Exodus 23

Non spargere alcuna voce calunniosa e non tener di mano all’empio nell’attestare il falso.
Δεν θελεις διαδωσει ψευδη φημην δεν θελεις συμφωνησει μετα του αδικου δια να γεινης ψευδομαρτυς.
Non andar dietro alla folla per fare il male; e non deporre in giudizio schierandoti dalla parte dei più per pervertire la giustizia.
Δεν θελεις ακολουθησει τους πολλους επι κακω ουδε θελεις ομιλησει εν κρισολογια, ωστε να κλινης κατοπιν πολλων δια να διαστρεψης κρισιν
Parimente non favorire il povero nel suo processo.
ουδε θελεις αποβλεψει εις προσωπον πτωχου εν τη κρισει αυτου.
Se incontri il bue del tuo nemico o il suo asino smarrito, non mancare di ricondurglielo.
Εαν απαντησης τον βουν του εχθρου σου η τον ονον αυτου πλανωμενον, θελεις εξαπαντος επιστρεψει αυτον προς αυτον.
Se vedi l’asino di colui che t’odia steso a terra sotto il carico, guardati bene dall’abbandonarlo, ma aiuta il suo padrone a scaricarlo.
Εαν ιδης τον ονον του μισουντος σε πεπτωκοτα υπο το φορτιον αυτου και ηθελες αποφυγει να βοηθησης αυτον, εξαπαντος θελεις συμβοηθησει αυτον.
Non violare il diritto del povero del tuo popolo nel suo processo.
Δεν θελεις διαστρεψει το δικαιον του πενητος σου εν τη κρισει αυτου.
Rifuggi da ogni parola bugiarda; e non far morire l’innocente e il giusto; perché io non assolverò il malvagio
Απεχε απο αδικου υποθεσεως και μη γεινης αιτια να θανατωθη ο αθωος και ο δικαιος διοτι εγω δεν θελω δικαιωσει τον ασεβη.
Non accettar presenti; perché il presente acceca quelli che ci veggon chiaro, e perverte le parole dei giusti.
Και δωρα δεν θελεις λαβει διοτι τα δωρα τυφλονουσι και τους σοφους, και διαστρεφουσι τους λογους των δικαιων.
Non opprimere lo straniero; voi lo conoscete l’animo dello straniero, giacché siete stati stranieri nel paese d’Egitto.
Και ξενον δεν θελεις καταδυναστευσει διοτι σεις γνωριζετε την ψυχην του ξενου, επειδη ξενοι εσταθητε εν τη γη της Αιγυπτου.
Per sei anni seminerai la tua terra e ne raccoglierai i frutti;
Και εξ ετη θελεις σπειρει την γην σου και θελεις συναγει τα γεννηματα αυτης
ma il settimo anno la lascerai riposare e rimanere incolta; i poveri del tuo popolo ne godranno, e le bestie della campagna mangeranno quel che rimarrà. Lo stesso farai della tua vigna e de’ tuoi ulivi.
το δε εβδομον θελεις αφησει αυτην να αναπαυθη και να μενη αργη, δια να τρωγωσιν οι πτωχοι του λαου σου και το εναπολειφθεν αυτων ας τρωγωσι τα ζωα του αγρου. Ουτω θελεις καμει δια τον αμπελωνα σου και δια τον ελαιωνα σου.
Per sei giorni farai il tuo lavoro; ma il settimo giorno ti riposerai, affinché il tuo bue e il tuo asino possano riposarsi, e il figliuolo della tua serva e il forestiero possano riprender fiato.
Εξ ημερας θελεις καμνει τας εργασιας σου την δε εβδομην ημεραν θελεις αναπαυεσθαι, δια να αναπαυθη ο βους σου και ο οινος σου και να λαβη αναψυχην ο υιος της δουλης σου και ο ξενος.
Porrete ben mente a tutte le cose che io vi ho dette, e non pronunzierete il nome di dèi stranieri: non lo si oda uscire dalla vostra bocca.
Και εις παντα οσα ελαλησα προς εσας, θελετε προσεξει και ονομα αλλων θεων δεν θελετε αναφερει, ουδε θελει ακουσθη εκ του στοματος σου.
Tre volte all’anno mi celebrerai una festa.
Τρις του ενιαυτου θελεις καμνει εορτην εις εμε.
Osserverai la festa degli azzimi. Per sette giorni mangerai pane senza lievito, come te l’ho ordinato, al tempo stabilito del mese di Abib, perché in quel mese tu uscisti dal paese d’Egitto; e nessuno comparirà dinanzi a me a mani vuote.
Θελεις φυλαττει την εορτην των αζυμων επτα ημερας θελεις τρωγει αζυμα, καθως προσεταξα εις σε, κατα τον διωρισμενον καιρον του μηνος Αβιβ διοτι εν τουτω εξηλθες εξ Αιγυπτου και ουδεις θελει φανη ενωπιον μου κενος
Osserverai la festa della mietitura, delle primizie del tuo lavoro, di quello che avrai seminato nei campi; e la festa della raccolta, alla fine dell’anno, quando avrai raccolto dai campi i frutti del tuo lavoro.
και την εορτην του θερισμου, των πρωτογεννηματων των κοπων σου, τα οποια εσπειρας εις τον αγρον και την εορτην της συγκομιδης των καρπων, εις το τελος του ενιαυτου, αφου συναξης τους καρπους σου εκ του αγρου.
Tre volte all’anno tutti i maschi compariranno davanti al Signore, l’Eterno.
Τρις του ενιαυτου θελει εμφανιζεσθαι παν αρσενικον σου ενωπιον Κυριου του Θεου.
Non offrirai il sangue della mia vittima insieme con pane lievitato; e il grasso dei sacrifizi della mia festa non sarà serbato durante la notte fino al mattino.
Δεν θελεις προσφερει το αιμα της θυσιας μου με αρτον ενζυμον ουδε θελει μενει το παχος της εορτης μου εως πρωι.
Porterai alla casa dell’Eterno, ch’è il tuo Dio, le primizie de’ primi frutti della terra. Non farai cuocere il capretto nel latte di sua madre.
Τας απαρχας των πρωτογεννηματων της γης σου θελεις φερει εις τον οικον Κυριου του Θεου σου. Δεν θελεις ψησει εριφιον εν τω γαλακτι της μητρος αυτου.
Ecco, io mando un angelo davanti a te per proteggerti per via, e per introdurti nel luogo che ho preparato.
Ιδου, εγω αποστελλω αγγελον εμπροσθεν σου δια να σε φυλαττη εν τη οδω, και να σε φερη εις τον τοπον τον οποιον προητοιμασα
Sii guardingo in sua presenza, e ubbidisci alla sua voce; non ti ribellare a lui, perch’egli non perdonerà le vostre trasgressioni; poiché il mio nome è in lui.
φοβου αυτον, και υπακουε εις την φωνην αυτου μη παροργισης αυτον διοτι δεν θελει συγχωρησει τας παραβασεις σας επειδη το ονομα μου ειναι εν αυτω.
Ma se ubbidisci fedelmente alla sua voce e fai tutto quello che ti dirò, io sarò il nemico de’ tuoi nemici, l’avversario de’ tuoi avversari;
Εαν ομως προσεχης να υπακουης εις την φωνην αυτου και πραττης παντα οσα λεγω, τοτε εγω θελω εισθαι εχθρος των εχθρων σου και εναντιος των εναντιων σου.
poiché il mio angelo andrà innanzi a te e t’introdurrà nel paese degli Amorei, degli Hittei, dei Ferezei, dei Cananei, degli Hivvei e dei Gebusei, e li sterminerò.
Διοτι ο αγγελος μου θελει προπορευσθαι εμπροσθεν σου, και θελει σε εισαγαγει εις τους Αμορραιους και Χετταιους και Φερεζαιους και Χαναναιους, Ευαιους και Ιεβουσαιους και θελω εξολοθρευσει αυτους.
Tu non ti prostrerai davanti ai loro dèi, e non servirai loro. Non farai quello ch’essi fanno; ma distruggerai interamente quegli dèi e spezzerai le loro colonne.
Δεν θελεις προσκυνησει τους θεους αυτων, ουδε θελεις λατρευσει αυτους, ουδε θελεις πραξει κατα τα εργα εκεινων αλλα θελεις εξολοθρευσει αυτους, και θελεις κατασυντριψει τα ειδωλα αυτων.
Servirete all’Eterno, ch’è il vostro Dio, ed egli benedirà il tuo pane e la tua acqua; ed io allontanerò la malattia di mezzo a te.
Και θελετε λατρευει Κυριον τον Θεον σας, και αυτος θελει ευλογει τον αρτον σου, και το υδωρ σου και θελω απομακρυνει πασαν νοσον εκ μεσου σου
Nel tuo paese non ci sarà donna che abortisca, né donna sterile. Io farò completo il numero de’ tuoi giorni.
και δεν θελει εισθαι αγονος και στειρα επι της γης σου τον αριθμον των ημερων σου θελω καμει πληρη.
Io manderò davanti a te il mio terrore, e metterò in rotta ogni popolo presso il quale arriverai, e farò voltar le spalle dinanzi a te a tutti i tuoi nemici.
τον φοβον μου θελει στειλει εμπροσθεν σου και θελω καταστρεψει παντα λαον επι τον οποιον ερχεσαι και θελω καμει παντας τους εχθρους σου να στρεψωσι τα νωτα εις σε
E manderò davanti a te i calabroni, che scacceranno gli Hivvei, i Cananei e gli Hittei dal tuo cospetto.
και θελω στειλει εμπροσθεν σου σφηκας, και θελουσιν εκδιωξει τους Ευαιους, τους Χαναναιους και τους Χετταιους απ εμπροσθεν σου.
Non li scaccerò dal tuo cospetto in un anno, affinché il paese non diventi un deserto, e le bestie de’ campi non si moltiplichino contro di te.
Δεν θελω εκδιωξει αυτους απ εμπροσθεν σου εις εν ετος, δια να μη γεινη ερημος η γη και πληθυνθωσι τα θηρια του αγρου εναντιον σου
Li scaccerò dal tuo cospetto a poco a poco, finché tu cresca di numero e possa prender possesso del paese.
ολιγον κατ ολιγον θελω εκδιωξει αυτους απ εμπροσθεν σου, εωσου αυξηθης και κυριευσης την γην.
E fisserò i tuoi confini dal mar Rosso al mar de’ Filistei, e dal deserto sino al fiume; poiché io vi darò nelle mani gli abitanti del paese; e tu li scaccerai d’innanzi a te.
Και θελω θεσει τα ορια σου απο της Ερυθρας θαλασσης μεχρι της θαλασσης των Φιλισταιων, και απο της ερημου μεχρι του ποταμου διοτι εις τας χειρας υμων θελω παραδωσει τους κατοικους του τοπου, και θελεις εκδιωξει αυτους απ εμπροσθεν σου.
Non farai alleanza di sorta con loro, né coi loro dèi.
Δεν θελεις καμει μετ αυτων, ουδε μετα των θεων αυτων, συνθηκην
Non dovranno abitare nel tuo paese, perché non t’inducano a peccare contro di me: tu serviresti ai loro dèi, e questo ti sarebbe un laccio.
δεν θελουσι κατοικει εν τη γη σου, δια να μη σε καμωσι να αμαρτησης εις εμε διοτι αν λατρευσης τους θεους αυτων, τουτο θελει εξαπαντος εισθαι παγις εις σε.