Luke 4

Ο δε Ιησους, πληρης Πνευματος Αγιου, υπεστρεψεν απο τον Ιορδανην και εφερετο δια του Πνευματος εις την ερημον,
Iesus autem plenus Spiritu Sancto regressus est ab Iordane et agebatur in Spiritu in desertum
πειραζομενος υπο του διαβολου ημερας τεσσαρακοντα, και δεν εφαγεν ουδεν τας ημερας εκεινας αφου δε αυται ετελειωσαν, υστερον επεινασε.
diebus quadraginta et temptabatur a diabolo et nihil manducavit in diebus illis et consummatis illis esuriit
Και ειπε προς αυτον ο διαβολος Εαν εισαι Υιος του Θεου, ειπε προς τον λιθον τουτον να γεινη αρτος.
dixit autem illi diabolus si Filius Dei es dic lapidi huic ut panis fiat
Και απεκριθη ο Ιησους προς αυτον, λεγων ειναι γεγραμμενον οτι με αρτον μονον δεν θελει ζησει ο ανθρωπος, αλλα με παντα λογον Θεου.
et respondit ad illum Iesus scriptum est quia non in pane solo vivet homo sed in omni verbo Dei
Και αναβιβασας αυτον ο διαβολος εις ορος υψηλον, εδειξεν εις αυτον παντα τα βασιλεια της οικουμενης εν μια στιγμη χρονου,
et duxit illum diabolus et ostendit illi omnia regna orbis terrae in momento temporis
και ειπε προς αυτον ο διαβολος εις σε θελω δωσει απασαν την εξουσιαν ταυτην και την δοξαν αυτων, διοτι εις εμε ειναι παραδεδομενη, και εις οντινα θελω διδω αυτην.
et ait ei tibi dabo potestatem hanc universam et gloriam illorum quia mihi tradita sunt et cui volo do illa
Συ λοιπον εαν προσκυνησης ενωπιον μου, σου θελουσιν εισθαι παντα.
tu ergo si adoraveris coram me erunt tua omnia
Και αποκριθεις προς αυτον, ειπεν ο Ιησους Υπαγε οπισω μου, Σατανα διοτι ειναι γεγραμμενον, θελεις προσκυνησει Κυριον τον Θεον σου και αυτον μονον θελεις λατρευσει.
et respondens Iesus dixit illi scriptum est Dominum Deum tuum adorabis et illi soli servies
Και εφερεν αυτον εις Ιερουσαλημ και εστησεν αυτον επι το πτερυγιον του ιερου και ειπε προς αυτον Εαν εισαι ο Υιος του Θεου, ριψον σεαυτον εντευθεν κατω
et duxit illum in Hierusalem et statuit eum supra pinnam templi et dixit illi si Filius Dei es mitte te hinc deorsum
διοτι ειναι γεγραμμενον οτι εις τους αγγελους αυτου θελει προσταξει περι σου, δια να σε διαφυλαξωσι,
scriptum est enim quod angelis suis mandabit de te ut conservent te
και οτι θελουσι σε σηκονει επι των χειρων αυτων, δια να μη προσκοψης προς λιθον τον ποδα σου.
et quia in manibus tollent te ne forte offendas ad lapidem pedem tuum
Και αποκριθεις ειπε προς αυτον ο Ιησους οτι ειναι ειρημενον, δεν θελεις πειρασει Κυριον τον Θεον σου.
et respondens Iesus ait illi dictum est non temptabis Dominum Deum tuum
Και αφου ετελειωσε παντα πειρασμον ο διαβολος, απεμακρυνθη απ αυτου μεχρι καιρου.
et consummata omni temptatione diabolus recessit ab illo usque ad tempus
Και ο Ιησους υπεστρεψεν εν τη δυναμει του Πνευματος εις την Γαλιλαιαν και εξηλθε φημη περι αυτου καθ ολην την περιχωρον.
et regressus est Iesus in virtute Spiritus in Galilaeam et fama exiit per universam regionem de illo
Και αυτος εδιδασκεν εν ταις συναγωγαις αυτων, δοξαζομενος υπο παντων.
et ipse docebat in synagogis eorum et magnificabatur ab omnibus
Και ηλθεν εις την Ναζαρετ, οπου ητο ανατεθραμμενος, και εισηλθε κατα την συνηθειαν αυτου εις την συναγωγην εν τη ημερα του σαββατου και εσηκωθη να αναγνωση.
et venit Nazareth ubi erat nutritus et intravit secundum consuetudinem suam die sabbati in synagogam et surrexit legere
Και εδοθη εις αυτον το βιβλιον Ησαιου του προφητου, και ανοιξας το βιβλιον ευρε τον τοπον, οπου ητο γεγραμμενον
et traditus est illi liber prophetae Esaiae et ut revolvit librum invenit locum ubi scriptum erat
Πνευμα Κυριου ειναι επ εμε, δια τουτο με εχρισε με απεστειλε δια να ευαγγελιζωμαι προς τους πτωχους, δια να ιατρευσω τους συτετριμμενους την καρδιαν, να κηρυξω προς τους αιχμαλωτους ελευθεριαν και προς τους τυφλους αναβλεψιν, να αποστειλω τους συντεθλασμενους εν ελευθερια,
Spiritus Domini super me propter quod unxit me evangelizare pauperibus misit me
δια να κηρυξω ευπροσδεκτον Κυριου ενιαυτον.
praedicare captivis remissionem et caecis visum dimittere confractos in remissionem praedicare annum Domini acceptum et diem retributionis
Και κλεισας το βιβλιον, απεδωκεν εις τον υπηρετην και εκαθησε παντων δε οι οφθαλμοι των εν τη συναγωγη ησαν ατενιζοντες εις αυτον.
et cum plicuisset librum reddidit ministro et sedit et omnium in synagoga oculi erant intendentes in eum
Και ηρχισε να λεγη προς αυτους οτι σημερον επληρωθη η γραφη αυτη εις τα ωτα υμων.
coepit autem dicere ad illos quia hodie impleta est haec scriptura in auribus vestris
Και παντες εμαρτυρουν εις αυτον και εθαυμαζον δια τους λογους της χαριτος τους εξερχομενους εκ του στοματος αυτου και ελεγον Δεν ειναι ουτος ο υιος του Ιωσηφ;
et omnes testimonium illi dabant et mirabantur in verbis gratiae quae procedebant de ore ipsius et dicebant nonne hic filius est Ioseph
Και ειπε προς αυτους Βεβαιως θελετε με ειπει την παραβολην ταυτην Ιατρε, θεραπευσον σεαυτον οσα ηκουσαμεν οτι εγειναν εν τη Καπερναουμ, καμε και εδω εν τη πατριδι σου.
et ait illis utique dicetis mihi hanc similitudinem medice cura te ipsum quanta audivimus facta in Capharnaum fac et hic in patria tua
Ειπε δε Αληθως σας λεγω οτι ουδεις προφητης ειναι δεκτος εν τη πατριδι αυτου.
ait autem amen dico vobis quia nemo propheta acceptus est in patria sua
Και επ αληθειας σας λεγω, Πολλαι χηραι ησαν εν τω Ισραηλ επι των ημερων Ηλιου, οτε εκλεισθη ο ουρανος επι ετη τρια και μηνας εξ, καθ ον καιρον εγεινε πεινα μεγαλη εφ ολην την γην,
in veritate dico vobis multae viduae erant in diebus Heliae in Israhel quando clusum est caelum annis tribus et mensibus sex cum facta est fames magna in omni terra
και προς ουδεμιαν αυτων επεμφθη ο Ηλιας, ειμη εις Σαρεπτα της Σιδωνος προς γυναικα χηραν.
et ad nullam illarum missus est Helias nisi in Sareptha Sidoniae ad mulierem viduam
Και πολλοι λεπροι ησαν επι Ελισαιου του προφητου εν τω Ισραηλ, και ουδεις αυτων εκαθαρισθη, ειμη Νεεμαν ο Συρος.
et multi leprosi erant in Israhel sub Heliseo propheta et nemo eorum mundatus est nisi Neman Syrus
Και επλησθησαν παντες θυμου εν τη συναγωγη, ακουοντες ταυτα,
et repleti sunt omnes in synagoga ira haec audientes
και σηκωθεντες εξεβαλον αυτον εξω της πολεως και εφεραν αυτον εως της οφρυος του ορους, επι του οποιου η πολις αυτων ητο ωκοδομημενη, δια να κατακρημνισωσιν αυτον
et surrexerunt et eiecerunt illum extra civitatem et duxerunt illum usque ad supercilium montis supra quem civitas illorum erat aedificata ut praecipitarent eum
αυτος ομως περασας δια μεσου αυτων επορευετο.
ipse autem transiens per medium illorum ibat
Και κατεβη εις Καπερναουμ, πολιν της Γαλιλαιας, και εδιδασκεν αυτους εν τοις σαββασι
et descendit in Capharnaum civitatem Galilaeae ibique docebat illos sabbatis
και εξεπληττοντο δια την διδαχην αυτου, διοτι ο λογος αυτου ητο μετα εξουσιας.
et stupebant in doctrina eius quia in potestate erat sermo ipsius
Και εν τη συναγωγη ητο ανθρωπος εχων πνευμα δαιμονιου ακαθαρτου, και ανεκραξε μετα φωνης μεγαλης,
et in synagoga erat homo habens daemonium inmundum et exclamavit voce magna
λεγων Φευ, τι ειναι μεταξυ υμων και σου, Ιησου Ναζαρηνε; ηλθες να απολεσης ημας; Σε γνωριζω τις εισαι, ο Αγιος του Θεου.
dicens sine quid nobis et tibi Iesu Nazarene venisti perdere nos scio te qui sis Sanctus Dei
Και επετιμησεν αυτο ο Ιησους, λεγων Σιωπα και εξελθε εξ αυτου. Και το δαιμονιον ερριψεν αυτον εις το μεσον και εξηλθεν απ αυτου, χωρις να βλαψη αυτον παντελως.
et increpavit illi Iesus dicens obmutesce et exi ab illo et cum proiecisset illum daemonium in medium exiit ab illo nihilque illum nocuit
Και εξεπλαγησαν παντες και συνελαλουν προς αλληλους, λεγοντες Τις ειναι ο λογος ουτος, οτι μετα εξουσιας και δυναμεως προσταζει τα ακαθαρτα πνευματα, και εξερχονται;
et factus est pavor in omnibus et conloquebantur ad invicem dicentes quod est hoc verbum quia in potestate et virtute imperat inmundis spiritibus et exeunt
και διεδιδετο φημη περι αυτου εις παντα τοπον της περιχωρου.
et divulgabatur fama de illo in omnem locum regionis
Σηκωθεις δε εκ της συναγωγης, εισηλθεν εις την οικιαν του Σιμωνος. Η πενθερα δε του Σιμωνος εκρατειτο υπο πυρετου μεγαλου, και παρεκαλεσαν αυτον περι αυτης.
surgens autem de synagoga introivit in domum Simonis socrus autem Simonis tenebatur magnis febribus et rogaverunt illum pro ea
Και σταθεις επανω αυτης επετιμησε τον πυρετον, και αφηκεν αυτην και παρευθυς σηκωθεισα υπηρετει αυτους.
et stans super illam imperavit febri et dimisit illam et continuo surgens ministrabat illis
Ενω δε εδυεν ο ηλιος, παντες οσοι ειχον ασθενουντας υπο διαφορων νοσων εφεραν αυτους προς αυτον εκεινος δε επιθεσας τας χειρας εις ενα εκαστον αυτων εθεραπευσεν αυτους.
cum sol autem occidisset omnes qui habebant infirmos variis languoribus ducebant illos ad eum at ille singulis manus inponens curabat eos
Εξηρχοντο δε και δαιμονια απο πολλων, κραζοντα και λεγοντα οτι Συ εισαι ο Χριστος ο Υιος του Θεου. Και επιτιμων αυτα δεν αφινε να λαλωσιν, επειδη εγνωριζον αυτον οτι ειναι ο Χριστος.
exiebant autem etiam daemonia a multis clamantia et dicentia quia tu es Filius Dei et increpans non sinebat ea loqui quia sciebant ipsum esse Christum
Και οτε εγεινεν ημερα, εξελθων υπηγεν εις ερημον τοπον και οι οχλοι εζητουν αυτον, και ηλθον εως αυτου και εκρατουν αυτον δια να μη αναχωρηση απ αυτων.
facta autem die egressus ibat in desertum locum et turbae requirebant eum et venerunt usque ad ipsum et detinebant illum ne discederet ab eis
Ο δε ειπε προς αυτους οτι Και εις τας αλλας πολεις πρεπει να ευαγγελισω την βασιλειαν του Θεου επειδη εις τουτο ειμαι απεσταλμενος.
quibus ille ait quia et aliis civitatibus oportet me evangelizare regnum Dei quia ideo missus sum
Και εκηρυττεν εν ταις συναγωγαις της Γαλιλαιας.
et erat praedicans in synagogis Galilaeae