tre retenues, chastes, occupées aux soins domestiques, bonnes, soumises à leurs maris, afin que la parole de Dieu ne soit pas blasphémée.
σωφρονες, καθαραι, οικοφυλακες, αγαθαι, ευπειθεις εις τους ιδιους αυτων ανδρας, δια να μη βλασφημηται ο λογος του Θεου.