I Samuel 12

Ja Samuel sanoi kaikelle Israelille: katsos, minä olen kuullut teidän äänenne kaikissa mitä te minulle puhuneet olette, ja olen asettanut teille kuninkaan.
Και ειπεν ο Σαμουηλ προς παντα τον Ισραηλ, Ιδου, υπηκουσα εις την φωνην σας κατα παντα οσα ειπετε προς εμε, και κατεστησα βασιλεα εφ υμας
Ja katso, nyt kuningas käy teidän edellänne, ja minä olen vanhaksi ja harmaaksi tullut, ja minun poikani ovat teidän tykönänne; ja minä olen käynyt teidän edellänne minun nuoruudestani tähän päivään asti.
και τωρα, ιδου, ο βασιλευς πορευεται εμπροσθεν σας εγω δε ειμαι γερων και πολιος και οι υιοι μου, ιδου, ειναι μεθ υμων και εγω περιεπατησα ενωπιον σας εκ νεοτητος μου εως της ημερας ταυτης
Katso, tässä minä olen; vastatkaat minua Herran ja hänen voideltunsa edessä: jos olen kenenkään härjän eli aasin ottanut, ja jos olen jollekulle ylöllistä tehnyt eli jotakuta sortanut, jos jonkun kädestä olen lahjoja ottanut ja antanut soaista silmäni: niin minä ne teille annan jälleen.
ιδου, εγω μαρτυρησατε κατ εμου ενωπιον του Κυριου και ενωπιον του κεχρισμενου αυτου τινος τον βουν ελαβον; η τινος τον ονον ελαβον; η τινα ηδικησα; τινα κατεδυναστευσα; η εκ χειρος τινος ελαβον δωρα, δια να τυφλωσω τους οφθαλμους μου δια τουτων; και θελω αποδωσει εις εσας.
He vastasivat: et sinä mitään ylöllistä etkä vääryyttä ole meille tehnyt, etkä myös kenenkään kädestä ole mitään ottanut.
Οι δε ειπον, Δεν ηδικησας ημας ουδε κατεδυναστευσας ημας ουδε ελαβες τι εκ της χειρος τινος.
Hän sanoi heille: Herra on todistaja teitä vastaan, ja hänen voideltunsa on todistaja tänäpänä, ettette ole mitään minun kädestäni löytäneet. He sanoivat: olkoon todistaja.
Και ειπε προς αυτους, Μαρτυς ο Κυριος εις εσας, μαρτυς και ο κεχρισμενος αυτου την ημεραν ταυτην, οτι δεν ευρηκατε εις την χειρα μου ουδεν. Και απεκριβησαν, Μαρτυς.
Ja Samuel sanoi kansalle: Herra joka Moseksen ja Aaronin teki, ja johdatti teidän isänne Egyptin maalta,
Και ειπεν ο Σαμουηλ προς τον λαον, Μαρτυς ο Κυριος ο καταστησας τον Μωυσην και τον Ααρων, και αναβιβασας τους πατερας σας εκ γης Αιγυπτου.
Niin astukaat nyt edes, oikeudelle käydäkseni teidän kanssanne Herran edessä kaikista Herran hyvistä töistä, jotka hän teille ja teidän isillenne tehnyt on.
Τωρα λοιπον σταθητε, δια να διαλεχθω με σας ενωπιον του Κυριου, δια πασας τας δικαιοσυνας του Κυριου, τας οποιας εκαμεν εις εσας και εις τους πατερας σας.
Kuin Jakob oli tullut Egyptiin, huusivat teidän isänne Herran tykö, ja Herra lähetti Moseksen ja Aaronin, ja he johdattivat teidän isänne ulos Egyptistä ja asettivat heidän tähän paikkaan asumaan,
Αφου ο Ιακωβ ηλθεν εις την Αιγυπτον, και οι πατερες σας εβοησαν προς τον Κυριον, τοτε απεστειλεν ο Κυριος τον Μωυσην και τον Ααρων, και εξηγαγον τους πατερας σας εξ Αιγυπτου και κατωκισαν αυτους εν τω τοπω τουτω.
Mutta kuin he unohtivat Herran Jumalansa, myi hän heidät Siseran, Hasorin sodanpäämiehen vallan alle, ja Philistealaisten vallan alle ja Moabin kuninkaan vallan alle, ja he sotivat heitä vastaan.
Ελησμονησαν ομως Κυριον τον Θεον αυτων οθεν παρεδωκεν αυτους εις την χειρα του Σισαρα, αρχηγου του στρατευματος του Ασωρ, και εις την χειρα των Φιλισταιων και εις την χειρα του βασιλεως Μωαβ, και επολεμησαν εναντιον αυτων.
Ja he huusivat Herran tykö ja sanoivat: me olemme syntiä tehneet, että me hylkäsimme Herran ja palvelimme Baalia ja Astharotia; mutta vapahda nyt meitä meidän vihollistemme kädestä, niin me sinua palvelemme.
Και εβοησαν προς τον Κυριον και ειπον, Ημαρτησαμεν, επειδη εγκατελιπομεν τον Κυριον και ελατρευσαμεν τους Βααλειμ και τας Ασταρωθ αλλα τωρα ελευθερωσον ημας εκ της χειρος των εχθρων ημων, και θελομεν λατρευσει σε.
Ja Herra lähetti Jerubbaalin, Bedanin, Jephtan ja Samuelin, ja pelasti teitä teidän vihamiestenne käsistä ympäriltänne, ja antoi teidän asua rauhallisesti.
Και απεστειλεν ο Κυριος τον Ιεροβααλ και τον Βεδαν και τον Ιεφθαε και τον Σαμουηλ, και σας ηλευθερωσεν εκ της χειρος των εχθρων σας πανταχοθεν, και κατωκησατε εν ασφαλεια.
Kuin te näitte Nahaksen Ammonin lasten kuninkaan tulevan teitä vastaan, sanoitte te minulle: ei millään muotoa, vaan kuningas meitä vallitkoon; vaikka Herra teidän Jumalanne oli teidän kuninkaanne.
Αλλ οτε ειδετε οτι Ναας ο βασιλευς των υιων Αμμων ηλθεν εναντιον σας, ειπετε προς εμε, Ουχι, αλλα βασιλευς θελει βασιλευει εφ ημας ενω Κυριος ο Θεος σας ητο ο βασιλευς σας.
Ja nyt katso, siinä on kuningas, jonka te olette valinneet ja anoneet; sillä katso, Herra on asettanut teille kuninkaan.
Τωρα λοιπον, ιδου, ο βασιλευς, τον οποιον εξελεξατε, τον οποιον εζητησατε και ιδου, ο Κυριος κατεστησε βασιλεα εφ υμας.
Jos te pelkäätte Herraa ja palvelette häntä, kuulette hänen äänensä ja ette ole Herran suulle tottelemattomat, niin sekä te että teidän kuninkaanne, joka teitä hallitsee, seuraa Herraa teidän Jumalaanne.
Εαν φοβησθε τον Κυριον και λατρευητε αυτον και υπακουητε εις την φωνην αυτου και δεν στασιαζητε εναντιον της προσταγης του Κυριου, τοτε και σεις και ο βασιλευς ο βασιλευων εφ υμας θελετε περιπατει κατοπιν Κυριου του Θεου σας
Mutta jollette Herran ääntä kuule, vaan olette hänen suullensa tottelemattomat, niin Herran käsi on sekä teitä että teidän isiänne vastaan.
εαν ομως δεν υπακουητε εις την φωνην του Κυριου, αλλα στασιαζητε εναντιον της προσταγης του Κυριου, τοτε η χειρ του Κυριου θελει εισθαι εναντιον σας, καθως εσταθη εναντιον των πατερων σας.
Niin käykäät siis tästä edes ja katsokaat tätä suurta asiaa, jota Herra on tekevä teidän silmäinne edessä.
Τωρα λοιπον παρασταθητε και ιδετε το μεγα τουτο πραγμα, το οποιον ο Κυριος θελει καμει εμπροσθεν των οφθαλμων σας
Eikö nyt ole nisun elonaika? Vaan minä huudan Herran tykö, että hän antaisi jylistä ja sataa, ymmärtääksenne ja nähdäksenne sen suuren pahuuden, jonka te olette tehneet Herran edessä, anoissanne teillenne kuningasta.
δεν ειναι θερισμος των σιτων σημερον; θελω επικαλεσθη τον Κυριον, και θελει πεμψει βροντας και βροχην δια να γνωρισητε και να ιδητε οτι το κακον σας ειναι μεγα, το οποιον επραξατε ενωπιον του Κυριου, ζητησαντες εις εαυτους βασιλεα.
Ja kuin Samuel huusi Herran tykö, antoi Herra sinä päivänä jylistä ja sataa. Niin kaikki kansa suuresti pelkäsi Herraa ja Samuelia.
Τοτε επεκαλεσθη ο Σαμουηλ τον Κυριον και επεμψεν ο Κυριος βροντας και βροχην την ημεραν εκεινην και πας ο λαος εφοβηθη σφοδρα τον Κυριον και τον Σαμουηλ.
Ja sanoivat kaikki Samuelille: rukoile sinun palveliais edestä Herraa sinun Jumalaas, ettemme kuolisi; sillä me olemme lisänneet kaikkein meidän synteimme tykö sen pahuuden, että me anoimme meillemme kuningasta.
Και ειπε πας ο λαος προς τον Σαμουηλ, Δεηθητι υπερ των δουλων σου προς Κυριον τον Θεον σου, δια να μη αποθανωμεν διοτι επροσθεσαμεν εις πασας τας αμαρτιας ημων το κακον, να ζητησωμεν εις εαυτους βασιλεα.
Ja Samuel sanoi kansalle: älkäät peljätkö: te tosin olette tehneet kaiken tämän pahuuden, mutta älkäät kuitenkaan luopuko Herrasta, vaan palvelkaat Herraa kaikesta teidän sydämestänne.
Και ειπεν ο Σαμουηλ προς τον λαον, Μη φοβεισθε σεις επραξατε ολον τουτο το κακον πλην μη παραδρομησητε απο οπισθεν του Κυριου, αλλα λατρευετε τον Κυριον εξ ολης της καρδιας σας
Ja älkäät itsiänne kääntäkö turhan menon perään, ei se mitään teitä hyödytä eikä auta, sillä se on turhuus.
και μη παραδρομησητε διοτι τοτε ηθελετε υπαγει κατοπιν των ματαιων, τα οποια δεν δυνανται να ωφελησωσιν ουδε να ελευθερωσωσιν, επειδη ειναι ματαια
Mutta Herra ei hylkää kansaansa suuren nimensä tähden; sillä Herra on tahtonut teitä tehdä itsellensä kansaksi.
διοτι δεν θελει εγκαταλειψει ο Κυριος τον λαον αυτου, δια το ονομα αυτου το μεγα, επειδη ηυδοκησεν ο Κυριος να σας καμη λαον αυτου
Olkoon myös kaukana minusta, että minä syntiä tekisin Herraa vastaan, lakaten rukoilemasta Herraa teidän edestänne, ja opettamasta teille hyvää ja oikiaa tietä.
εις εμε δε μη γενοιτο να αμαρτησω εις τον Κυριον, ωστε να παυσω απο του να δεωμαι υπερ υμων αλλα θελω σας διδασκει την οδον την αγαθην και ευθειαν
Ainoastansa peljätkäät Herraa ja palvelkaat häntä uskollisesti kaikesta sydämestänne; sillä katsokaat, kuinka suuria tekoja hän tekee teidän kanssanne.
μονον φοβεισθε τον Κυριον και λατρευετε αυτον εν αληθεια εξ ολης καρδιας σας διοτι ειδετε ποσα μεγαλεια εκαμεν υπερ υμων
Mutta jos te teette pahaa, niin sekä te että teidän kuninkaanne hukkuu.
αλλ εαν εξακολουθητε να πραττητε το κακον, και σεις και ο βασιλευς υμων θελετε απολεσθη.