Ezekiel 19

Και συ αναλαβε θρηνον δια τους ηγεμονας του Ισραηλ,
 Men du, stäm upp en klagosång      över Israels furstar;
και ειπε, Τι ειναι η μητηρ σου; Λεαινα κειται μεταξυ λεοντων, εθρεψε τα βρεφη αυτης εν μεσω σκυμνων.
     säg:      Huru var icke din moder en lejoninna!      Bland lejon låg hon;  hon födde upp sina ungar      bland kraftiga lejon.1 Mos.49,9 f.
Και ανεθρεψεν εν εκ των βρεφων αυτης και εγεινε σκυμνος και εμαθε να αρπαζη το θηραμα ανθρωπους ετρωγε.
 Så födde hon upp en av sina ungar,      så att han blev ett kraftigt lejon;  han lärde sig att taga rov,      människor åt han upp.2 Kon. 23,31 f. Jer. 22,10 f.
Και τα εθνη ηκουσαν περι αυτου επιασθη εν τω λακκω αυτων, και εφεραν αυτον με αλυσεις εις την γην της Αιγυπτου.
 Men folken fingo höra om honom      och han blev fångad i deras grop;  och man förde honom med krok i nosen      till Egyptens land.
Και ιδουσα οτι η ελπις αυτης εματαιωθη και εχαθη, ελαβεν εν αλλο εκ των βρεφων αυτης και εκαμεν αυτο σκυμνον.
 När hon nu såg att hon fick vänta förgäves,      och att hennes hopp blev om intet,  då tog hon en annan av sina ungar      och gjorde denne till ett kraftigt lejon.2 Kon. 24,18 f.
Και αναστρεφομενον εν μεσω των λεοντων εγεινε σκυμνος και εμαθε να αρπαζη θηραμα ανθρωπους ετρωγε.
 Stolt gick han omkring bland lejonen,      ja, han blev ett kraftigt lejon;  han lärde sig att taga rov,      människor åt han upp.
Και εγνωρισε τα παλατια αυτων και ερημονε τας πολεις αυτων και ητο ηφανισμενη η γη και το πληρωμα αυτης απο του ηχου του βρυχηματος αυτου.
 Han våldförde deras änkor,      deras städer förödde han.  Och landet med vad däri var blev förfärat      vid dånet av hans rytande.
Και τα εθνη παρεταχθησαν εναντιον αυτου κυκλοθεν εκ των επαρχιων και ηπλωσαν κατ αυτου τα βροχια αυτων, και επιασθη εν τω λακκω αυτων.
 Då bådade man upp folk mot honom      runt omkring från länderna;  och de bredde ut sitt nät för honom,      och han blev fångad i deras grop
Και εβαλον αυτον με αλυσεις εις κλωβιον και εφεραν αυτον προς τον βασιλεα της Βαβυλωνος εν δεσμωτηριω εισηγαγον αυτον, δια να μη ακουσθη πλεον φωνη αυτου επι τα ορη του Ισραηλ.
 Sedan satte de honom i en bur, med krok i nosen,      och förde honom till konungen Babel  Där satte man honom in i fasta borgar,  för att hans röst ej mer skulle höras      bort till Israels berg.2 Kon. 25,6.
Η μητηρ σου, καθ ομοιωσιν σου, ητο ως αμπελος πεφυτευμενη πλησιον των υδατων εγεινε καρποφορος και πληρης κλαδων δια τα πολλα υδατα.
 Medan de levde i ro, var din moder såsom ett vinträd,      planterat vid vatten.  Och det blev ett fruktsamt träd, rikt på skott,      genom det myckna vattnet.
Και εγειναν εις αυτην αβδοι ισχυραι δια σκηπτρα των κρατουντων και ο κορμος αυτης υψωθη εν μεσω των πυκνων κλαδων, και εγεινε περιβλεπτος κατα το υψος αυτης μεταξυ του πληθους των βλαστων αυτης.
 Det fick starka grenar,      tjänliga till härskarspiror,  och dess stam växte hög,      omgiven av lövverk,  så att det syntes vida, ty det var högt      och rikt på rankor.
Απεσπασθη ομως μετα θυμου, ερριφθη κατα γης, και ανατολικος ανεμος κατεξηρανε τον καρπον αυτης αι ισχυραι αυτης αβδοι συνεθλασθησαν και εξηρανθησαν πυρ κατεφαγεν αυτας.
 Då ryckte man upp det i vrede,      och det blev kastat på jorden,  och stormen från öster      förtorkade dess frukt.  Dess starka grenar      brötos av och torkade bort,      elden fick förtära dem.Hes. 17,10. Hos. 13,15.
Και τωρα ειναι πεφυτευμενη εν ερημω, εν ξηρα και ανυδρω γη.
 Nu är det utplanterat i öknen,      i ett torrt och törstande land.
Και εξηλθε πυρ απο αβδου τινος εκ των κλαδων αυτης και κατεφαγε τον καρπον αυτης, ωστε δεν υπηρχε πλεον εν αυτη αβδος ισχυρα δια σκηπτρον ηγεμονιας ουτος ειναι ο θρηνος και θελει εισθαι εις θρηνον.
 Och eld har gått ut från dess yppersta gren      och har förtärt dess frukt.  Så finnes där nu ingen stark gren kvar,   ingen härskarspira!2 Krön. 36,11, 19 f. En klagosång är detta, och den har fått tjäna såsom klagosång.