Psalms 57

Εις τον πρωτον μουσικον, επι Αλτασχεθ, Μικταμ του Δαβιδ, οτε εφευγεν απο προσωπου του Σαουλ εις το σπηλαιον. Ελεησον με, ω Θεε, ελεησον με διοτι επι σε πεποιθεν η ψυχη μου, και επι την σκιαν των πτερυγων σου θελω ελπιζει, εωσου παρελθωσιν αι συμφοραι.
För sångmästaren; »Fördärva icke»; en sång av David, när han flydde för Saul och var i grottan.
Θελω κραζει προς τον Θεον τον Υψιστον, προς τον Θεον τον ευοδουντα τα παντα δι εμε.
 Var mig nådig, o Gud, var mig nådig;  ty till dig tager min själ sin tillflykt.  Ja, under dina vingars skugga vill jag taga min tillflykt,  till dess att det onda är förbi.
Θελει εξαποστειλει εξ ουρανου και θελει με σωσει θελει καταστησει ονειδος τον χασκοντα να με καταπιη Διαψαλμα ο Θεος θελει εξαποστειλει το ελεος αυτου και την αληθειαν αυτου.
 Jag ropar till Gud den Högste,  till Gud, som fullbordar sitt verk för mig.
Η ψυχη μου ειναι μεταξυ λεοντων κοιτομαι μεταξυ φλογερων ανθρωπων, των οποιων οι οδοντες ειναι λογχαι και βελη και η γλωσσα αυτων ξιφος οξυ.
 Han skall sända från himmelen och frälsa mig,  när jag smädas av människor som stå mig efter livet.  Sela.  Gud skall sända sin nåd och sin trofasthet.
Υψωθητι, Θεε, επι τους ουρανους η δοξα σου ας ηναι εφ ολην την γην.
 Min själ är omgiven av lejon,  jag måste ligga bland eldsprutare,  bland människor vilkas tänder äro spjut och pilar,  och vilkas tungor äro skarpa svärd.
Παγιδα ητοιμασαν εις τα βηματα μου η ψυχη μου εκινδυνευε να πεση εσκαψαν εμπροσθεν μου λακκον, ενεπεσαν εις αυτον. Διαψαλμα.
 Upphöjd vare du, Gud, över himmelen;  över hela jorden sträcke sig din ära.
Ετοιμη ειναι η καρδια μου, Θεε, ετοιμη ειναι η καρδια μου θελω ψαλλει και ψαλμωδει.
 De lägga ut nät för mina fötter,      min själ böjes ned,  de gräva för mig en grop,      men de falla själva däri.  Sela.
Εξεγερθητι, δοξα μου εξεγερθητι, ψαλτηριον και κιθαρα θελω εξεγερθη το πρωι.
 Mitt hjärta är frimodigt, o Gud,  mitt hjärta är frimodigt;      jag vill sjunga och lova.
Θελω σε επαινεσει, Κυριε, μεταξυ λαων θελω ψαλμωδει εις σε μεταξυ εθνων.
 Vakna upp, min ära;  upp, psaltare och harpa!      Jag vill väcka morgonrodnaden.
Διοτι εμεγαλυνθη εως των ουρανων το ελεος σου, και εως των νεφελων η αληθεια σου.
 Jag vill tacka dig bland folken, Herre;      jag vill lovsjunga dig bland folkslagen.
Υψωθητι, Θεε, επι τους ουρανους η δοξα σου ας ηναι εφ ολην την γην.
 Ty din nåd är stor allt upp till himmelen      och din trofasthet allt upp till skyarna. [ (Psalms 57:12)  Upphöjd vare du, Gud, över himmelen;  över hela jorden sträcke sig din ära. ]