Jeremiah 14

Detta är det HERRENS ord som kom till Jeremia angående torkan.
Ο λογος του Κυριου ο γενομενος προς Ιερεμιαν περι της ανομβριας.
 Juda ligger sörjande,      dess portar äro förfallna,  likasom i sorgdräkt      luta de mot jorden,  och ett klagorop stiger      upp från Jerusalem.Jes, 3,6. Jer. 12,4. Klag. 1,4. 2,8.
Ο Ιουδας πενθει και αι πυλαι αυτου ειναι περιλυποι κοιτονται κατα γης μελανειμονουσαι και ανεβη η κραυγη της Ιερουσαλημ.
 Stormännen där      sända de små efter vatten,  men när de komma till dammarna,      finna de intet vatten;  de måste vända tillbaka      med tomma kärl.  De stå där med skam och blygd      och måste hölja över sina huvuden.
Και οι μεγιστανες αυτης απεστειλαν τους νεους αυτων δια υδωρ ηλθον εις τα φρεατα, δεν ευρηκαν υδωρ επεστρεψαν με τα αγγεια αυτων κενα ησχυνθησαν και ενετραπησαν και εσκεπασαν τας κεφαλας αυτων.
 För markens skull, som ligger vanmäktig,  därför att intet regn faller på jorden,  stå åkermännen med skam      och måste hölja över sina huvuden.Joel 1,11.
Επειδη η γη εσχισθη, διοτι δεν ητο βροχη επι της γης, οι γεωργοι ησχυνθησαν, εσκεπασαν τας κεφαλας αυτων.
 Ja, också hinden på fältet      övergiver sin nyfödda kalv,      därför att intet grönt finnesJoel 1,18.
Και η ελαφος ετι, γεννησασα εν τη πεδιαδι, εγκατελιπε το τεκνον αυτης, επειδη χορτος δεν ητο.
 Och vildåsnorna stå på höjderna  och flämta såsom schakaler;  deras ögon försmäkta,      därför att gräset är borta.
Και οι αγριοι ονοι εσταθησαν επι τους υψηλους τοπους, ερροφουν τον αερα ως θωες οι οφθαλμοι αυτων εμαρανθησαν, επειδη χορτος δεν ητο.
 Om än våra missgärningar      vittna emot oss,  så hjälp dock, HERRE,      för ditt namns skull.  Ty vår avfällighet är stor;      mot dig hava vi syndat.
Κυριε, αν και αι ανομιαι ημων καταμαρτυρωσιν εναντιον ημων, καμε ομως δια το ονομα σου διοτι αι αποστασιαι ημων επληθυνθησαν εις σε ημαρτησαμεν.
 Du Israels hopp      dess frälsare i nödens tid,  varför är du såsom en främling i landet,  lik en vägfarande som slår upp sitt tält      allenast för en natt?
Ελπις του Ισραηλ, σωτηρ αυτου εν καιρω θλιψεως, δια τι ηθελες εισθαι ως παροικος εν τη γη και ως οδοιπορος εκκλινων εις καταλυμα;
 Varför är du lik en rådlös man,  lik en hjälte som icke kan hjälpa?  Du bor ju dock mitt ibland oss, HERRE,  och vi äro uppkallade efter ditt namn;  så övergiv oss då icke.
Δια τι ηθελες εισθαι ως ανθρωπος εκστατικος, ως ισχυρος μη δυναμενος να σωση; Αλλα συ, Κυριε, εν μεσω ημων εισαι, και το ονομα σου εκληθη εφ ημας μη εγκαταλιπης ημας.
 Så säger HERREN om detta folk:  På detta sätt driva de gärna omkring,  de hålla icke sina fötter i styr.  Därför har HERREN intet behag till dem;  nej, han kommer nu ihåg deras missgärning  och hemsöker deras synder.Jer. 2,23, 31. Hos. 8,3. 9,9.
Ουτω λεγει Κυριος προς τον λαον τουτον Επειδη ηγαπησαν να πλανωνται και δεν εκρατησαν τους ποδας αυτων, δια τουτο ο Κυριος δεν ηυδοκησεν εις αυτους τωρα θελει ενθυμηθη την ανομιαν αυτων και επισκεφθη τας αμαρτιας αυτων.
Och HERREN sade till mig: Du må icke bedja om något gott för detta folk.Jer. 7,16. 11,14.
Και ειπε Κυριος προς εμε, Μη προσευχου υπερ του λαου τουτου δια καλον.
Ty om de än fasta, så vill jag dock icke höra deras rop, och om de än offra brännoffer och spisoffer så har jag intet behag till dem, utan vill förgöra dem med svärd, hungersnöd och pest.Ords. 1,28. Jes. 1,15. Jer. 6,20. 11,11. Hes. 8,18. Am. 5,22.Mik. 3,4.
Και εαν νηστευσωσι, δεν θελω εισακουσει της κραυγης αυτων και εαν προσφερωσιν ολοκαυτωματα και προσφοραν, δεν θελω ευδοκησει εις αυτα αλλα θελω καταναλωσει αυτους εν μαχαιρα και εν πεινη και εν λοιμω.
Då sade jag: »Ack Herre, HERRE! Profeterna säga ju till dem: I skolen icke se något svärd, ej heller skall hungersnöd träffa eder, nej, en varaktig frid skall jag giva eder på denna plats.»Jer. 5,12.
Και ειπα, Ω, Κυριε Θεε, ιδου, οι προφηται λεγουσι προς αυτους, δεν θελετε ιδει μαχαιραν ουδε θελει εισθαι πεινα εις εσας, αλλα θελω σας δωσει ειρηνην ασφαλη εν τω τοπω τουτω.
Men HERREN sade till mig: Profeterna profetera lögn i mitt namn; jag har icke sänt dem eller givit dem någon befallning eller talat till dem. Lögnsyner och tomma spådomar och fåfängligt tal och sina egna hjärtans svek är det de profetera för eder.Jer. 23,21. 27,14 f. 29,8 f.
Και ειπε Κυριος προς εμε, Ψευδη προφητευουσιν οι προφηται εν τω ονοματι μου εγω δεν απεστειλα αυτους ουδε προσεταξα εις αυτους ουδε ελαλησα προς αυτους αυτοι προφητευουσιν εις εσας ορασιν ψευδη και μαντειαν και ματαιοτητα και την δολιοτητα της καρδιας αυτων.
Därför säger HERREN så om de profeter som profetera i mitt namn, fastän jag icke har sänt dem, och som säga att svärd och hungersnöd icke skola komma i detta land: Jo, genom svärd och hunger skola dessa profeter förgås.
Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος περι των προφητων των προφητευοντων εν τω ονοματι μου, ενω εγω δεν απεστειλα, αυτους αλλ αυτοι λεγουσι, Μαχαιρα και πεινα δεν θελει εισθαι εν τω τοπω τουτω εν μαχαιρα και εν πεινη θελουσι συντελεσθη οι προφηται εκεινοι.
Och folket som de profetera för, både män och hustrur, både söner och döttrar, skola komma att ligga på Jerusalems gator, slagna av hunger och svärd, och ingen skall begrava dem; och jag skall utgjuta deras ondska över dem.
Ο δε λαος, εις τους οποιους αυτοι προφητευουσι, θελουσιν εισθαι ερριμμενοι εν ταις οδοις της Ιερουσαλημ υπο πεινης και μαχαιρας και δεν θελει εισθαι ο θαπτων αυτους, τας γυναικας αυτων και τους υιους αυτων και τας θυγατερας αυτων και θελω εκχεει επ αυτους την κακιαν αυτων.
Men du skall säga till dem detta ord:  Mina ögon flyta i tårar      natt och dag      och få ingen ro,  ty jungfrun, dottern mitt folk      har drabbats av stor förstöring,      av ett svårt och oläkligt sår.Jer. 9,1. 10,19. 13,17. 30,12. Klag. 1,2, 18. 2,18. 3,48.
Δια τουτο θελεις ειπει προς αυτους τον λογον τουτον Ας χυσωσιν οι οφθαλμοι μου δακρυα, νυκτα και ημεραν, και ας μη παυσωσι διοτι η παρθενος, η θυγατηρ του λαου μου, συνετριφθη συντριμμα μεγα, πληγην οδυνηραν σφοδρα.
 Om jag går ut på marken,      se, då ligga där svärdsslagna män;  och kommer jag in i staden,      så mötes jag där av hungerns plågor.  Ja, både profeter och präster      nödgas draga från ort till ort,      till ett land som de icke känna.
Εαν εξελθω εις την πεδιαδα, τοτε ιδου, οι πεφονευμενοι εν μαχαιρα και εαν εισελθω εις την πολιν, τοτε ιδου, οι νενεκρωμενοι υπο της πεινης, ο δε προφητης ετι και ο ιερευς εμπορευονται επι της γης και δεν αισθανονται.
 Har du då alldeles förkastat Juda?  Har din själ begynt försmå Sion?  Eller varför har du slagit oss så,      att ingen kan hela oss?  Vi bida efter frid,      men intet gott kommer,  efter en tid då vi skulle bliva helade,      men se, förskräckelse kommer.Jer. 8,15.
Απερριψας πανταπασι τον Ιουδαν; απεστραφη την Σιων η ψυχη σου; Δια τι επαταξας ημας, και δεν υπαρχει θεραπεια εις ημας; επροσμενομεν ειρηνην, αλλ ουδεν αγαθον και τον καιρον της θεραπειας, και ιδου, ταραχη.
 HERRE, vi känna vår ogudaktighet,      våra fäders missgärning,      ty vi hava syndat mot dig.Ps. 106,6. Jer. 3,25. Dan. 9,8.
Γνωριζομεν, Κυριε, την ασεβειαν ημων, την ανομιαν των πατερων ημων, οτι ημαρτησαμεν εις σε.
 För ditt namns skull,      förkasta oss icke,  låt din härlighets tron      ej bliva föraktad;  kom ihåg ditt förbund med oss,      och bryt det icke.Jer. 3,17.
Μη αποστραφης ημας, δια το ονομα σου μη ατιμασης τον θρονον της δοξης σου ενθυμηθητι, μη διασκεδασης την διαθηκην σου την προς ημας.
 Finnas väl bland hedningarnas      fåfängliga avgudar      sådana som kunna giva regn?  Eller kan himmelen av sig själv      låta regnskurar falla?  Är det icke dig,      HERRE, vår Gud,      som vi måste förbida?  Det är ju du      som har gjort allt detta.Job 5,10. Ps. 135,7. 147,8. Apg. 14,15 f.
Υπαρχει μεταξυ των ματαιοτητων των εθνων διδους βροχην; η οι ουρανοι διδουσιν υετους; δεν εισαι συ αυτος ο δοτηρ, Κυριε Θεε ημων; δια τουτο θελομεν σε προσμενει διοτι συ εκαμες παντα ταυτα.