Habakkuk 3

En bön av profeten Habackuk; till Sigjonót.
Προσευχη Αββακουμ του προφητου επι Σιγιωνωθ.
 HERRE, jag har hört om dig och häpnat.  HERRE, förnya i dessa år dina gärningar,  låt oss förnimma dem i dessa år.  Mitt i din vrede må du tänka på förbarmande.
Κυριε, ηκουσα την ακοην σου και εφοβηθην Κυριε, ζωοποιει το εργον σου εν μεσω των ετων Εν μεσω των ετων γνωστοποιει, αυτο εν τη οργη σου μνησθητι ελεους.
 Gud kommer från Teman,  den helige från berget Paran.  Sela.  Hans majestät övertäcker himmelen,  och av hans lov är jorden full.2 Mos. 19,16 f. 5 Mos. 33,2. Dom. 5,4.
Ο Θεος ηλθεν απο Θαιμαν και ο Αγιος απο του ορους Φαραν Διαψαλμα. εκαλυψεν ουρανους η δοξα αυτου, και της αινεσεως αυτου ητο πληρης η γη
 Då uppstår en glans såsom av solljus,  strålar gå ut ifrån honom,  och han höljer i dem sin makt.2 Mos. 24,17.
Και η λαμψις αυτου ητο ως το φως ακτινες εξηρχοντο εκ της χειρος αυτου, και εκει ητο ο κρυψων της ισχυος αυτου.
 Framför honom går pest,  och feberglöd följer i hans spår.2 Mos. 9,3. 12,29.
Εμπροσθεν αυτου προεπορευετο ο θανατος, και αστραπαι εξηρχοντο υπο τους ποδας αυτου.
 Han träder fram -- därmed kommer han jorden att darra;  en blick -- och han kommer folken att bäva.  De uråldriga bergen splittras,  de eviga höjderna sjunka ned.  Han vandrar de vägar han fordom gick.Ps. 68,8 f.
Εσταθη και διεμετρησε την γην επεβλεψε και διελυσε τα εθνη και τα ορη τα αιωνια συνετριβησαν, οι αιωνιοι βουνοι εταπεινωθησαν αι οδοι αυτου ειναι αιωνιοι.
 Jag ser Kusans hyddor hemsökta av fördärv;  tälten darra i Midjans land.
Ειδον τας σκηνας της Αιθιοπιας εν θλιψει ετρομαξαν τα παραπετασματα της γης Μαδιαμ.
 Harmas då HERREN på strömmar?  Ja, är din vrede upptänd mot strömmarna  eller din förgrymmelse mot havet,  eftersom du så färdas fram med dina hästar,  med dina segerrika vagnar?2 Mos. 14,26 f. 15,3 f.
Μηπως ωργισθη ο Κυριος κατα των ποταμων; μηπως ητο ο θυμος σου κατα των ποταμων; η η οργη σου κατα της θαλασσης, ωστε επεβης επι τους ιππους σου και επι τας αμαξας σου προς σωτηριαν;
 Framtagen och blottad är din båge,  ditt besvurna ords pilar.  Sela.5 Mos. 32,41 f.  Till strömfåror klyver du jorden.
Εσυρθη εξω το τοξον σου, καθως μεθ ορκου ανηγγειλας εις τας φυλας. Διαψαλμα. Συ διεσχισας την γην εις ποταμους.
 Bergen se dig och bäva;  såsom en störtskur far vattnet ned.  Djupet låter höra sin röst,  mot höjden lyfter det sina händer.Ps. 77,19.
Σε ειδον τα ορη και ετρομαξαν. Κατακλυσμος υδατων επηλθεν η αβυσσος ανεπεμψε την φωνην αυτης, ανυψωσε τας χειρας αυτης.
 Sol och måne stanna i sin boning  för skenet av dina farande pilar,  för glansen av ditt blixtrande spjut.Jos. 10,12 f.
Ο ηλιος και η σεληνη εσταθησαν εν τω κατοικητηριω αυτων εν τω φωτι των βελων σου περιεπατουν, εν τη λαμψει της αστραπτουσης λογχης σου.
 I förgrymmelse går du fram över jorden,  i vrede tröskar du sönder folken.
Εν αγανακτησει διηλθες την γην, εν θυμω κατεπατησας τα εθνη.
 Du drager ut för att frälsa ditt folk,  för att bereda frälsning åt din smorde.  Du krossar taket på de ogudaktigas hus,  du bryter ned huset, från grunden till tinnarna.  Sela.
Εξηλθες εις σωτηριαν του λαου σου, εις σωτηριαν του χριστου σου επαταξας τον αρχηγον του οικου των ασεβων, απεκαλυψας τα θεμελια εως βαθους. Διαψαλμα.
 Du genomborrar deras styresmans huvud med hans egna pilar,  när de storma fram till att förskingra oss, under fröjd,  såsom gällde det att i lönndom äta upp en betryckt.
Διεπερασας με τας λογχας αυτου την κεφαλην των στραταρχων αυτου εφωρμησαν ως ανεμοστροβιλος δια να μη διασκορπισωσιν η αγαλλιασις αυτων ητο ως εαν εμελλον κρυφιως να καταφαγωσι τον πτωχον.
 Du far med dina hästar fram över havet,  över de stora vattnens svall.Ps. 77,20.
Διεβης δια της θαλασσης μετα των ιππων σου, δια σωρων υδατων πολλων.
 Jag hör det och darrar i mitt innersta,  vid dånet skälva mina läppar;  maktlöshet griper benen i min kropp,  jag darrar på platsen där jag står.  Ty jag måste ju stilla uthärda nödens tid,  medan det kommer, som skall tränga folket.
Ηκουσα, και τα εντοσθια μου συνεταραχθησαν τα χειλη μου ετρεμον εις την φωνην η σαθροτης εισηλθεν εις τα οστα μου, και υποκατω μου ελαβον τρομον πλην εν τη ημερα της θλιψεως θελω αναπαυθη, οταν αναβη κατα του λαου ο μελλων να εκπορθηση αυτον.
 Ja, fikonträdet blomstrar icke mer,  och vinträden giva ingen skörd,  olivträdets frukt slår fel  och fälten alstra ingen äring,  fåren ryckas bort ur fållorna,  och inga oxar finnas mer i stallen.
Αν και η συκη δεν θελει βλαστησει, μηδε θελει εισθαι καρπος εν ταις αμπελοις ο κοπος της ελαιας θελει ματαιωθη, και οι αγροι δεν θελουσι δωσει τροφην το ποιμνιον θελει εξολοθρευθη απο της μανδρας, και δεν θελουσιν εισθαι βοες εν τοις σταυλοις
 Likväl vill jag glädja mig i HERREN  och fröjda mig i min frälsnings Gud.Ps. 46,2 f.
Εγω ομως θελω ευφραινεσθαι εις τον Κυριον, θελω χαιρει εις τον Θεον της σωτηριας μου.
 HERREN, Herren är min starkhet;  han gör mina fötter såsom hindens  och låter mig gå fram över mina höjder.  För sångmästaren, med mitt strängaspel.2 Sam. 22,34. Ps. 18,34.
Κυριος ο Θεος ειναι η δυναμις μου, και θελει καμει τους ποδας μου ως των ελαφων και θελει με καμει να περιπατω επι τους υψηλους τοπους μου. Εις τον πρωτον μουσικον επι Νεγινωθ.