Psalms 142

Μασχιλ του Δαβιδ προσευχη οτε ητο εν τω σπηλαιω. Με την φωνην μου εκραξα προς τον Κυριον με την φωνην μου προς τον Κυριον εδεηθην.
(O cîntare a lui David. O rugăciune făcută cînd era în peşteră.) Cu glasul meu strig către Domnul, cu glasul meu mă rog către Domnul.
Θελω εκχεει ενωπιον αυτου την δεησιν μου την θλιψιν μου ενωπιον αυτου θελω απαγγειλει.
Îmi vărs necazul înaintea Lui, şi-mi povestesc strîmtorarea înaintea Lui.
Οτε το πνευμα μου ητο κατατεθλιμμενον εν εμοι, τοτε συ εγνωρισας την οδον μου. Παγιδα εκρυψαν δι εμε εν τη οδω την οποιαν περιεπατουν.
Cînd îmi este mîhnit duhul în mine, Tu îmi cunoşti cărarea. Pe drumul pe care umblu, mi-au întins o cursă.
Εβλεπον εις τα δεξια και παρετηρουν, και δεν υπηρχεν ο γνωριζων με καταφυγιον εχαθη απ εμου, δεν υπηρχεν ο εκζητων την ψυχην μου.
Aruncă-Ţi ochii la dreapta, şi priveşte! Nimeni nu mă mai cunoaşte, orice scăpare este pierdută pentru mine, nimănui nu -i pasă de sufletul meu.
Προς σε, Κυριε, εκραξα, και ειπα, συ εισαι η καταφυγη μου, η μερις μου εν γη ζωντων.
Doamne, către Tine strig, şi zic: ,,Tu eşti scăparea mea, partea mea de moştenire pe pămîntul celor vii.``
Προσεξον εις την φωνην μου, διοτι ταλαιπωρουμαι σφοδρα ελευθερωσον με εκ των καταδιωκοντων με, διοτι ειναι δυνατωτεροι μου.
Ia aminte la strigătele mele, căci sînt nenorocit de tot. Izbăveşte-mă de cei ce mă prigonesc, căci sînt mai tari decît mine.
Εξαγαγε εκ φυλακης την ψυχην μου, δια να δοξολογω το ονομα σου. Οι δικαιοι θελουσι με περικυκλωσει, οταν με ανταμειψης.
Scoate-mi sufletul din temniţă, ca să laud Numele Tău! Cei neprihăniţi vor veni să mă înconjoare, cînd îmi vei face bine.