Daniel 10

I den persiske konungen Kores' tredje regeringsår fick Daniel, som ock kallades Beltesassar, en uppenbarelse; den uppenbarelsen är sanning och bådar stor vedermöda. Och han aktade på uppenbarelsen och lade märke till synen.Dan. 1,7.
Εν τω τριτω ετει του Κυρου, βασιλεως της Περσιας, απεκαλυφθη λογος εις τον Δανιηλ, του οποιου το ονομα εκληθη Βαλτασασαρ και ο λογος ητο αληθινος και η δυναμις των λεγομενων μεγαλη και κατελαβε τον λογον και εννοησε την οπτασιαν.
Jag, Daniel, hade då gått sörjande tre veckors tid.
Εν ταις ημεραις εκειναις εγω ο Δανιηλ ημην πενθων τρεις ολοκληρους εβδομαδας.
Jag åt ingen smaklig mat, kött och vin kommo icke i min mun, ej heller smorde jag min kropp med olja, förrän de tre veckorna hade gått till ända.
Αρτον επιθυμητον δεν εφαγον και κρεας και οινος δεν εισηλθεν εις το στομα μου ουδε ηλειψα εμαυτον παντελως, μεχρι συμπληρωσεως τριων ολοκληρων εβδομαδων.
På tjugufjärde dagen i första månaden, när jag var vid stranden av den stora floden, nämligen Hiddekel,1 Mos. 2,14.
Και την εικοστην τεταρτην ημεραν του πρωτου μηνος, ενω ημην παρα την οχθην του μεγαλου ποταμου, οστις ειναι ο Τιγρις,
fick jag, då jag lyfte upp mina ögon, se en man stå där, klädd i linnekläder och omgjordad kring sina länder med ett bälte av guld från Ufas.Jer. 10,9. Dan. 12,6. Upp. 1,13 f.
εσηκωσα τους οφθαλμους μου και ειδον και ιδου, εις ανθρωπος ενδεδυμενος λινα και αι οσφυες αυτου ησαν περιεζωσμεναι με χρυσιον καθαρον του Ουφαζ,
Hans kropp var såsom av krysolit hans ansikte liknade en ljungeld hans ögon voro såsom eldbloss, han armar och fötter såsom glänsande koppar; och ljudet av hans tal var såsom ett väldigt dån.
το δε σωμα αυτου ητο ως βηρυλλιον, και το προσωπον αυτου ως θεα αστραπης, και οι οφθαλμοι αυτου ως λαμπαδες πυρος, και οι βραχιονες αυτου και οι ποδες αυτου ως οψις χαλκου στιλβοντος, και η φωνη των λογων αυτου ως φωνη οχλου.
Och jag, Daniel, var den ende som såg synen; de män som voro med mig sågo den icke, men en stor förskräckelse föll över dem, så att de flydde bort och gömde sig.Apg. 9,7.
Και μονος εγω ο Δανιηλ ειδον την ορασιν οι δε ανδρες οι οντες μετ εμου δεν ειδον την ορασιν αλλα τρομος μεγας επεπεσεν επ αυτους και εφυγον δια να κρυφθωσιν.
Så blev jag allena kvar, och när jag såg den stora synen, förgick all min kraft; färgen vek bort ifrån mitt ansikte, så att det blev dödsblekt, och jag hade ingen kraft mer kvar.Dan. 7,28.
Εγω λοιπον εμεινα μονος και ειδον την ορασιν την μεγαλην ταυτην, και δεν απεμεινεν ισχυς εν εμοι και η ακμη μου μετεστραφη εν εμοι εις μαρασμον και δεν εμεινεν ισχυς εν εμοι.
Då hörde jag ljudet av hans tal; och på samma gång jag hörde ljudet av hans tal, där jag låg i vanmakt på mitt ansikte, med ansiktet mot jorden,Dan. 8,18. Matt. 17,6.
Ηκουσα ομως την φωνην των λογων αυτου και ενω ηκουον την φωνην των λογων αυτου, εγω ημην βεβυθισμενος εις βαθυν υπνον επι προσωπον μου και το προσωπον μου επι την γην.
rörde en hand vid mig och hjälpte mig, så att jag skälvande kunde resa mig på mina knän och händer.
Και ιδου, χειρ με ηγγισε και με ηγειρεν επι τα γονατα μου και τας παλαμας των χειρων μου.
Sedan sade han till mig: »Daniel, du högt benådade man, giv akt på de ord som jag vill tala till dig, och res dig upp på dina fötter; ty jag har nu blivit sänd till dig.» När han så talade till mig, reste jag mig bävande upp.Dan. 9,22 f.
Και ειπε προς εμε, Δανιηλ, ανηρ σφοδρα αγαπητε, εννοησον τους λογους, τους οποιους εγω λαλω προς σε, και στηθι ορθος διοτι προς σε απεσταλην τωρα. Και οτε ελαλησε προς εμε τον λογον τουτον, εσηκωθην εντρομος.
Och han sade till mig: »Frukta icke, Daniel, ty redan ifrån första dagen, då när du vände ditt hjärta till att söka förstånd och till att ödmjuka dig inför din Gud, hava dina ord varit hörda; och jag har nu kommit för dina ords skull.Luk. 1,13.
Και ειπε προς εμε, Μη φοβου, Δανιηλ διοτι απο της πρωτης ημερας, καθ ην εδωκας την καρδιαν σου εις το να εννοης και κακουχησαι ενωπιον του Θεου σου, εισηκουσθησαν οι λογοι σου και εγω ηλθον εις τους λογους σου.
Fursten för Persiens rike stod mig emot under tjuguen dagar; men då kom Mikael, en av de förnämsta furstarna, mig till hjälp, under det att jag förut hade stått där allena mot Persiens konungar.Dan. 12,1. Syr. 17,17. Judas v. 9. Upp. 12,7.
Πλην ο αρχων της βασιλειας της Περσιας ανθιστατο εις εμε εικοσιμιαν ημεραν αλλ ιδου, ο Μιχαηλ, εις των πρωτων αρχοντων, ηλθε δια να μοι βοηθηση και εγω εμεινα εκει πλησιον των βασιλεων της Περσιας.
Och nu har jag kommit för att undervisa dig om vad som skall hända ditt folk i kommande dagar; ty också detta är en syn som syftar på framtiden.»Dan. 8,26.
Και ηλθον να σε καμω να καταλαβης τι θελει συμβη εις τον λαον σου εν ταις εσχαταις ημεραις διοτι η ορασις ειναι ετι δια πολλας ημερας.
Under det han så talade till mig, böjde jag mitt ansikte mot jorden och var stum.
Και ενω ελαλει τοιουτους λογους προς εμε, εβαλον το προσωπον μου προς την γην και εγεινα αφωνος.
Men se, han som var lik en människa rörde vid mina läppar. Då upplät jag min mun och talade och sade till honom som stod framför mig: »Min herre, vid den syn jag såg har jag känt mig gripen av vånda, och jag har ingen kraft mer kvar.
Και ιδου, ως θεα υιου ανθρωπου ηγγισε τα χειλη μου τοτε ηνοιξα το στομα μου και ελαλησα και ειπον προς τον ισταμενον εμπροσθεν μου, Κυριε μου, εξ αιτιας της ορασεως συνεστραφησαν τα εντοσθια μου εν εμοι και δεν εμεινεν ισχυς εν εμοι.
Huru skulle också min herres tjänare, en sådan som jag, kunna tala med en sådan som min herre är? Jag har nu ingen kraft mer i mig och förmår icke mer att andas.»
Και πως δυναται ο δουλος τουτου του κυριου μου να λαληση μετα του κυριου μου τουτου; εν εμοι βεβαιως απο του νυν δεν υπαρχει ουδεμια ισχυς αλλ ουδε πνοη εμεινεν εν εμοι.
Då rörde han som såg ut såsom en människa åter vid mig och styrkte mig.
Και με ηγγισε παλιν ως θεα ανθρωπου και με ενισχυσε,
Han sade: »Frukta icke, du högt benådade man; frid vare med dig, var stark, ja, var stark.» När han så talade med mig, kände jag mig styrkt och sade: »Tala, min herre, ty du har nu styrkt mig.»
και ειπε, Μη φοβου, ανηρ σφοδρα αγαπητε ειρηνη εις σε ανδριζου και ισχυε. Και ενω ελαλει προς εμε, ενισχυθην και ειπον, Ας λαληση ο κυριος μου διοτι με ενισχυσας.
Då sade han: »Kan du nu förstå varför jag har kommit till dig? Men jag måste strax vända tillbaka för att strida mot fursten för Persien, och när jag är fri ifrån honom, kommer fursten för Javan.
Και ειπεν, Εξευρεις δια τι ηλθον προς σε; τωρα δε θελω επιστρεψει να πολεμησω μετα του αρχοντος της Περσιας και οταν εξελθω, ιδου, ο αρχων της Ελλαδος θελει ελθει.
Dock vill jag förkunna för dig vad som är upptecknat i sanningens bok. Och ingen enda står mig bi mot dessa, förutom Mikael, eder furste.
Πλην θελω σοι αναγγειλει το γεγραμμενον εν τη γραφη της αληθειας και δεν ειναι ουδεις ο αγωνιζομενος μετ εμου υπερ τουτων, ειμη Μιχαηλ ο αρχων υμων.