Hosea 6

"Kom, vi vil tilbage til HERREN! Han sønderrev, han vil og læge, han slog os, vil også forbinde.
Ελθετε και ας επιστρεψωμεν προς τον Κυριον διοτι αυτος διεσπαραξε, και θελει μας ιατρευσει επαταξε, και θελει περιδεσει την πληγην ημων.
Om to Dage gør han os levende, rejser os op den tredje; da lever vi for hans Åsyn.
Θελει αναζωοποησει ημας μετα δυο ημερας εν τη τριτη ημερα θελει μας αναστησει, και θελομεν ζη ενωπιον αυτου.
Så lad os da kende, jage efter at kende HERREN! Som Morgenrøden er hans Opgang vis. Da kommer han til os som Regn, som Vårregn, der væder Jorden."
Τοτε θελομεν γνωρισει και θελομεν εξακολουθει να γνωριζωμεν τον Κυριον η εξοδος αυτου ειναι προδιατεταγμενη ως η αυγη και θελει ελθει προς ημας ως υετος, ως βροχη οψιμος και πρωιμος επι την γην.
Hvor kan jeg hjælpe dig, Efraim, hvor kan jeg hjælpe dig, Juda? Eders Kærlighed er Morgentåge, Dug, som årle svinder!
Τι να καμω εις σε, Εφραιμ; τι να καμω εις σε, Ιουδα; διοτι η καλωσυνη σας ειναι ως νεφελη πρωινη και ως δροσος εωθινη ητις παρερχεται.
Thi hugged jeg løs ved Profeter, dræbte med Ord af min Mund, min Ret stråler frem som Lys:
Δια τουτο κατεκοψα αυτους δια των προφητων εφονευσα αυτους δια των λογων του στοματος μου και αι κρισεις σου θελουσιν εξελθει ως φως.
Ej Slagtoffer Kærlighed vil jeg, ej Brændofre Kendskab til Gud!
Διοτι ελεος θελω και ουχι θυσιαν και επιγνωσιν Θεου μαλλον παρα ολοκαυτωματα.
De bryder Pagten i Adam er mig utro der;
Αυτοι ομως ως ο Αδαμ παρεβησαν την διαθηκην εν τουτω εφερθησαν απιστως προς εμε.
Gilead er Udådsmænds By, den er sølet i Blod.
Η Γαλααδ ειναι πολις εργαζομενων ανομιαν, ενεδρευουσα αιμα.
Som en Stimandsflok er Præsternes Flok, de myrder på Vejen til Sikem gør Niddingsværk.
Και ως στιφη ληστων παραμονευοντα ανθρωπον, ουτως ο συλλογος των ιερεων φονευουσιν εν τη οδω μεχρι Συχεμ διοτι επραξαν αισχρα.
Grufulde Ting har jeg set i Israels Hus, der har Efraim bolet, Israel blev uren.
Εν τω οικω Ισραηλ ειδον φρικην εκει ειναι η πορνεια του Εφραιμ ο Ισραηλ εμιανθη.
Juda, også for dig er der fastsat en Høst, når jeg vender mit Folks Skæbne, når jeg læger Israel.
Και δια σε, Ιουδα, διωρισθη θερισμος, οταν εγω επιστρεψω την αιχμαλωσιαν του λαου μου.