεν ο αγγελος του Κυριου, καταρασθε καταραν τους κατοικους αυτης διοτι δεν ηλθον εις βοηθειαν του Κυριου, εις βοηθειαν του Κυριου εναντιον των δυνατων.
 Välsignad vare Jael framför andra kvinnor,  Hebers hustru, kainéens,  välsignad framför alla kvinnor som bo i tält!Dom. 4,17 f. Judit 13,18.
Ευλογημενη ας ηναι υπερ τας γυναικας η Ιαηλ, η γυνη του Εβερ του Κεναιου υπερ τας γυναικας εν ταις σκηναις ευλογημενη ας ηναι.
 Vatten begärde han;      då gav hon honom mjölk,  gräddmjölk bar hon fram      i högtidsskålen.
Υδωρ εζητησε, γαλα εδωκε βουτυρον προσεφερεν εις μεγαλοπρεπη κρατηρα.
 Sin hand räckte hon ut efter tältpluggen,  sin högra hand efter arbetshammaren  med den slog hon Sisera      och krossade hans huvud,  spräckte hans tinning      och genomborrade den.
Την αριστεραν αυτης ηπλωσεν εις τον πασσαλον, και την δεξιαν αυτης εις την σφυραν των εργατων και σφυροκοπησασα τον Σισαρα εσχισε την κεφαλην αυτου, και συνεθλασε και διεπερασε τους μηνιγγας αυτου.
 Vid hennes fötter sjönk han ihop,      föll omkull och blev liggande;  ja, vid hennes fötter      sjönk han ihop och föll omkull;  där han sjönk ihop,      där föll han dödsslagen.
Μεταξυ των ποδων αυτης συνεκαμφθη, επεσεν, εκειτο μεταξυ των ποδων αυτης συνεκαμφθη, επεσεν οπου συνεκαμφθη, εκει επεσε νεκρος.
 Ut genom fönstret      skådade hon och ropade,  Siseras moder,      ut genom gallret:  »Varför dröjer väl      hans vagn att komma?  Varför äro de så senfärdiga,      hans vagnshästars fötter?»
Η μητηρ του Σισαρα εκυπτε δια της θυριδος και εβοα δια του δικτυωτου, Δια τι η αμαξα αυτου βραδυνει να ελθη, δια τι εβραδυναν οι τροχοι των αμαξων αυτου;
 Då svara de klokaste      av hennes hovtärnor,  och själv giver hon sig      detsamma svaret:
Αι σοφαι κυριαι αυτης απεκρινοντο προς αυτην αυτη μαλιστα εδιδε την αποκρισιν προς εαυτην
 »Förvisso vunno de byte,      som de nu utskifta:  en flicka, ja, två      åt envar av männen,  byte av praktvävnader för Siseras räkning,  byte av praktvävnader, brokiga tyger;  en präktig duk, ja, två brokiga dukar  för de fångnas halsar.»
Δεν επετυχον; δεν διεμοιρασαν τα λαφυρα; μιαν η δυο νεας εις εκαστον ανδρα, εις τον Σισαρα λαφυρα ποικιλοχροα, λαφυρα ποικιλοχροα κεντητα, ποικιλοχροα κεντητα και εκ των δυο μερων, περιλαιμια των λαφυραγωγουμενων;
 Så må alla dina fiender      förgås, o HERRE.  Men de som älska honom må likna solen,      när den går upp i hjältekraft. Och landet hade nu ro i fyrtio år.Ps. 19,6. Matt. 13,43.
Ουτω να απολεσθωσι παντες οι εχθροι σου, Κυριε οι δε αγαπωντες αυτον ας ηναι ως ο ηλιος ανατελλων εν τη δοξη αυτου. Και ανεπαυθη η γη τεσσαρακοντα ετη.