και ειπε προς την γην Ισραηλ, Ουτω λεγει Κυριος Ιδου, εγω ειμαι εναντιον σου και θελω συρει την μαχαιραν μου εκ της θηκης αυτης και θελω εκκοψει απο σου τον δικαιον και τον ασεβη.
Και επειδη θελω εκκοψει απο σου τον δικαιον και τον ασεβη, δια τουτο θελει εξελθει η μαχαιρα μου εκ της θηκης αυτης εναντιον πασης σαρκος, απο μεσημβριας μεχρι βορρα
Και οταν ειπωσι προς σε, δια τι στεναζεις συ; θελεις αποκριθη δια την αγγελιαν, οτι ερχεται και πασα καρδια θελει λυωσει, και πασαι αι χειρες θελουσι παραλυθη, και παν πνευμα θελει λιποθυμησει, και παντα τα γονατα θελουσι ευσει ως υδωρ ιδου, ερχεται και θελει γεινει, λεγει Κυριος ο Θεος.
ακονιζεται, δια να καμη σφαγην στιλβουται, δια να αστραπτη. Δυναμεθα λοιπον να ημεθα ευθυμοι; αυτη ειναι η αβδος του υιου μου, η καταφρονουσα παν ξυλον.
Δια τουτο συ, υιε ανθρωπου, προφητευσον και κροτησον χειρα επι χειρα και ας διπλασιασθη η ομφαια, ας τριπλασιασθη, η ομφαια των τετραυματισμενων αυτη ειναι η ομφαια των μεγαλων τραυματιων, ητις θελει διαπερασει εως των ενδομυχων αυτων.
Επεφερα την κοπην της ομφαιας επι πασας τας πυλας αυτων, δια να λυωση πασα καρδια και να πληθυνθη ο ολεθρος. Ουαι ητοιμασθη δια να εξαστραπτη, ηκονισθη δια σφαγην.
Και συ, υιε ανθρωπου, διορισον εις σεαυτον δυο οδους, δια να διελθη η ομφαια του βασιλεως της Βαβυλωνος, και αμφοτεραι θελουσιν εξερχεσθαι απο της αυτης γης και καμε τοπον, καμε αυτον εν τη αρχη της οδου της πολεως.
Διοτι ο βασιλευς της Βαβυλωνος εσταθη εις τον διαχωρισμον, εν τη αρχη των δυο οδων, δια να ερωτηση τους μαντεις ανεκατωσε τα μαντικα βελη, ηρωτησε τα γλυπτα, παρετηρησε το ηπαρ.
Προς την δεξιαν αυτου εγεινεν ο χρησμος δια την Ιερουσαλημ, δια να στηση τους κριους, δια να ανοιξη το στομα επι σφαγην, να υψωση την φωνην μετα αλαλαγμου, να στηση κριους εναντιον των πυλων, να καμη προχωματα, να οικοδομηση προμαχωνας.
ουτω λεγει Κυριος ο Θεος Σηκωσον το διαδημα και αφαιρεσον το στεμμα αυτο δεν θελει εισθαι τοιουτον ο ταπεινος θελει υψωθη και ο υψηλος θελει ταπεινωθη.
Και συ, υιε ανθρωπου, προφητευσον και ειπε, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος περι των υιων Αμμων και περι του ονειδισμου αυτων, και ειπε, Η ομφαια, η ομφαια ειναι γεγυμνωμενη, δια την σφαγην εστιλβωμενη, δια να εξολοθρευση εξαστραπτουσα,
ενω βλεπουσι ματαιας ορασεις περι σου, ενω μαντευουσι ψευδος εις σε, δια να σε βαλωσιν επι τον τραχηλον των τετραυματισμενων, των ασεβων, των οποιων η ημερα ηλθεν, οτε η ανομια αυτων εφθασεν εις περας.
Και θελω εκχεει την οργην μου επι σε εν τω πυρι της οργης μου θελω εμφυσησει επι σε και θελω σε παραδωσει εις χειρας ανδρων αγριων, τεκταινοντων ολεθρον.