Zechariah 10

Ζητειτε παρα του Κυριου υετον εν τω καιρω της οψιμου βροχης και ο Κυριος θελει καμει αστραπας και θελει δωσει εις αυτους βροχας ομβρου, εις εκαστον βοτανην εν τω αγρω.
HERREN skal I bede om Regn ved Tidlig- og Sildigregnstide; HERREN skaber Uvejr; Regnskyl giver han dem, hver Mand Urter på Marken.
Διοτι τα ειδωλα ελαλησαν ματαιοτητα και οι μαντεις ειδον ορασεις ψευδεις και ελαλησαν ενυπνια ματαια παρηγορουν ματαιως δια τουτο μετετοπισθησαν ως ποιμνιον εταραχθησαν, διοτι δεν υπηρχε ποιμην.
Men Husgudens Tale er Svig, Sandsigeres Syner er Blændværk: de kommer med tomme Drømme, hul er Trøsten, de giver; derfor vandrer de om som en Hjord, lider Nød, thi de har ingen Hyrde.
Ο θυμος μου εξηφθη κατα των ποιμενων και θελω τιμωρησει τους τραγους διοτι ο Κυριος των δυναμεων επεσκεφθη το ποιμνιον αυτου, τον οικον Ιουδα, και εκαμεν αυτους ως ιππον αυτου ενδοξον εν μαχη.
Mod Hyrdeme blusser min Vrede, Bukkene vil jeg bjemsøge; thi Hærskarers HERRE ser til sin Hjord. Han ser til Judas Hus; han gør dem til en Ganger, sin stolte Ganger i Strid.
Απ αυτου εξηλθεν η γωνια, απ αυτου ο πασσαλος, απ αυτου το πολεμικον τοξον, απ αυτου πας ηγεμων ομου.
Fra ham kommer Hjørne og Teltpæl, fra ham kommer Krigens Bue, fra ham kommer hver en Hersker.
Και θελουσιν εισθαι ως ισχυροι, καταπατουντες τους πολεμιους εν τω πηλω των οδων, εν τη μαχη και θελουσι πολεμησει, διοτι ο Κυριος ειναι μετ αυτων, και οι αναβαται των ιππων θελουσι καταισχυνθη.
De bliver til Hobe som Helte, der i Striden tramper i Gadens Dynd; de kæmper, thi HERREN er med dem. Rytterne bliver til Skamme;
Και θελω ενισχυσει τον οικον Ιουδα και τον οικον Ιωσηφ θελω σωσει, και θελω επαναφερει αυτους, διοτι ηλεησα αυτους και θελουσιν εισθαι ως εαν δεν ειχον αποβαλει αυτους διοτι εγω ειμαι Κυριος ο Θεος αυτων και θελω εισακουσει αυτων.
jeg styrker Judas Hus og frelser Josefs Hus. Jeg ynkes og fører dem hjem, som havde jeg aldrig forstødt dem: thi jeg er HERREN deres Gud og bønhører dem.
Και οι Εφραιμιται θελουσιν εισθαι ως ισχυρος και η καρδια αυτων θελει χαρη ως απο οινου και τα τεκνα αυτων θελουσιν ιδει και χαρη η καρδια αυτων θελει ευφρανθη εις τον Κυριον.
Efraim bliver som en Helt, deres Hjerte glædes som af Vin, deres Sønner glædes ved Synet. Deres Hjerte frydes i HERREN;
Θελω συριξει εις αυτους και θελω συναξει αυτους διοτι εγω ελυτρωσα αυτους και θελουσι πληθυνθη καθως ποτε επληθυνθησαν.
jeg fløjter ad dem og samler dem; thi jeg udløser dem, og de bliver mange som fordum.
Και θελω σπειρει αυτους μεταξυ των λαων και θελουσι με ενθυμηθη εν απομεμακρυσμενοις τοποις και θελουσι ζησει μετα των τεκνων αυτων και θελουσιν επιστρεψει.
Blandt Folkeslag strøede jeg dem ud, men de kommer mig i Hu i det fjerne og opfostrer Børn til Hjemfærd.
Και θελω επαναφερει αυτους εκ γης Αιγυπτου και συναξει αυτους εκ της Ασσυριας και θελω φερει αυτους εις την γην Γαλααδ και εις τον Λιβανον, και δεν θελει εξαρκεσει εις αυτους.
Jeg fører dem hjem fra Ægypten, fra Assur samler jeg dem og bringer dem til Gilead og Libanon, som ikke skal være dem nok.
Και θελει περασει δια της θαλασσης εν θλιψει και θελει παταξει τα κυματα εν τη θαλασση και παντα τα βαθη του ποταμου θελουσι ξηρανθη, και η υπερηφανια της Ασσυριας θελει καταβληθη και το σκηπτρον της Αιγυπτου θελει αφαιρεθη.
De går gennem Trængselshavet, han slår dets Bølger ned. Alle Nilstrømme tørkner, Assurs Stolthed styrtes, Ægyptens Herskerspir viger.
Και θελω ενισχυσει αυτους εις τον Κυριον, και θελουσι περιπατει εν τω ονοματι αυτου, λεγει Κυριος.
Jeg gør dem stærke i HERREN, de vandrer i hans Navn, så lyder det fra HERREN.