Χυνουσι χρυσιον εκ του βαλαντιου και ζυγιζουσιν αργυριον δια του στατηρος και μισθονουσι χρυσοχοον και κατασκευαζει αυτο θεον επειτα προσπιπτουσι και προσκυνουσι
σηκονουσιν αυτον επ ωμου φερουσιν αυτον και θετουσιν αυτον εις τον τοπον αυτου και ισταται δεν θελει μετασαλευσει εκ του τοπου αυτου προσετι βοωσι προς αυτον αλλα δεν δυναται να αποκριθη ουδε να σωση αυτους απο της συμφορας αυτων.
οστις κραζω το αρπακτικον πτηνον εξ ανατολων, τον ανδρα της βουλης μου απο γης μακραν ναι, ελαλησα και θελω καμει να γεινη εβουλευθην και θελω εκτελεσει αυτο.
Επλησιασα την δικαιοσυνην μου δεν θελει εισθαι μακραν και η σωτηρια μου δεν θελει βραδυνει και θελω δωσει εν Σιων σωτηριαν εις τον Ισραηλ, την δοξαν μου.