II Chronicles 11

Και ελθων ο Ροβοαμ εις Ιερουσαλημ, συνηθροισε τον οικον Ιουδα και Βενιαμιν, εκατον ογδοηκοντα χιλιαδας εκλεκτων πολεμιστων, δια να πολεμησωσι κατα του Ισραηλ, οπως επαναφερωσι την βασιλειαν εις τον Ροβοαμ.
Och när Rehabeam kom till Jerusalem, församlade han Juda hus och Benjamin, ett hundra åttio tusen utvalda krigare, för att de skulle strida mot Israel och återvinna konungadömet åt Rehabeam.1 Kon. 12,21 f.
Εγεινεν ομως λογος Κυριου προς τον Σεμαιαν, ανθρωπον του Θεου, λεγων,
Men HERRENS ord kom till gudsmannen Semaja; han sade:
Λαλησον προς Ροβοαμ τον υιον του Σολομωντος, τον βασιλεα του Ιουδα, και προς παντα τον Ισραηλ εν Ιουδα και Βενιαμιν, λεγων,
»Säg till Rehabeam, Salomos son, Juda konung, och till alla israeliter i Juda och Benjamin:
Ουτω λεγει Κυριος Δεν θελετε αναβη ουδε πολεμησει εναντιον των αδελφων σας επιστρεψατε εκαστος εις τον οικον αυτου, διοτι παρ εμου εγεινε το πραγμα τουτο. Και υπηκουσαν εις τους λογους του Κυριου και απεστραφησαν απο του να υπαγωσι κατα του Ιεροβοαμ.
Så säger HERREN: I skolen icke draga upp och strida mot edra bröder. Vänden tillbaka hem, var och en till sitt, ty vad som har skett har kommit från mig.» Och de lyssnade till HERRENS ord och vände om och drogo icke mot Jerobeam.
Και κατωκησεν ο Ροβοαμ εν Ιερουσαλημ και ωκοδομησε πολεις οχυρας εν Ιουδα.
Men Rehabeam bodde i Jerusalem, och han befäste städer i Juda och gjorde dem till fasta platser.
Και ωκοδομησε την Βηθλεεμ και την Ηταμ και την Θεκουε
Han befäste Bet-Lehem, Etam, Tekoa,
και την Βαιθ−σουρ και την Σοκχω και την Οδολλαμ
Bet-Sur, Soko, Adullam
και την Γαθ και την Μαρησα και την Ζιφ
Gat, Maresa, Sif,
και την Αδωραιμ και την Λαχεις και την Αζηκα
Adoraim, Lakis, Aseka,
και την Σαραα και την Αιαλων και την Χεβρων, αιτινες ειναι εν Ιουδα και εν Βενιαμιν, πολεις ωχυρωμεναι.
Sorga, Ajalon och Hebron, alla i Juda och Benjamin, och gjorde dem till fasta städer.
Και ωχυρωσε τα φρουρια, και εβαλεν εις αυτα φρουραρχους και αποθηκας τροφων και ελαιου και οινου.
Och han gjorde deras befästningar starka och tillsatte hövdingar i dem och lade in i dem förråd av mat, olja och vin;
Και εις πασαν πολιν εβαλεν ασπιδας και λογχας, και ωχυρωσεν αυτας πολυ σφοδρα. Και ησαν υπ αυτον ο Ιουδας και ο Βενιαμιν.
var och en särskild av dessa städer försåg han med sköldar och spjut; han befäste dem mycket starkt. Och Juda och Benjamin förblevo under hans välde.
Και οι ιερεις και οι Λευιται οι εν παντι τω Ισραηλ συνηχθησαν προς αυτον, εκ παντων των οριων αυτων.
Och prästerna och leviterna i hela Israel gingo över till honom från alla sina områden;
Διοτι οι Λευιται εγκατελιπον τα προαστεια αυτων και τας ιδιοκτησιας αυτων, και ηλθον εις τον Ιουδαν και εις την Ιερουσαλημ επειδη ο Ιεροβοαμ και οι υιοι αυτου ειχον αποβαλει αυτους απο του να ιερατευωσιν εις τον Κυριον
ty leviterna övergåvo sina utmarker och sina andra besittningar och begåvo sig till Juda och Jerusalem, eftersom Jerobeam med sina söner drev dem bort ifrån deras tjänst såsom HERRENS präster,2 Krön. 13,9.
και κατεστησεν εις εαυτον ιερεις δια τους υψηλους τοπους και δια τους δαιμονας και δια τους μοσχους, τους οποιους εκαμε
och anställde åt sig andra präster för offerhöjderna och för de onda andarna och för kalvarna som han hade låtit göra.1 Kon. 12,31.
και μετ αυτους, οσοι εκ πασων των φυλων του Ισραηλ εδωκαν τας καρδιας αυτων εις το να ζητωσι Κυριον τον Θεον του Ισραηλ, ηλθον εις Ιερουσαλημ, δια να θυσιασωσιν εις Κυριον τον Θεον των πατερων αυτων.
Och dem följde ifrån alla Israels stammar de som vände sina hjärtan till att söka HERREN, Israels Gud; dessa kommo till Jerusalem för att offra åt HERREN, sina fäders Gud.
Και κατισχυσαν την βασιλειαν του Ιουδα και ισχυροποιησαν τον Ροβοαμ τον υιον του Σολομωντος, τρια ετη διοτι τρια ετη περιεπατησαν εν τη οδω του Δαβιδ και του Σολομωντος.
I tre år befäste de så konungamakten i Juda och gjorde Rehabeams, Salomos sons, välde starkt; ty i tre år vandrade de på Davids och Salomos väg.
Ελαβε δε ο Ροβοαμ εις εαυτον γυναικα την Μαελεθ, θυγατερα του Ιεριμωθ υιου του Δαβιδ, και την Αβιχαιλ, θυγατερα του Ελιαβ υιου του Ιεσσαι
Och Rehabeam tog till hustru åt sig Mahalat, dotter till Jerimot, Davids son, och till Abihail, Eliabs, Isais sons, dotter.1 Sam. 16,6. 17,13.
ητις εγεννησεν εις αυτον υιους, τον Ιεους και τον Σαμαριαν και τον Ζααμ.
Hon födde åt honom sönerna Jeus, Semarja och Saham.
Και μετ αυτην ελαβε την Μααχα θυγατερα του Αβεσσαλωμ, ητις εγεννησεν εις αυτον τον Αβια και τον Ατθαι και τον Ζιζα και τον Σελωμειθ.
Och efter henne tog han till hustru Maaka, Absaloms dotter. Hon födde åt honom Abia, Attai, Sisa och Selomit.1 Kon. 15,2.
Και ηγαπησεν ο Ροβοαμ την Μααχα θυγατερα του Αβεσσαλωμ υπερ πασας τας γυναικας αυτου και τας παλλακας αυτου διοτι ελαβε δεκαοκτω γυναικας και εξηκοντα παλλακας και εγεννησεν εικοσιοκτω υιους και εξηκοντα θυγατερας
Och Rehabeam hade Maaka, Absaloms dotter, kärare än alla sina andra hustrur och bihustrur -- ty han hade tagit aderton hustrur och sextio bihustrur -- och han födde tjuguåtta söner och sextio döttrar.
και κατεστησεν ο Ροβοαμ αρχοντα τον Αβια τον υιον της Μααχα, δια να αρχη επι τους αδελφους αυτου διοτι εστοχαζετο να καμη αυτον βασιλεα
Och Rehabeam satte Abia, Maakas son, till huvud och furste bland sina bröder, ty han hade i sinnet att göra honom till konung.
και ποιων φρονιμως διεσπειρε παντας τους υιους αυτου εις παντας τους τοπους Ιουδα και Βενιαμιν, εις πασαν οχυραν πολιν και εδωκεν εις αυτους τροφας εν αφθονια και εζητησε πολλας γυναικας.
Och på lämpligt sätt fördelade han alla Judas och Benjamins landskap och alla fasta städer mellan några av sina söner och gav dem rikligt underhåll; han skaffade dem ock hustrur i mängd.