Psalms 5

Εις τον πρωτον μουσικον, επι Νεγιλωθ. Ψαλμος του Δαβιδ. Ακροασθητι, Κυριε, τους λογους μου νοησον τον στεναγμον μου.
Przedniejszemu śpiewakowi na Nechylot psalm Dawidowy.
Προσεξον εις την φωνην της κραυγης μου, Βασιλευ μου και Θεε μου Διοτι εις σε θελω προσευχηθη.
Przyjmij, Panie! w uszy swe słowa moje, i wyrozumij doległości moje.
Κυριε, το πρωι θελεις ακουσει την φωνην μου το πρωι θελω παρασταθη εις σε και θελω προσδοκα.
Słuchaj pilnie głosu wołania mego; królu mój, i Boże mój! boć się modlę tobie.
Διοτι δεν εισαι συ Θεος θελων την ασεβειαν ο πονηρευομενος δεν θελει κατοικει πλησιον σου.
Panie! rano usłysz głos mój; ranoć przedłożę modlitwę moję, i będę wyglądał pomocy.
Ουδε θελουσι σταθη οι αφρονες εμπροσθεν των οφθαλμων σου μισεις παντας τους εργατας της ανομιας.
Albowiem ty, o Boże! nie kochasz się w nieprawości, a nie zmieszka z tobą złośnik.
Θελεις εξολοθρευσει τους λαλουντας το ψευδος ο Κυριος βδελυττεται τον ανθρωπον τον αιμοβορον και τον δολιον.
Nieostoją się szaleni przed oczyma twemi: ty masz w nienawiści wszystkich, którzy broją nieprawości.
Αλλ εγω δια του πληθους του ελεους σου θελω εισελθει εις τον οικον σου θελω προσκυνησει προς τον ναον της αγιοτητος σου μετα φοβου σου.
Wygłubisz tych, którzy mówią kłamstwo; mężem krwawym i zdradliwym brzydzi się Pan.
Κυριε, οδηγησον με εν τη δικαιοσυνη σου, ενεκα των εχθρων μου κατευθυνον την οδον σου εμπροσθεν μου.
Ale ja w obfitości miłosierdzia twego wnijdę do domu twego, a pokłonię się w kościele twoim świętym, w bojaźni twojej.
Διοτι δεν ειναι εν τω στοματι αυτων αληθεια η καρδια αυτων ειναι πονηρια ταφος ανεωγμενος ο λαρυγξ αυτων δια της γλωσσης αυτων κολακευουσι.
Panie! prowadź mię w sprawiedliwości twojej dla nieprzyjaciół moich, a wyprostuj przed obliczem mojem drogę twoję.
Καταδικασον αυτους, Θεε ας αποτυχωσι των διαβουλιων αυτων εξωσον αυτους δια το πληθος των παραβασεων αυτων, διοτι απεστατησαν εναντιον σου.
Bo niemasz nic szczerego w ustach ich; wnętrzności ich złośliwe, gardło ich jako grób otwarty, językiem swym pochlebiają.
Ας ευφραινωνται δε παντες οι ελπιζοντες επι σε ας χαιρωσι διαπαντος, διοτι συ περισκεπαζεις αυτους ας καυχωνται ομοιως επι σε οι αγαπωντες το ονομα σου.
Spustosz ich, o Boże! Niech upadną od rad swoich; dla wielkości przestępstwa ich rozpędź ich, ponieważ są odpornymi tobie.
Διοτι συ, Κυριε, θελεις ευλογησει τον δικαιον θελεις περισκεπασει αυτον με ευμενειαν, ως με ασπιδα.
A niechaj się rozweselą wszyscy, co ufają w tobie; na wieki niech wykrzykują, gdyż ich ty szczycić będziesz, i rozradują się w tobie, którzy miłują imię twoje. Albowiem ty, Panie! sprawiedliwemu błogosławić będziesz, a zastawisz go, jako tarczą, dobrotliwością twoją.