Ezekiel 2

haec visio similitudinis gloriae Domini et vidi et cecidi in faciem meam et audivi vocem loquentis et dixit ad me fili hominis sta supra pedes tuos et loquar tecum
Και ειπε προς εμε, Υιε ανθρωπου, στηθι επι τους ποδας σου, και θελω λαλησει προς σε.
et ingressus est in me spiritus postquam locutus est mihi et statuit me supra pedes meos et audivi loquentem ad me
Και καθως ελαλησε προς εμε, εισηλθεν εις εμε το πνευμα και με εστησεν επι τους ποδας μου, και ηκουσα τον λαλουντα προς εμε.
et dicentem fili hominis mitto ego te ad filios Israhel ad gentes apostatrices quae recesserunt a me patres eorum praevaricati sunt pactum meum usque ad diem hanc
Και ειπε προς εμε, Υιε ανθρωπου, εγω σε εξαποστελλω προς τους υιους Ισραηλ, προς εθνη αποστατικα, τα οποια απεστατησαν απ εμου αυτοι και οι πατερες αυτων εσταθησαν παραβαται εναντιον μου εως ταυτης της σημερον ημερας
et filii dura facie et indomabili corde sunt ad quos ego mitto te et dices ad eos haec dicit Dominus Deus
και ειναι υιοι σκληροπροσωποι και σκληροκαρδιοι. Εγω σε εξαποστελλω προς αυτους, και θελεις ειπει προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος.
si forte vel ipsi audiant et si forte quiescant quoniam domus exasperans est et scient quia propheta fuerit in medio eorum
Και εαν τε ακουσωσιν, εαν τε απειθησωσι, διοτι ειναι οικος αποστατης, θελουσιν ομως γνωρισει οτι εσταθη προφητης εν μεσω αυτων.
tu ergo fili hominis ne timeas eos neque sermones eorum metuas quoniam increduli et subversores sunt tecum et cum scorpionibus habitas verba eorum ne timeas et vultus eorum ne formides quia domus exasperans est
Και συ, υιε ανθρωπου, μη φοβηθης απ αυτων και απο των λογων αυτων μη δειλιασης, διοτι ειναι ακανθαι και σκολοπες μετα σου, και κατοικεις μεταξυ σκορπιων μη φοβηθης απο των λογων αυτων και απο προσωπου αυτων μη τρομαξης, διοτι ειναι οικος αποστατης.
loqueris ergo verba mea ad eos si forte audiant et quiescant quoniam inritatores sunt
Και θελεις λαλησει τους λογους μου προς αυτους, εαν τε ακουσωσιν, εαν τε απειθησωσι διοτι ειναι αποσταται.
tu autem fili hominis audi quaecumque loquor ad te et noli esse exasperans sicut domus exasperatrix est aperi os tuum et comede quaecumque ego do tibi
Συ ομως, υιε ανθρωπου, ακουε τουτο, το οποιον εγω λαλω προς σε μη γεινης αποστατης ως ο αποστατης οικος ανοιξον το στομα σου και φαγε τουτο, το οποιον εγω διδω εις σε.
et vidi et ecce manus missa ad me in qua erat involutus liber
Και ειδον και ιδου, χειρ εξηπλωμενη προς εμε, και ιδου, εν αυτη τομος βιβλιου.
et expandit illum coram me qui erat scriptus intus et foris et scriptae erant in eo lamentationes et carmen et vae
Και εξετυλιξεν αυτον ενωπιον μου και ητο γεγραμμενος εσωθεν και εξωθεν, και εν αυτω γεγραμμενοι κλαυθμοι και θρηνωδιαι και ουαι.