Η δε ειπε, Ζη Κυριος ο Θεος σου, δεν εχω ψωμιον, αλλα μονον μιαν χεριαν αλευρου εις το πιθαριον και ολιγον ελαιον εις το ωγιον και ιδου, συναγω δυο ξυλαρια, δια να υπαγω και να καμω αυτο δι εμαυτην και δια τον υιον μου, και να φαγωμεν αυτο και να αποθανωμεν.
Na ka mea ia, E ora ana a Ihowa, tou Atua, kahore aku keke; engari he kutanga paraoa i roto i te oko, me tetahi hinu, he iti nei, i roto i te ipu, e kohikohi ana ano tenei ahau i nga rakau e rua, kia haere ai ahau ki te taka i taua mea ma maua k o taku tama, mo ta maua kai atu, ka mate ai.