Nahum 3

Ουαι εις την πολιν των αιματων ολη ειναι πληρης ψευδους και αρπαγης το θηραμα δεν απολειπει.
Vai de cetatea vărsătoare de sînge, plină de minciună, plină de sîlnicie, şi care nu încetează să se dedea la răpire!...
Φωνη μαστιγων ακουεται και φωνη θορυβου τροχων και ιππων ορμωντων και αρματων αναπηδωντων,
Auziţi pocnetul biciului, uruitul roţilor, tropăitul cailor, şi durduitul carelor!
ιππεως αναβαινοντος και ομφαιας στιλβουσης και λογχης εξαστραπτουσης, και πληθος τραυματιζομενων και μεγας αριθμος πτωματων, και δεν ειναι τελος των πτωματων προσκοπτουσιν εις τα πτωματα αυτων
Se aruncă năvalnici călăreţii, scînteiază sabia, fulgeră suliţa... O mulţime de răniţi!... Grămezi de trupuri moarte!... Morţi fără număr!... Cei vii se împiedică de cei morţi!...
απο του πληθους των πορνειων της θελκτικης πορνης, της εμπειρου εις γοητειας, ητις πωλει εθνη δια των πορνειων αυτης και φυλας δια των γοητειων αυτης.
Din pricina multelor curvii ale curvei, plină de farmec, fermecătoare iscusită, care vindea neamurile prin curviile ei şi popoarele prin vrăjitoriile ei. -
Ιδου, εγω ειμαι εναντιον σου, λεγει ο Κυριος των δυναμεων και θελω ανασηκωσει τα κρασπεδα σου επι το προσωπον σου, και θελω δειξει εις τα εθνη την αισχυνην σου και εις τα βασιλεια την ατιμιαν σου.
Iată, am necaz pe tine, zice Domnul oştirilor îţi voi ridica poalele peste cap, ca să-ţi vadă neamurile goliciunea, şi împărăţiile, ruşinea.
Και θελω ιψει βδελυραν ακαθαρσιαν επι σε και θελω σε καταισχυνει και θελω σε καταστησει εις θεαμα.
Voi asvîrli cu murdării peste tine, te voi înjosi, şi te voi face de ocară.
Και παντες οι βλεποντες σε θελουσι φευγει απο σου και θελουσι λεγει, Η Νινευη ηρημωθη τις θελει συλλυπηθη αυτην; ποθεν θελω ζητησει παρηγορητας δια σε;
Toţi cei ce te vor vedea vor fugi de tine, şi vor zice: ,,Ninive este nimicită! Cine o va plînge? Unde să-ţi caut mîngîietori?
εισαι καλητερα της Νω Αμμων, της κειμενης μεταξυ των ποταμων, της περικυκλουμενης απο υδατων, της οποιας προμαχων ητο η θαλασσα και τειχος αυτης το πελαγος;
Eşti tu mai bună decît No-Amon, cetatea care şedea între rîuri, înconjurată de ape, avînd ca zid de apărare marea, ca ziduri marea?
Η Αιθιοπια ητο η ισχυς αυτης και η Αιγυπτος και αλλοι απεραντοι η Φουθ και οι Λιβυες ησαν οι βοηθοι σου.
Etiopia şi Egiptenii fără număr erau tăria ei, Put şi Libienii erau ajutoarele ei.
Αλλα και αυτη μετωκισθη, υπηγεν εις αιχμαλωσιαν, τα δε νηπια αυτης συνετριφθησαν επι των ακρων πασων των οδων και ερριψαν κληρους επι τους ενδοξους αυτης ανδρας, και παντες οι μεγιστανες αυτης εδεθησαν με αλυσεις.
Şi totuş a trebuit să plece şi ea în surghiun, s'a dus în robie; şi pruncii ei au fost zdrobiţi în toate colţurile uliţelor; au aruncat sorţul asupra fruntaşilor ei, şi tot mai marii ei au fost aruncaţi în lanţuri.
Και συ θελεις μεθυσθη, θελεις μενει αφανης και συ θελεις ζητησει δυναμιν εναντιον του εχθρου.
Şi tu te vei îmbăta, te vei ascunde; şi tu vei căuta un loc de adăpost împotriva vrăjmaşului!
Παντα τα οχυρωματα σου θελουσιν εισθαι ως συκαι με τα πρωτοφανη συκα αυτων εαν σεισθωσι, θελουσι βεβαιως πεσει εις το στομα του τρωγοντος.
Toate cetăţuile tale sînt nişte smochini cu cele dintîi roade; cînd îi scuturi, smochinele cad în gura cui vrea să le mănînce.
Ιδου, ο λαος σου ειναι γυναικες εν μεσω σου αι πυλαι της γης σου θελουσιν εισθαι ολως ανεωγμεναι εις τους εχθρους σου το πυρ θελει καταφαγει τους μοχλους σου.
Iată, poporul tău este ca femeile în mijlocul tău; porţile ţării tale se deschid înaintea vrăjmaşilor tăi; focul îţi mistuie zăvoarele!
Ανασυρον εις σεαυτον υδωρ δια την πολιορκιαν, ενδυναμωσον τα οχυρωματα σου εισελθε εις τον πηλον και πατησον την αργιλλον, επισκευασον την κεραμικην καμινον
Scoate-ţi apă pentru împresurare! Drege-ţi întăriturile! Calcă pămîntul, frămîntă lutul, şi găteşte cuptorul de cărămidă!
εκει θελει σε καταφαγει το πυρ η ομφαια θελει σε εξολοθρευσει, θελει σε καταφαγει ως βρουχος πληθυνου ως βρουχος, πληθυνου ως ακρις.
Acolo te va mînca focul, te va nimici sabia cu desăvîrşitre, te va mistui ca nişte lăcuste, căci te-ai înmulţit ca forfăcarul, te-ai îngrămădit ca lăcustele!
Επληθυνας τους εμπορους σου υπερ τα αστρα του ουρανου ο βρουχος εξηπλωθη και εξεπεταξεν.
Negustorii tăi sînt mai mulţi de cît stelele cerului, s'au îngrămădit ca puii de lăcustă cari îşi întind aripile şi sboară.
Οι μεγιστανες σου ειναι ως ακριδες και οι σατραπαι σου ως μεγαλαι ακριδες, αιτινες επικαθηνται επι τους φραγμους εν ημερα ψυχους αλλ οταν ο ηλιος ανατειλη, φευγουσι και ο τοπος αυτων δεν γνωριζεται που ησαν.
Voivozii tăi sînt ca lăcustele, mai marii tăi ca o ceată de lăcuste, cari tăbărăsc în dumbrăvi pe răcoarea zilei: cînd răsare soarele, sboară, şi nu se mai cunoaşte locul unde erau.
Οι ποιμενες σου ενυσταξαν, βασιλευ της Ασσυριας οι δυνατοι σου απεκοιμηθησαν ο λαος σου εσκορπισθη επι τα ορη και δεν υπαρχει ο συναγων.
În timp ce păstorii tăi dorm, împărate al Asiriei, şi viţeii tăi se odihnesc, poporul tău este risipit pe munţi, şi nimeni nu -l mai strînge.
Δεν ειναι ιασις εις το συντριμμα σου η πληγη σου ειναι χαλεπη παντες οι ακουοντες την αγγελιαν σου θελουσι κροτησει χειρας επι σε διοτι επι τινα δεν επηλθε παντοτε η κακια σου;
Rana ta nu se alină prin nimic, rana ta este fără leac! Toţi ceice vor auzi de tine vor bate din palme, căci cine este acela, pe care să nu -l fi atins răutatea ta