Psalms 132

Canto dei pellegrinaggi. Ricordati, o Eterno, a favor di Davide, di tutte le sue fatiche:
Ωιδη των Αναβαθμων. Ενθυμηθητι, Κυριε, τον Δαβιδ, και παντας τους αγωνας αυτου
com’egli giurò all’Eterno e fece voto al Potente di Giacobbe, dicendo:
πως ωμοσε προς τον Κυριον και εκαμεν ευχην εις τον ισχυρον Θεον του Ιακωβ
Certo, non entrerò nella tenda della mia casa, né salirò sul letto ove mi corico,
Δεν θελω εισελθει υπο την στεγην του οικου μου, δεν θελω αναβη εις την κλινην της στρωμνης μου,
non darò sonno ai miei occhi, né riposo alle mie palpebre,
δεν θελω δωσει υπνον εις τους οφθαλμους μου, νυσταγμον εις τα βλεφαρα μου,
finché abbia trovato un luogo per l’Eterno, una dimora per il Potente di Giacobbe.
εωσου ευρω τοπον δια τον Κυριον, κατοικιαν δια τον ισχυρον Θεον του Ιακωβ.
Ecco abbiamo udito che l’Arca era in Efrata; l’abbiam trovata nei campi di Jaar.
Ιδου, ηκουσαμεν περι αυτης εν Εφραθα ευρηκαμεν αυτην εις τας πεδιαδας του Ιααρ.
Andiamo nella dimora dell’Eterno, adoriamo dinanzi allo sgabello de’ suoi piedi!
Ας εισελθωμεν εις τας σκηνας αυτου ας προσκυνησωμεν εις το υποποδιον των ποδων αυτου.
Lèvati, o Eterno, vieni al luogo del tuo riposo, tu e l’Arca della tua forza.
Αναστηθι, Κυριε, εις την αναπαυσιν σου, συ και η κιβωτος της δυναμεως σου.
I tuoi sacerdoti siano rivestiti di giustizia, e giubilino i tuoi fedeli.
Οι ιερεις σου ας ενδυθωσι δικαιοσυνην, και οι οσιοι σου ας αγαλλωνται.
Per amor di Davide tuo servitore, non respingere la faccia del tuo unto.
Ενεκεν Δαβιδ του δουλου σου μη αποστρεψης το προσωπον του κεχρισμενου σου.
L’Eterno ha fatto a Davide questo giuramento di verità, e non lo revocherà: Io metterò sul tuo trono un frutto delle tue viscere.
Ωμοσεν ο Κυριος αληθειαν προς τον Δαβιδ, δεν θελει αθετησει αυτην, Εκ του καρπου του σωματος σου θελω θεσει επι τον θρονον σου.
Se i tuoi figliuoli osserveranno il mio patto e la mia testimonianza che insegnerò loro, anche i loro figliuoli sederanno sul tuo trono in perpetuo.
Εαν φυλαξωσιν οι υιοι σου την διαθηκην μου, και τα μαρτυρια μου τα οποια θελω διδαξει αυτους, και οι υιοι αυτων θελουσι καθισει διαπαντος επι του θρονου σου.
Poiché l’Eterno ha scelto Sion, l’ha desiderata per sua dimora.
Διοτι εξελεξεν ο Κυριος την Σιων ευηρεστηθη να κατοικη εν αυτη.
Questo è il mio luogo di riposo in eterno; qui abiterò, perché l’ho desiderata.
Αυτη ειναι η αναπαυσις μου εις τον αιωνα του αιωνος ενταυθα θελω κατοικει, διοτι ηγαπησα αυτην.
Io benedirò largamente i suoi viveri, sazierò di pane i suoi poveri.
Θελω ευλογησει εν ευλογια τας τροφας αυτης τους πτωχους αυτης θελω χορτασει αρτον
I suoi sacerdoti li vestirò di salvezza, e i suoi fedeli giubileranno con gran gioia.
και τους ιερεις αυτης θελω ενδυσει σωτηριαν και οι οσιοι αυτης θελουσιν αγαλλεσθαι εν αγαλλιασει.
Quivi farò crescere la potenza di Davide, e quivi terrò accesa una lampada al mio unto.
Εκει θελω καμει να βλαστηση κερας εις τον Δαβιδ ητοιμασα λυχνον δια τον κεχρισμενον μου.
I suoi nemici li vestirò di vergogna, ma su di lui fiorirà la sua corona.
Τους εχθρους αυτου θελω ενδυσει αισχυνην επι δε αυτον θελει ανθει το διαδημα αυτου.