Colossians 4

I Herrer! yder eders Trælle, hvad ret og billigt er, da I vide, at også I have en Herre i Himmelen.
Οι κυριοι, αποδιδετε εις τους δουλους σας το δικαιον και το ισον, εξευροντες οτι και σεις εχετε Κυριον εν ουρανοις.
Værer vedholdendene i; Bønnen, idet I ere årvågne i den med Taksigelse.
Εμμενετε εις την προσευχην, αγρυπνουντες εις αυτην μετα ευχαριστιας,
idet I tillige bede også for os, at Gud vil oplade os en Ordets Dør til at tale Kristi Hemmelighed, for hvis Skyld jeg også er bunden,
προσευχομενοι ενταυτω και περι ημων, να ανοιξη εις ημας ο Θεος θυραν του λογου, δια να λαλησωμεν το μυστηριον του Χριστου, δια το οποιον και ειμαι δεδεμενος,
for at jeg kan åbenbare den således, som jeg bør tale.
δια να φανερωσω αυτο καθως πρεπει να λαλησω.
Vandrer i Visdom overfor dem, som ere udenfor, så I købe den belejlige Tid.
Περιπατειτε εν φρονησει προς τους εξω, εξαγοραζομενοι τον καιρον.
Eders Tale være altid med Ynde, krydret med Salt, så I vide, hvorledes I bør svare enhver især.
Ο λογος σας ας ηναι παντοτε με χαριν, ηρτυμενος με αλας, δια να εξευρητε πως πρεπει να αποκρινησθε προς ενα εκαστον.
Hvorledes det går mig, skal Tykikus, den elskede Broder og tro Tjener og Medtjener i Herren, kundgøre eder alt sammen;
Τα κατ εμε παντα θελει σας φανερωσει ο Τυχικος ο αγαπητος αδελφος και πιστος διακονος και συνδουλος εν Κυριω,
ham sender jeg til eder, netop for at I skulle lære at kende, hvorledes det står til med os, og for at han skal opmuntre eders Hjerter,
τον οποιον επεμψα προς εσας δι αυτο τουτο, δια να μαθη την καταστασιν σας και να παρηγορηση τας καρδιας σας,
tillige med Onesimus, den tro og elskede Broder, som er fra eders By; de skulle fortælle eder, hvorledes alt står til her.
μετα του Ονησιμου του πιστου και αγαπητου αδελφου, οστις ειναι απο σας θελουσι σας φανερωσει παντα τα εδω.
Aristarkus, min Medfange, hilser eder, og Markus, Barnabas's Søskendebarn, om hvem I have fået Befalinger - dersom han kommer til eder, da tager imod ham -
Σας ασπαζεται Αρισταρχος ο συναιχμαλωτος μου και Μαρκος ο ανεψιος του Βαρναβα, περι του οποιου ελαβετε παραγγελιας εαν ελθη προς εσας, υποδεχθητε αυτον,
og Jesus, som kaldes Justus, hvilke af de omskårne ere de eneste Medarbejdere for Guds Rige, som ere blevne mig en Trøst.
και Ιησους ο λεγομενος Ιουστος, οιτινες ειναι εκ της περιτομης, ουτοι μονοι ειναι συνεργοι μου εις την βασιλειαν του Θεου, οιτινες εγειναν εις εμε παρηγορια.
Epafras hilser eder, han, som er fra eders By, en Kristi Jesu Tjener, som altid strider for eder i sine Bønner, før at I må stå fuldkomne og fuldvisse i al Guds Villie.
Σας ασπαζεται ο Επαφρας, οστις ειναι απο σας, ο δουλος του Χριστου, παντοτε αγωνιζομενος δια σας εν ταις προσευχαις, δια να σταθητε τελειοι και πληρεις εις παν θελημα του Θεου
Thi jeg giver ham det Vidnesbyrd, at han har megen Møje for eder og dem i Laodikea og dem i Hierapolis,
διοτι μαρτυρω περι αυτου οτι εχει ζηλον πολυν δια σας και τους εν Λαοδικεια και τους εν Ιεραπολει.
Lægen Lukas, den elskede, hilser eder, og Demas.
Σας ασπαζεται Λουκας ο ιατρος ο αγαπητος και ο Δημας.
Hilser Brødrene i Laodikea og Nymfas og Menigheden i deres Hus.
Ασπασθητε τους εν Λαοδικεια αδελφους και τον Νυμφαν και την κατ οικον αυτου εκκλησιαν
Og når dette Brev er oplæst hos eder, da sørger for, at det også bliver oplæst i Laodikensernes Menighed, og at I også læse Brevet fra Laodikea.
και αφου αναγνωσθη μεταξυ σας η επιστολη, καμετε να αναγνωσθη και εν τη εκκλησια των Λαοδικεων, και την εκ Λαοδικειας να αναγνωσητε και σεις.
Og siger til Arkippus: Giv Agt på den Tjeneste, som du har modtaget i Herren, at du fuldbyrder den.
Και ειπατε προς τον Αρχιππον Προσεχε εις την διακονιαν, την οποιαν παρελαβες εν Κυριω, δια να εκπληροις αυτην.
Hilsenen med min, Paulus's, egen Hånd. Kommer mine Lænker i Hu Nåde være med eder!
Ο ασπασμος εγραφη με την χειρα εμου του Παυλου. Ενθυμεισθε τα δεσμα μου. Η χαρις ειη μεθ υμων αμην.