Matthew 16

Ed accostatisi a lui i Farisei e i Sadducei, per metterlo alla prova, gli chiesero di mostrar loro un segno dal cielo.
Και προσελθοντες οι Φαρισαιοι και οι Σαδδουκαιοι, πειραζοντες αυτον εζητησαν να δειξη εις αυτους σημειον εκ του ουρανου.
Ma egli, rispondendo, disse loro: Quando si fa sera, voi dite: Bel tempo, perché il cielo rosseggia!
Ο δε αποκριθεις ειπε προς αυτους Οταν γεινη εσπερα, λεγετε Καλωσυνη διοτι κοκκινιζει ο ουρανος
e la mattina dite: Oggi tempesta, perché il cielo rosseggia cupo! L’aspetto del cielo lo sapete dunque discernere, e i segni de’ tempi non arrivate a discernerli?
και το πρωι Σημερον χειμων διοτι κοκκινιζει σκυθρωπαζων ο ουρανος. Υποκριται, το μεν προσωπον του ουρανου εξευρετε να διακρινητε, τα δε σημεια των καιρων δεν δυνασθε;
Questa generazione malvagia e adultera chiede un segno, e segno non le sarà dato se non quello di Giona. E, lasciatili, se ne andò.
Γενεα πονηρα και μοιχαλις σημειον ζητει, και σημειον δεν θελει δοθη εις αυτην ειμη το σημειον Ιωνα του προφητου. Και αφησας αυτους ανεχωρησε.
Or i discepoli, passati all’altra riva, s’erano dimenticati di prender de’ pani.
Και ελθοντες οι μαθηται αυτου εις το περαν, ελησμονησαν να λαβωσιν αρτους.
E Gesù disse loro: Vedete di guardarvi dal lievito de’ Farisei e de’ Sadducei.
Ο δε Ιησους ειπε προς αυτους Βλεπετε και προσεχετε απο της ζυμης των Φαρισαιων και Σαδδουκαιων.
Ed essi ragionavan fra loro e dicevano: Egli è perché non abbiam preso de’ pani.
Και εκεινοι διελογιζοντο εν εαυτοις, λεγοντες οτι αρτους δεν ελαβομεν.
Ma Gesù, accortosene, disse: O gente di poca fede, perché ragionate fra voi del non aver de’ pani?
Νοησας δε ο Ιησους, ειπε προς αυτους Τι διαλογιζεσθε εν εαυτοις, ολιγοπιστοι, οτι αρτους δεν ελαβετε;
Non capite ancora e non vi ricordate de’ cinque pani dei cinquemila uomini e quante ceste ne levaste?
ετι δεν καταλαμβανετε, ουδε ενθυμεισθε τους πεντε αρτους των πεντακισχιλιων και ποσους κοφινους ελαβετε;
né dei sette pani de’ quattromila uomini e quanti panieri ne levaste?
ουδε τους επτα αρτους των τετρακισχιλιων και ποσας σπυριδας ελαβετε;
Come mai non capite che non è di pani ch’io vi parlavo? Ma guardatevi dal lievito de’ Farisei e de’ Sadducei.
πως δεν καταλαμβανετε οτι περι αρτου δεν σας ειπον να προσεχητε απο της ζυμης των Φαρισαιων και Σαδδουκαιων;
Allora intesero che non avea loro detto di guardarsi dal lievito del pane, ma dalla dottrina dei Farisei e de’ Sadducei.
Τοτε ενοησαν, οτι δεν ειπε να προσεχωσιν απο της ζυμης του αρτου, αλλ απο της διδαχης των Φαρισαιων και Σαδδουκαιων.
Poi Gesù, venuto nelle parti di Cesarea di Filippo, domandò ai suoi discepoli: Chi dice la gente che sia il Figliuol dell’uomo?
Οτε δε ηλθεν ο Ιησους εις τα μερη της Καισαρειας της Φιλιππου, ηρωτα τους μαθητας αυτου, λεγων Τινα με λεγουσιν οι ανθρωποι οτι ειμαι εγω ο Υιος του ανθρωπου;
Ed essi risposero: Gli uni dicono Giovanni Battista; altri, Elia; altri, Geremia o uno dei profeti. Ed egli disse loro: E voi, chi dite ch’io sia?
Οι δε ειπον Αλλοι μεν Ιωαννην τον Βαπτιστην, αλλοι δε Ηλιαν και αλλοι Ιερεμιαν η ενα των προφητων.
Simon Pietro, rispondendo, disse:
Λεγει προς αυτους Αλλα σεις τινα με λεγετε οτι ειμαι;
Tu sei il Cristo, il Figliuol dell’Iddio vivente.
Και αποκριθεις ο Σιμων Πετρος ειπε Συ εισαι ο Χριστος ο Υιος του Θεου του ζωντος.
E Gesù, replicando, gli disse: Tu sei beato, o Simone, figliuol di Giona, perché non la carne e il sangue t’hanno rivelato questo, ma il Padre mio che è nei cieli.
Και αποκριθεις ο Ιησους ειπε προς αυτον Μακαριος εισαι, Σιμων, υιε του Ιωνα, διοτι σαρξ και αιμα δεν σοι απεκαλυψε τουτο, αλλ ο Πατηρ μου ο εν τοις ουρανοις.
E io altresì ti dico: Tu sei Pietro, e su questa pietra edificherò la mia Chiesa, e le porte dell’Ades non la potranno vincere.
Και εγω δε σοι λεγω οτι συ εισαι Πετρος, και επι ταυτης της πετρας θελω οικοδομησει την εκκλησιαν μου, και πυλαι αδου δεν θελουσιν ισχυσει κατ αυτης.
Io ti darò le chiavi del regno dei cieli; e tutto ciò che avrai legato sulla terra sarà legato ne’ cieli, e tutto ciò che avrai sciolto in terra sarà sciolto ne’ cieli.
Και θελω σοι δωσει τα κλειδια της βασιλειας των ουρανων, και ο, τι εαν δεσης επι της γης, θελει εισθαι δεδεμενον εν τοις ουρανοις, και ο, τι εαν λυσης επι της γης, θελει εισθαι λελυμενον εν τοις ουρανοις.
Allora vietò ai suoi discepoli di dire ad alcuno ch’egli era il Cristo.
Τοτε παρηγγειλεν εις τους μαθητας αυτου να μη ειπωσι προς μηδενα οτι αυτος ειναι Ιησους ο Χριστος.
Da quell’ora Gesù cominciò a dichiarare ai suoi discepoli che doveva andare a Gerusalemme e soffrir molte cose dagli anziani, dai capi sacerdoti e dagli scribi, ed esser ucciso, e risuscitare il terzo giorno.
Απο τοτε ηρχισεν ο Ιησους να δεικνυη εις τους μαθητας αυτου οτι πρεπει να υπαγη εις Ιεροσολυμα και να παθη πολλα απο των πρεσβυτερων και αρχιερεων και γραμματεων, και να θανατωθη, και την τριτην ημεραν να αναστηθη.
E Pietro, trattolo da parte, cominciò a rimproverarlo, dicendo: Tolga ciò Iddio, Signore; questo non ti avverrà mai.
Και παραλαβων αυτον ο Πετρος κατ ιδιαν ηρχισε να επιτιμα αυτον, λεγων Γενου ιλεως εις σεαυτον, Κυριε δεν θελει γεινει τουτο εις σε.
Ma Gesù, rivoltosi, disse a Pietro: Vattene via da me, Satana; tu mi sei di scandalo. Tu non hai il senso delle cose di Dio, ma delle cose degli uomini.
Εκεινος δε στραφεις ειπε προς τον Πετρον Υπαγε οπισω μου, Σατανα σκανδαλον μου εισαι διοτι δεν φρονεις τα του Θεου, αλλα τα των ανθρωπων.
Allora Gesù disse ai suoi discepoli: Se uno vuol venire dietro a me, rinunzi a se stesso e prenda la sua croce e mi segua.
Τοτε ο Ιησους ειπε προς τους μαθητας αυτου Εαν τις θελη να ελθη οπισω μου, ας απαρνηθη εαυτον και ας σηκωση τον σταυρον αυτου και ας με ακολουθη.
Perché chi vorrà salvare la sua vita, la perderà; ma chi avrà perduto la sua vita per amor mio, la troverà.
Διοτι οστις θελει να σωση την ζωην αυτου, θελει απολεσει αυτην και οστις απολεση την ζωην αυτου ενεκεν εμου, θελει ευρει αυτην.
E che gioverà egli a un uomo se, dopo aver guadagnato tutto il mondo, perde poi l’anima sua? O che darà l’uomo in cambio dell’anima sua?
Επειδη τι ωφελειται ανθρωπος εαν τον κοσμον ολον κερδηση, την δε ψυχην αυτου ζημιωθη; η τι θελει δωσει ανθρωπος εις ανταλλαγην της ψυχης αυτου;
Perché il Figliuol dell’uomo verrà nella gloria del Padre suo, con i suoi angeli, ed allora renderà a ciascuno secondo l’opera sua.
Διοτι μελλει ο Υιος του ανθρωπου να ελθη εν τη δοξη του Πατρος αυτου μετα των αγγελων αυτου, και τοτε θελει αποδωσει εις εκαστον κατα την πραξιν αυτου.
In verità io vi dico che alcuni di coloro che son qui presenti non gusteranno la morte, finché non abbian visto il Figliuol dell’uomo venire nel suo regno.
Αληθως σας λεγω, ειναι τινες των εδω ισταμενων, οιτινες δεν θελουσι γευθη θανατον, εωσου ιδωσι τον Υιον του ανθρωπου ερχομενον εν τη βασιλεια αυτου.