Psalms 12

(Til sangmesteren. Efter den ottende. En salme af David.) HERRE, hjælp, thi de fromme er borte, svundet er Troskab blandt Menneskens Børn;
Εις τον πρωτον μουσικον, επι Σεμινιθ. Ψαλμος του Δαβιδ. Σωσον, Κυριε διοτι εξελιπεν οσιος, διοτι εχαθησαν οι φιλαληθεις μεταξυ των υιων των ανθρωπων.
de taler Løgn, den ene til den anden, med svigefulde Læber og tvedelt Hjerte.
Εκαστος λαλει ματαιοτητα προς τον πλησιον αυτου με χειλη δολια λαλουσιν απο διπλης καρδιας.
Hver svigefuld Læbe udrydde HERREN, den Tunge, der taler store Ord,
Ας εξολοθρευση ο Κυριος παντα τα χειλη τα δολια, την γλωσσαν την μεγαλορρημονα.
dem, som siger: "Vor Tunge gør os stærke, vore Læber er med os, hvo er vor Herre?"
Διοτι ειπον, Θελομεν υπερισχυσει δια της γλωσσης ημων τα χειλη ημων ειναι ημετερα τις θελει εισθαι κυριος εφ ημας;
"For armes Nød og fattiges Suk vil jeg nu stå op", siger HERREN, "jeg frelser den, som man blæser ad."
Δια την ταλαιπωριαν των πτωχων, δια τον στεναγμον των πενητων, τωρα θελω εγερθη, λεγει ο Κυριος θελω θεσει εν ασφαλεια εκεινον, κατα του οποιου φυσα ο ασεβης.
HERRENs Ord er rene Ord, det pure, syvfold lutrede Sølv.
Τα λογια του Κυριου ειναι λογια καθαρα αργυριον δεδοκιμασμενον εν πηλινω χωνευτηριω, κεκαθαρισμενον επταπλασιως.
HERRE, du vogter os, værner os evigt mod denne Slægt.
Συ, Κυριε, θελεις φυλαξει αυτους θελεις διατηρησει αυτους απο της γενεας ταυτης εις τον αιωνα.
De gudløse færdes frit overalt, når Skarn ophøjes blandt Menneskens Børn.
Οι ασεβεις περιπατουσι κυκλω, οταν οι αχρειοι υψωθωσι μεταξυ των υιων των ανθρωπων.