Hosea 3

et dixit Dominus ad me adhuc vade dilige mulierem dilectam amico et adulteram sicut diligit Dominus filios Israhel et ipsi respectant ad deos alienos et diligunt vinacea uvarum
Και ειπε Κυριος προς εμε, Υπαγε ετι, αγαπησον γυναικα, ητις καιτοι αγαπωμενη υπο του φιλου αυτης ειναι μοιχαλις, κατα την αγαπην του Κυριου προς τους υιους Ισραηλ, οιτινες ομως επιβλεπουσιν εις θεους αλλοτριους και αγαπωσι φιαλας οινου.
et fodi eam mihi quindecim argenteis et choro hordei et dimidio choro hordei
Και εμισθωσα αυτην εις εμαυτον δια δεκαπεντε αργυρια και εν χομορ κριθης και ημισυ χομορ κριθης.
et dixi ad eam dies multos expectabis me non fornicaberis et non eris viro sed et ego expectabo te
Και ειπα προς αυτην, Θελεις καθησει δι εμε πολλας ημερας δεν θελεις πορνευσει και δεν θελεις εισθαι δι αλλον και εγω ομοιως θελω εισθαι δια σε.
quia dies multos sedebunt filii Israhel sine rege et sine principe et sine sacrificio et sine altari et sine ephod et sine therafin
Διοτι οι υιοι Ισραηλ θελουσι καθησει πολλας ημερας χωρις βασιλεως και χωρις αρχοντος και χωρις θυσιας και χωρις αγαλματος και χωρις εφοδ και θεραφειμ.
et post haec revertentur filii Israhel et quaerent Dominum Deum suum et David regem suum et pavebunt ad Dominum et ad bonum eius in novissimo dierum
Μετα ταυτα θελουσιν επιστρεψει οι υιοι Ισραηλ και θελουσι ζητησει Κυριον τον Θεον αυτων και Δαβιδ τον βασιλεα αυτων και θελουσι φοβεισθαι τον Κυριον και την αγαθοτητα αυτου εν ταις εσχαταις ημεραις.