Και εγω υπηγα εις την οικιαν του Σεμαια, υιου του Δαλαια, υιου του Μεεταβεηλ, οστις ητο κεκλεισμενος και ειπεν, Ας συνελθωμεν ομου εις τον οικον του Θεου, εντος του ναου, και ας κλεισωμεν τας θυρας του ναου διοτι αυτοι ερχονται να σε φονευσωσι ναι, την νυκτα ερχονται να σε φονευσωσιν.
Ed io andai a casa di Scemaia, figliuolo di Delaia, figliuolo di Mehetabeel, che s’era quivi rinchiuso; ed egli mi disse: "Troviamoci assieme nella casa di Dio, dentro al tempio, e chiudiamo le porte del tempio; poiché coloro verranno ad ucciderti, e verranno a ucciderti di notte".