Job 5

Καλεσον τωρα, εαν τις σοι αποκριθη; και προς τινα των αγιων θελεις αποβλεψει;
Ану клич, чи є хто, щоб тобі відповів? І до кого з святих ти вдасися?
Διοτι η οργη φονευει τον αφρονα, και η αγανακτησις θανατονει τον μωρον.
Бо гнів побиває безглуздого, а заздрощі смерть завдають нерозумному!
Εγω ειδον τον αφρονα ριζουμενον αλλ ευθυς προειπα κατηραμενην την κατοικιαν αυτου.
Я бачив безумного, як він розсівся, та зараз оселя його спорохнявіла...
Οι υιοι αυτου ειναι μακραν απο της σωτηριας, και καταπιεζονται εμπροσθεν της πυλης, και ουδεις ο ελευθερων
Від спасіння далекі сини його, вони без рятунку почавлені будуть у брамі!
των οποιων τον θερισμον κατατρωγει ο πεινων, και αρπαζει αυτον εκ των ακανθων και την περιουσιαν αυτων καταπινει ο διψων.
Його жниво голодний поїсть, і з-між терну його забере, і спрагнені ось поковтають маєток його!
Διοτι εκ του χωματος δεν εξερχεται η θλιψις, ουδε η λυπη βλαστανει εκ της γης
Бо нещастя виходить не з пороху, а горе росте не з землі,
αλλ ο ανθρωπος γενναται δια την λυπην, και οι νεοσσοι των αετων δια να πετωσιν υψηλα.
бо людина народжується на страждання, як іскри, щоб угору летіти...
Αλλ εγω τον Θεον θελω επικαλεσθη, και εν τω Θεω θελω εναποθεσει την υποθεσιν μου
А я б удавався до Бога, і на Бога б поклав свою справу,
οστις καμνει μεγαλεια ανεξιχνιαστα, θαυμασια αναριθμητα
Він чинить велике та недослідиме, предивне, якому немає числа,
οστις διδει βροχην επι το προσωπον της γης, και πεμπει υδατα επι το προσωπον των αγρων
бо Він дає дощ на поверхню землі, і на поля посилає Він воду,
οστις υψονει τους ταπεινους, και ανεγειρει εις σωτηριαν τους τεθλιμμενους
щоб поставить низьких на високе, і зміцнити спасіння засмучених.
οστις διασκεδαζει τας βουλας των πανουργων, και δεν δυνανται αι χειρες αυτων να εκτελεσωσι την επιχειρησιν αυτων
Він розвіює задуми хитрих, і не виконують плану їх руки,
οστις συλλαμβανει τους σοφους εν τη πανουργια αυτων και η βουλη των δολιων ανατρεπεται
Він мудрих лукавством їх ловить, і рада крутійська марною стає,
την ημεραν απαντωσι σκοτος, και εν μεσημβρια ψηλαφωσι καθως εν νυκτι.
вдень знаходять вони темноту, а в полудень мацають, мов уночі!...
Τον πτωχον ομως λυτρονει εκ της ρομφαιας, εκ του στοματος αυτων και εκ της χειρος του ισχυρου.
І Він від меча урятовує бідного, а з міцної руки бідаря,
Και ο πτωχος εχει ελπιδα, της δε ανομιας το στομα εμφραττεται.
і стається надія нужденному, і замкнула уста свої кривда!
Ιδου, μακαριος ο ανθρωπος, τον οποιον ελεγχει ο Θεος δια τουτο μη καταφρονει την παιδειαν του Παντοδυναμου
Тож блаженна людина, яку Бог картає, і ти не цурайсь Всемогутнього кари:
διοτι αυτος πληγονει και επιδενει κτυπα, και αι χειρες αυτου ιατρευουσιν.
Бо Він рану завдасть і перев'яже, Він ламає й вигоюють руки Його!
Εν εξ θλιψεσι θελει σε ελευθερωσει και εν τη εβδομη δεν θελει σε εγγισει κακον.
В шістьох лихах спасає тебе, а в сімох не діткне тебе зло:
Εν τη πεινη θελει σε λυτρωσει εκ θανατου και εν πολεμω εκ χειρος ρομφαιας.
Викупляє тебе Він від смерти за голоду, а в бою з рук меча.
Απο μαστιγος γλωσσης θελεις εισθαι πεφυλαγμενος και δεν θελεις φοβηθη απο του επερχομενου ολεθρου.
Як бич язика запанує, сховаєшся ти, і не будеш боятись руїни, як прийде вона.
Τον ολεθρον και την πειναν θελεις καταγελα και δεν θελεις φοβηθη απο των θηριων της γης.
З насилля та з голоду будеш сміятись, а земної звірини не бійся.
Διοτι θελεις εχει συμμαχιαν μετα των λιθων της πεδιαδος και τα θηρια του αγρου θελουσιν ειρηνευει μετα σου.
Бо з камінням на полі є в тебе умова, і звір польовий примирився з тобою.
Και θελεις γνωρισει οτι ειρηνη ειναι εν τη σκηνη σου, και θελεις επισκεφθη την κατοικιαν σου, και δεν θελει σοι λειπει ουδεν.
І довідаєшся, що намет твій спокійний, і переглянеш домівку свою, і не знайдеш у ній недостатку.
Και θελεις γνωρισει οτι ειναι πολυ το σπερμα σου, και οι εκγονοι σου ως η βοτανη της γης.
І довідаєшся, що численне насіння твоє, а нащадки твої як трава на землі!
Θελεις ελθει εις τον ταφον εν βαθει γηρατι, καθως συσσωρευεται η θημωνια του σιτου εν τω καιρω αυτης.
І в дозрілому віці до гробу ти зійдеш, як збіжжя доспіле ввіходить до клуні за часу свого!
Ιδου, τουτο εξιχνιασαμεν, ουτως εχει ακουσον αυτο και γνωρισον εν σεαυτω.
Отож, дослідили ми це й воно так, послухай цього, й зрозумій собі все!